Ο πρώην γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Κόφι Άναν ζήτησε χθες Παρασκευή από το Συμβούλιο Ασφαλείας του οργανισμού να ασκήσει πίεση στη Μιανμάρ ώστε να επιστρέψουν στα σπίτια τους οι πρόσφυγες Ροχίνγκια που έχουν καταφύγει στο Μπανγκλαντές για να γλιτώσουν από τις διώξεις.

Ο Άναν, που εκλήθη από τη Γαλλία και τη Βρετανία να μιλήσει στο Συμβούλιο Ασφαλείας ως επικεφαλής μιας επιτροπής έρευνας για τα δικαιώματα των Ροχίνγκια, δήλωσε ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει να συνεργαστούν με τους στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες της Μιανμάρ ώστε να σταματήσει η προσφυγική κρίση.

Κάποια μέλη του Συμβουλίου πιέζουν να υιοθετηθεί μια απόφαση η οποία θα ζητεί τον τερματισμό της βίας εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας στη Μιανμάρ, την ανεμπόδιστη πρόσβαση ανθρωπιστικής βοήθειας και την επιστροφή των προσφύγων, όμως η Κίνα, βασική σύμμαχος της Μιανμάρ, και η Ρωσία δεν συμφωνούν.

«Αν υπάρξει μια απόφαση, ελπίζω ότι θα ασκήσει πίεση στην κυβέρνηση να δημιουργήσει συνθήκες που θα επιτρέψουν στους πρόσφυγες να επιστρέψουν στα σπίτια τους με αξιοπρέπεια και ασφάλεια», τόνισε ο Άναν μιλώντας στους δημοσιογράφους μετά την κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Δεν θα πρέπει να επιστρέψουν σε καταυλισμούς», τόνισε.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περισσότεροι από μισό εκατομμύριο πρόσφυγες, στην πλειονότητά τους Ροχίνγκια, έχουν καταφύγει στο Μπανγκλαντές από τα τέλη Αυγούστου. Οι αρχές της Μιανμάρ τονίζουν ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Πολιτεία Ραχίν διεξάγονται σε απάντηση στην επίθεση ανταρτών Ροχίνγκια εναντίον της αστυνομίας.

Ο Άναν κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας να υιοθετήσει μαζί με τη Μιανμάρ «έναν οδικό χάρτη» για τη διευθέτηση της κρίσης, προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση αυτή μπορεί να διαρκέσει χρόνια.

Η επιτροπή, της οποίας προΐσταται ο Άναν και η οποία συστήθηκε το 2016 έπειτα από αίτημα της ηγέτιδας της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι, ανέφερε στην έκθεσή της που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο, πριν το ξέσπασμα της κρίσης, ότι θα πρέπει να δοθούν περισσότερα δικαιώματα στους Ροχίνγκια, που θεωρούνται απάτριδες και ζουν περιθωριοποιημένοι.