Οι αλλαγές που θα επιφέρει από την Δευτέρα η «πύρρειος» νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του «ναι» στο τουρκικό δημοψήφισμα, αναμένονται σαρωτικές. Η ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου θα είναι θεαματικές παρόλο που όπως βγήκε από επίσημα χείλη «τα ποσοστά δεν ήταν ικανοποιητικά». Οι εξελίξεις θα έχουν άμεση ισχύ και στο εσωτερικό της χώρας αλλά άκουσε από τους πολίτες στην Τουρκία ένα «ναι μεν, αλλά».

Διευρύνονται οι εξουσίες του προέδρου

Βάσει της συνταγματικής μεταρρύθμισης, ο πρόεδρος Ερντογάν θα συγκεντρώνει τις περισσότερες εκτελεστικές εξουσίες, ορίζοντας ο ίδιος τους υπουργούς της κυβέρνησης, καθώς και έναν ή δύο αντιπροέδρους.

Καταργείται  θώκος του πρωθυπουργού, ενώ βάσει των προβλέψεων του νομοσχεδίου, ο πρόεδρος θα μπορεί να επεμβαίνει άμεσα στον δικαστικό τομέα.

Ο πρόεδρος της Τουρκίας θα μπορεί να επιλέγει άμεσα ή έμμεσα έξι μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων (HSYK), το οποίο είναι αρμόδιο για να διορίζει και να αποπέμπει τους δικαστικούς λειτουργούς. Το κοινοβούλιο θα επιλέγει τα υπόλοιπα επτά μέλη.

Τα στρατοδικεία, που έχουν στο παρελθόν καταδικάσει σε θάνατο πολλούς αξιωματούχους μεταξύ αυτών και ο πρώην πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές μετά το πραξικόπημα του 1960, θα απαγορευθούν πλην εξαιρέσεων.

Κοινοβούλιο

Ο αριθμός των βουλευτών θα αυξηθεί από 550 σε 600, ενώ το όριο ηλικίας του εκλέγεσθαι θα μειωθεί από τα 25 έτη που είναι τώρα στα 18.

Οι προεδρικές και οι βουλευτικές εκλογές θα διεξάγονται ταυτόχρονα κάθε πέντε χρόνια, έναντι τεσσάρων που ισχύει τώρα.

Το κοινοβούλιο θα εξακολουθήσει να μπορεί να καταρτίζει, να τροποποιεί και να καταργεί νόμους. Επίσης θα ελέγχει τις ενέργειες του προέδρου, όμως αυτός θα μπορεί να εκδίδει προεδρικά διατάγματα για τους τομείς που αφορούν τις διευρυμένες εκτελεστικές του εξουσίες.

Αντίθετα, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι ο πρόεδρος δεν θα μπορεί να εκδίδει διατάγματα για θέματα τα οποία ρυθμίζονται ξεκάθαρα από τους νόμους.

Αν ο πρόεδρος κατηγορηθεί ή θεωρηθεί ύποπτος ότι διέπραξε κάποιο αδίκημα, το κοινοβούλιο θα μπορεί να ζητεί να διενεργηθεί έρευνα, όμως η απόφαση θα πρέπει να ληφθεί με διευρυμένη πλειοψηφία τριών πέμπτων.

Κατάσταση έκτακτης ανάγκης

Σύμφωνα με τη συνταγματική μεταρρύθμιση, η χώρα θα κηρύσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μόνο σε περίπτωση «εξέγερσης ενάντια στην πατρίδα» ή όταν σημειώνονται «βίαιες ενέργειες που απειλούν το έθνος με διχασμό».

Ο πρόεδρος θα αποφασίζει αν θα κηρύξει ή όχι κατάσταση έκτακτης ανάγκης προτού θέσει σχετικό ερώτημα στο κοινοβούλιο. Στη συνέχεια το κοινοβούλιο θα μπορεί να την παρατείνει, να την αναστέλλει ή να περιορίζει τη διάρκειά της.

Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης αρχικά θα μπορεί να τίθεται σε ισχύ για έξι μήνες, και στη συνέχεια θα μπορεί να παρατείνεται για ανώτατη περίοδο 4 μηνών κάθε φορά.

Πρόεδρος ως το 2029;

Το προσχέδιο της συνταγματικής μεταρρύθμισης ορίζει την 3η Νοεμβρίου 2019 ως ημερομηνία των επόμενων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών.

Ο πρόεδρος εκλέγεται για μια πενταετή θητεία και για δύο φορές το ανώτατο. Πλέον δεν θα είναι υποχρεωμένος να παύει τις σχέσεις του με το κόμμα του.

Ο Ερντογάν, 63 ετών, εκλέχθηκε πρόεδρος τον Αύγουστο του 2014 αφού διετέλεσε πρωθυπουργός της Τουρκίας επί 12 χρόνια.

Η τρέχουσα θητεία του ως πρόεδρος δεν θα προσμετράται όταν αλλάξει το σύστημα. Οπότε, ο Ερντογάν, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2003, μπορεί θεωρητικά να παραμείνει στην προεδρία ως το 2029.

Οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση

Μετά την επικράτηση του «ναι», οι επικριτές του Ερντογάν στην Ευρώπη είναι βέβαιο ότι θα υποστηρίξουν πως η Τουρκία δεν ικανοποιεί τα απαιτούμενα κριτήρια ένταξης ως προς τη δημοκρατική σταθερότητα, βάζοντας «ταφόπλακα» στην ενταξιακή πορεία της χώρας στην ΕΕ.

Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις χώρες της Ευρώπης είναι άλλωστε ήδη τεταμένες, με τον Τούρκο πρόεδρο να επιτίθεται στη Γερμανία και την Ολλανδία, κάνοντας λόγο για «ναζιστικές» πρακτικές, επειδή απαγόρευσαν συγκεντρώσεις υπέρ του «ναι» στο έδαφός τους.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν εξάλλου ότι, παρά τη νίκη του, ο Τούρκος πρόεδρος είναι πιθανό να προκαλέσει πρόωρες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, που κανονικά είναι προγραμματισμένες για το 2019, οι οποίες ενδέχεται να χαρακτηριστούν από μία ιδιαίτερα σκληρή και βίαια προεκλογική εκστρατεία.