Η δίαιτα είναι απαραίτητη για την απώλεια βάρους, όµως δεν είναι πάντα αρκετή. Τι άλλο µπορεί να αναχαιτίζει την… επίθεσή µας στα περιττά κιλά;

H µεγαλύτερή µας µάχη µε τα περιττά κιλά δίνεται την άνοιξη. Η ενασχόληση µε το σώµα µας έρχεται στο προσκήνιο ενόψει του καλοκαιριού και η καλλίγραµµη σιλουέτα γίνεται στόχος που προσπαθούµε να κατακτήσουµε µε κάθε µέσο. H αισθητική όµως δεν είναι ο µόνος λόγος που επιβάλλει την απώλεια βάρους. Σύµφωνα µε προβλέψεις του Παγκόσµιου Οργανισµού Υγείας, µέχρι το 2015 περίπου 2,3 δισ. ενήλικες θα είναι υπέρβαροι και περισσότεροι από 700 εκατ. παχύσαρκοι.

Τα στοιχεία αυτά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά δεδοµένου ότι το αυξηµένο βάρος και η παχυσαρκία έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία και αποτελούν µείζονα παράγοντα κινδύνου για χρόνιες ασθένειες, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις οδηγούν ακόµα και στο θάνατο. Η παχυσαρκία οφείλεται κατά κύριο λόγο στην κατανάλωση µεγάλων ποσοτήτων φαγητού και η δίαιτα είναι απαραίτητη για την απώλεια βάρους. Κάποιες φορές όµως παθολογικοί, συµπεριφοριστικοί και άλλοι παράγοντες «παρεµβάλλονται» στην προσπάθεια και «κλειδώνουν» τα παραπανίσια κιλά στο σώµα.

Ενδοκρινολογικές διαταραχές

Ορισµένες ενδοκρινολογικές διαταραχές έχουν επιπτώσεις στη δυνατότητα απώλειας βάρους.
Ο βαθµός στον οποίο την επηρεάζουν εξαρτάται τόσο από τη βαρύτητα της διαταραχής όσο και από τις ιδιαιτερότητες του κάθε οργανισµού.

Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών: Χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυστών στο κάτω µέρος των ωοθηκών και προκαλεί διαταραχή της εµµήνου ρύσης, ακµή, αύξηση βάρους και δυσκολία στην απώλεια βάρους. Για την αντιµετώπισή του είναι απαραίτητη η υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών, η σταδιακή απώλεια βάρους και σε κάποιες περιπτώσεις, η λήψη φαρµακευτικής αγωγής (συνήθως αντισυλληπτικά). Ωστόσο, ακόµα και τότε, η ικανότητα απώλειας βάρους δεν επανέρχεται πλήρως στο φυσιολογικό.

Υπερινσουλιναιµία: Τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης στο αίµα διευκολύνουν την εναπόθεση λίπους, ενώ αναστέλλουν µερικώς την κινητοποίηση αποθηκευµένου λίπους για την παραγωγή ενέργειας. Ωστόσο λαµβάνοντας την κατάλληλη θεραπεία ρυθµίζονται τα επίπεδα της γλυκόζης, άρα και της ινσουλίνης, µε αποτέλεσµα να αποκαθίσταται και η ικανότητα απώλειας βάρους.

Υπερανδρογοναιμία: Ορίζεται από υψηλές τιµές ανδρογόνων και κυρίως τεστοστερόνης στο αίµα. Εκτός από τη δυσκολία στην απώλεια βάρους, το συχνότερο σύµπτωµα είναι η αυξηµένη τριχοφυΐα σε πρόσωπο, θώρακα, κοιλιά και µηρούς. Σε αυτή την περίπτωση φαίνεται πρακτικά ότι, ακόµη και όταν χορηγηθεί φαρµακευτική αγωγή, δεν υπάρχει άµεσα ρύθµιση των ορµονών, κατά συνέπεια δεν αποκαθίστανται άµεσα και οι φυσιολογικοί ρυθµοί απώλειας βάρους.

Υποθυρεοειδισμός: Η μειωµένη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα (και κατ’ επέκταση τα µειωµένα επίπεδα των θυρεοειδικών ορµονών) έχει άµεση αρνητική επίπτωση στο βασικό µεταβολισµό και στις καύσεις του οργανισµού. Με την έναρξη της θεραπείας και τη ρύθµιση των θυρεοειδικών ορµονών ο µεταβολισµός επανέρχεται στο φυσιολογικό του ρυθµό.

