Στη συνάντηση μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, της Ρωσίδας δικηγόρου Ναταλίας Βεσελνίτσκαγια, πέραν του γαμπρού του Τραμπ και συμβούλου του στον Λευκό Οίκο, Τζάρεντ Κούσνερ, αλλά και του υπεύθυνου της προεκλογικής του εκστρατείας, Πολ Μάναφορτ, συμμετείχαν σε σύνολο τουλάχιστον οκτώ άτομα, σύμφωνα με το CNN.

Η αποκάλυψη για την συμμετοχή κι άλλων στην συνάντηση αυτή, που μονοπωλεί το ενδιαφέρον των αμερικανικών και διεθνών ΜΜΕ, γίνεται επίκαιρη καθώς το αμερικανικό πρακτορείο ειδήσεων (The Associated Press) δημοσιοποίησε πρώτο την Παρασκευή, ότι ένας Ρώσο-Αμερικανός λομπίστας, ο Ρινάτ Ακμετσίν, δήλωσε ότι κι ο ίδιος συμμετείχε στην συνάντηση όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Η συνάντηση αυτή, έγινε τον Ιούνιο του 2016 στον Πύργο Τραμπ στη Νέα Υόρκη.

Οι πληροφορίες που έχουν δημοσιοποιηθεί γνωστοποιούν ότι στην συνάντηση συμμετείχαν: ο Τραμπ Τζούνιορ, ο Κούσνερ, ο Μάναφορτ, η Βεσελνίτσκαγια, ο Ακμετσίν, αλλά κι ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων, Ρομπ Γκολντστόουν, που βοήθησε στην πραγματοποίηση της συνάντησης. Μία πηγή που έχει γνώση των καταστάσεων για τον Ιούνιο του 2016, ανέφερε στο CNN ότι στην συνάντηση αυτή, συμμετείχαν τουλάχιστον άλλα δύο άτομα. Πρόκειται για τον μεταφραστή, αλλά κι έναν εκπρόσωπο μιας ρωσικής οικογένειας που ζήτησε από τον Γκολντστόουν να οργανώσει την συνάντηση. Η ίδια πηγή, δεν γνωστοποίησε τα ονόματα.

Ο Ακμετσίν είναι ένας εγγεγραμμένος λομπίστας για τον οργανισμό της Βεσελνίτσκαγια που έχει επιφορτιστεί με την καλλιέργεια κατάλληλου θετικού πολιτικού κλίματος στην Ουάσινγκτον για την άρση των αμερικανικών περιορισμών (Magnitsky sanctions) που εφαρμόζονται κατά της Ρωσίας. Το πλαίσιο αυτό των κυρώσεων επιτρέπει στις ΗΠΑ να μην προχωρούν στην έκδοση βίζας, αλλά και να «παγώνουν» τα περιουσιακά στοιχεία των Ρώσων πολιτών για τους οποίους εκτιμάται ότι εμπλέκονται σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η Βεσελνίτσκαγια έχει ιδρύσει μία ομάδα που υποστηρίζει την άρση της απαγόρευσης της Μόσχας στην υιοθεσία παιδιών που κατάγονται από την Ρωσία, από Αμερικανούς πολίτες. Η ίδρυση της ομάδας αυτής, έγινε στον αντίποδα των κυρώσεων Magnitsky, ενώ Βεσελνίτσκαγια έχει αναπτύξει δράση για την αναστολή εφαρμογής τους.

Στις αρχές του χρόνου, ο Γερουσιαστής Τσαρλς Γκράσλεϊ είχε γράψει μία επιστολή προς τον Τζον Κέλι, υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, περιγράφοντας τον Ακμετσίν ως «έναν Ρώσο μετανάστη στις ΗΠΑ, που έχει κατηγορηθεί ότι δρα ως ανεπίσημος πράκτορας για τα ρωσικά συμφέροντα, αλλά και διατηρεί σχέσεις με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες». Ο Γκράσλεϊ ζητούσε «όλες τις πληροφορίες» από το διαθέσιμο αρχείο για τον Ακμετσίν.

Ο Ντάνα Ροχραμπάτσερ, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων που ασκούσε τις ίδιες πολιτικές πιέσεις μαζί με τον Ακμετσίν είχε δηλώσει στο CNN στις αρχές του χρόνου, ότι ο λομπίστας (Ακμετσίν ) είναι κάποιος με «ανώτερα κριτήρια» που «συναναστρέφεται με τους ανθρώπους που έχουν την κατάλληλη ατζέντα» και «διαθέτει διασυνδέσεις με διαφορετικές ομάδες στην Ρωσία». Όταν ρωτήθηκε για το αν νόμιζε πως ο Ακμετσίν είχε διασυνδέσεις με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, ο Ροχραμπάτσερ είχε πει: Δεν θα μπορούσα να αποκλείσω κάτι τέτοιο».

Την Παρασκευή, ο Ακμετσίν αρνήθηκε στην εφημερίδα «The Washington Post» ότι ο ίδιος ήταν ποτέ μυστικός πράκτορας της Ρωσίας, ενώ παραδέχτηκε ότι υπηρέτησε για δύο χρόνια στον σοβιετικό στρατό, σε μία υπηρεσία η οποία, διαχειρίζονταν ζητήματα αντικατασκοπείας. «Δεν έχω δουλέψει ποτέ για την ρωσική κυβέρνηση ή για οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες της. Δεν ήμουν ποτέ πράκτορας. Ποτέ», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ίδιος στην εφημερίδα.