Στα εγκαίνια της έκθεσης αυτοκινήτου στη Φρανκφούρτη παραβρέθηκε η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, η οποία φαίνεται να αλλάζει στάση απέναντι στους κατασκευαστές Ι.Χ., που μέχρι πρότινος στήριζε.

Η καγκελάριος επέπληξε τους γερμανούς κατασκευαστές αυτοκινήτων σε μια άσκηση ισορροπίας εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας κατά τα σημερινά εγκαίνεια της έκθεσης .

Μπροστά σ’ ένα κοινό βιομηχάνων, η συντηρητική καγκελάριος, υποψήφια για μια τέταρτη θητεία στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, υπενθύμισε εκτενώς τη ρίζα του σκανδάλου του ντίζελ που συγκλονίζει ολόκληρο τον τομέα: τη χειραγώγηση από τον όμιλο Volkswagen εκατομμυρίων οχημάτων ντίζελ ώστε να φαίνονται λιγότερο ρυπαντικά απ’ ό,τι είναι, η οποία αποκαλύφθηκε κατά την έκθεση αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης το 2015.

Εδώ και δύο χρόνια «το θέμα του ντίζελ και των ρυπογόνων εκπομπών βρίσκονται στις πρώτες σελίδες με δυσάρεστη συχνότητα», υπογράμμισε εκφράζοντας τη λύπη της γι’ αυτό και προσθέτοντας πως «πολλή εμπιστοσύνη καταστράφηκε».

Όπως έχει κάνει και τις τελευταίες εβδομάδες, η Μέρκελ κάλεσε την αυτοκινητοβιομηχανία να «κάνει τα πάντα για να αποκαταστήσει το συντομότερο δυνατόν την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη» για «το δικό της συμφέρον», όπως και γι’ αυτό «ολόκληρης της Γερμανίας».

Το δίλημμα της Καγκελαρίου, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, έγκειται σ’ αυτή την ανάκληση στην τάξη: από τη μια πλευρά είναι υποχρεωμένη να δώσει ένα μάθημα σε μια βιομηχανία που πιάστηκε να παρανομεί, από την άλλη δεν μπορεί να φανεί υπερβολικά αυστηρή απέναντι σ’ έναν ουσιαστικής σημασίας τομέα.

Το αυτοκίνητο είναι μια «βιομηχανία κλειδί» με ετήσιο τζίρο πάνω από 400 δισεκ. ευρώ και με 870.000 εργαζομένους, υπενθύμισε η καγκελάριος κάνοντας λόγο για ένα «μεγάλο συγκυριακό κινητήρα» για τη χώρα καθώς και «για την Ευρώπη».

Πολιτικοί υπό πίεση

Η Μέρκελ, η οποία είχε επονομασθεί «η καγκελάριος του αυτοκινήτου» όταν έδινε μάχη στις Βρυξέλλες για να μην επιβληθεί ανώτατο όριο εκπομπών καυσαρίων που να μην ευνοεί τους Γερμανούς κατασκευαστές, αισθάνθηκε τον άνεμο να αλλάζει πριν από μερικούς μήνες και πολλαπλασίασε τις λιγότερο ευγενικές δηλώσεις προς την κατεύθυνση του τομέα.

«Έχει κάποια απογοήτευση βλέποντας πως η στενή σχέση που είχε με τον τομέα του αυτοκινήτου δεν την ευνοεί αυτή τη στιγμή», εκτιμά ο Στέφαν Μπράτσελ του ινστιτούτου CAM και προβλέπει ότι στο μέλλον θα υπάρξει μεγαλύτερη «νηφαλιότητα» εκ μέρους της κυβέρνησης έναντι της βιομηχανίας.

Η αποστασιοποίηση ήταν αναπόφευκτη επειδή, εκτός από τη Volkswagen, πολυάριθμοι κατασκευαστές είναι πλέον ύποπτοι είτε ότι εξαπάτησαν είτε ότι εκμεταλλεύθηκαν μια αοριστία στους κανονισμούς για να κρύψουν τις ρυπογόνες εκπομπές των οχημάτων τους.

Ένα νέο σκάνδαλο ήρθε αυτό το καλοκαίρι να αμαυρώσει την εικόνα του τομέα, καθώς τα μεγάλα ονόματα της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας κατέστησαν ύποπτα ότι επί δεκαετίες συνεννοούνταν παρανόμως.

Σ’ αυτό προστίθεται η προοπτική να δούμε τη δικαιοσύνη να απαγορεύει την κυκλοφορία των πιο ρυπογόνων οχημάτων στις περίπου 70 γερμανικές πόλεις στις οποίες παρατηρείται υπέρβαση των ευρωπαϊκών προδιαγραφών για τα οξείδια του αζώτου (NOx), όπως η Στουτγάρδη και το Μόναχο.

«Η πίεση επί των πολιτικών αξιωματούχων αυξάνεται (…) Στη Γερμανία, τη χώρα του αυτοκινήτου, το να στερήσεις από κάποιον το αυτοκίνητό του είναι αδιανόητο για τους περισσότερους», επισημαίνει ο Πέτερ Φους, εμπειρογνώμονας του γραφείου EY που ερωτήθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο.

Το ντίζελ θα συνεχιστεί

Στην ομιλία της η Καγκελάριος επέμεινε στη «στροφή» που πρέπει να γίνει προς μια «αυτοκίνηση χωρίς εκπομπές» ρύπων, όμως αρνήθηκε να προγραμματίσει την κατάργηση των κινητήρων εσωτερικής καύσης, αντίθετα από τους γάλλους και βρετανούς γείτονές της. Τα οχήματα ντίζελ και βενζίνης θα είναι απαραίτητα «για δεκαετίες ακόμη», υπογράμμισε.

Είναι ένα μήνυμα που θα ικανοποιήσει τους γερμανούς κατασκευαστές, που υποστηρίζουν την τεχνολογία ντίζελ, η οποία αναμένεται ότι θα τους βοηθήσει να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στο σύνολο του στόλου τους, που συχνά αποτελείται από οχήματα μεγάλου κυβισμού, και να σεβαστούν έτσι τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές.

Από κοινού με τη βιομηχανία της χώρας της, η καγκελάριος προτείνει μια βελτίωση των κινητήρων εσωτερικής καύσης για να καταστούν λιγότερο ρυπογόνοι – «ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας» – και μια παράλληλη ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, ένα πεδίο στο οποίο οι Γερμανοί κατασκευαστές θα επιταχύνουν στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας.

Οι Γερμανοί θέλουν ήδη να επενδύσουν 40 δισ. ευρώ στα ηλεκτρικά και τα υβριδικά οχήματα μέχρι το 2020 τριπλασιάζοντας την προσφορά των μοντέλων αυτών σε σχέση με σήμερα, δήλωσε ο Ματίας Βίσμαν, πρόεδρος της ισχυρής γερμανικής ομοσπονδίας αυτοκινήτου VDA.

Το λόμπι του αυτοκινήτου ελπίζει από την πλευρά του σε μια βοήθεια από το Βερολίνο για να αναπτύξει τις υποδομές που είναι απαραίτητες για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.

«Ο διάλογος ανάμεσα στους πολιτικούς αξιωματούχους και την οικονομία είναι σημαντικότερος παρά ποτέ», υπογράμμισε ο Βίσμαν.