Την επιτάχυνση των επιχειρήσεων για τη βοήθεια των προσφύγων Ροχίνγκια ζήτησε από τις ανθρωπιστικές οργανώσεις ο ΟΗΕ, ο οποίος -όπως ανακοίνωσε σήμερα ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος του- το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών τους έχει αυξηθεί σημαντικά. Περίπου 400.000 άνθρωποι έχουν αναγκαστεί από τις 25 Αυγούστου να εγκαταλείψουν τη Μιανμάρ, για να γλιτώσουν από τη βία, και έχουν καταφύγει στο Μπανγκλαντές

«Θα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, από την αποστολή τροφίμων ως την εξασφάλιση στέγης», δήλωσε στο Reuters ο Τζορτζ Γουίλιαμ Οκότ-Όμπο, ο βοηθός του Ύπατου Αρμοστή της υπηρεσίας του Οργανισμού για τους πρόσφυγες, στη διάρκεια επίσκεψής του σε προσφυγικό καταυλισμό στο Μπανγκλαντές.

Την ίδια ώρα, η ηγέτης της Μιανμάρ, Αούνγκ Σαν Σου Κι, έγινε γνωστό ότι δεν θα παραστεί στη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, αργότερα μέσα στον μήνα, ανακοίνωσε σήμερα ο εκπρόσωπός της. Την ίδια ώρα, η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης πολιτικός δέχεται δριμεία κριτική, επειδή δεν έχει υψώσει τη φωνή της υπέρ των υπό διωγμό μουσουλμάνων Ροχίνγκια.

Εκπρόσωπός της ανακοίνωσε την απόφασή της αυτή χωρίς να την αιτιολογήσει και πρόσθεσε ότι στη θέση της θα μεταβεί ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Χένρι Βαν Θίο, σημειώνει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Σήμερα, άλλωστε, αναμένεται να συγκλιθεί κεκλεισμένων των θυρών το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, προκειμένου να συζητήσει για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.

Οι Ροχίνγκια, οι οποίοι είναι απάτριδες, αντιμετωπίζονται από τις Αρχές της Μιανμάρ σαν παράτυποι μετανάστες από το Μπανγκλαντές, παρότι ζουν στη Μιανμάρ επί αιώνες. Οι κοινότητές τους είναι περιθωριοποιημένες και δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση, την υγεία και την αγορά εργασίας. Εδώ και δεκαετίες βρίσκονται σε διαμάχη με τους βουδιστές, που αποτελούν την πλειοψηφία στη Μιανμάρ. Όμως, ούτε στο κυρίως μουσουλμανικό Μπανγκλαντές δεν είναι ευπρόσδεκτοι…