Άγχος
Συχνά η αδυναµία διαχείρισης του άγχους και η ψυχολογική πίεση οδηγούν το άτοµο σε βουλιµικά επεισόδια. Αυτά όµως αποτελούν βασικό φραγµό στη µακροπρόθεσµη υιοθέτηση ενός υποθερµιδικού προγράµµατος διατροφής µε σκοπό τη µείωση του βάρους.

Άτακτη διατροφή

Έχει παρατηρηθεί ότι πολλά άτοµα που ακολουθούν ένα υποθερµιδικό πρόγραµµα διατροφής αδυνατούν να το τηρήσουν στα κοινωνικά γεύµατα. Η κοινωνικότητα αλλά και η διασκέδαση, στις περιπτώσεις αυτές, είναι άµεσα συνυφασµένες µε την υπερκατανάλωση τροφής, γεγονός που, αν συµβαίνει δύο φορές την εβδοµάδα, µπορεί να είναι αρκετό για να αναστείλει την εµφάνιση του αποτελέσµατος της υπόλοιπης προσπάθειας. ∆υσκολία απώλειας βάρους παρατηρείται και στα άτοµα που ταξιδεύουν συχνά, κυρίως για επαγγελµατικούς σκοπούς. Το γεγονός αυτό συνήθως οφείλεται στην άτακτη διατροφή αλλά και την κατανάλωση έτοιµων γευµάτων πλούσιων σε λιπαρά και θερµίδες.

Φάρµακα
• Η λήψη κορτιζόνης προκαλεί την κατακράτηση υγρών αλλά και τη µείωση του βασικού µεταβολισµού. Αποτέλεσµα αυτών είναι η δηµιουργία παχυσαρκίας κεντρικού τύπου (στην περιοχή της κοιλιάς).
• Η λήψη αντιβίωσης, παρότι δεν έχει άµεση επίπτωση στο µεταβολισµό και στη µείωση του βάρους, επειδή διαταράσσει τη µικροβιακή χλωρίδα του εντέρου µπορεί να ευθύνεται για τη µειωµένη κινητικότητά του και τελικά τη δυσκοιλιότητα. Έµµεσα λοιπόν µπορεί να παρέµβει και αυτή στο ρυθµό απώλειας βάρους.

Δυσκοιλιότητα
Εµφανίζεται συχνά µε την έναρξη ενός χαµηλού σε θερµίδες σχήµατος διατροφής και οφείλεται στο µειωµένο όγκο της προσλαµβανόµενης τροφής και στη µειωµένη πρόσληψη λίπους. Επειδή σε αυτή την περίπτωση υπάρχει µεγαλύτερος όγκος κοπράνων στο έντερο, αν και υπάρχει απώλεια λίπους, δεν φαίνεται στη ζυγαριά, αφού αντικαθίσταται από το βάρος των κοπράνων. Αυτό έχει αποτέλεσµα την αποδυνάµωση της θέλησης του ατόµου να παραµείνει κοντά στους στόχους του και την εκτροπή από τις σωστές διατροφικές επιλογές.

Καταθλιπτικές εκδηλώσεις
Βασικό χαρακτηριστικό των ατόµων µε κατάθλιψη είναι τα βουλιµικά επεισόδια. Όταν µάλιστα η κατάσταση αντιµετωπίζεται µε τη χρήση αντικαταθλιπτικής φαρµακευτικής αγωγής, τότε υπάρχει και µείωση τόσο της δραστηριότητας του ατόµου όσο και του µεταβολισµού.

Μειωµένη φυσική δραστηριότητα

Τα άτοµα µε µειωµένη φυσική δραστηριότητα, λόγω του ότι καταναλώνουν µικρή ποσότητα ενέργειας, χρειάζονται αντίστοιχα και µικρή ποσότητα ενέργειας προκειµένου να διατηρήσουν το βάρος τους. Αυτό όµως έχει αποτέλεσµα τόσο την εύκολη πρόσληψη βάρους (αφού είναι πολύ πιθανό το άτοµο να προσλαµβάνει περισσότερες θερµίδες από αυτές που χρειάζεται) όσο και τη δυσκολία στην απώλεια βάρους.

Το τελευταίο συµβαίνει επειδή δεν υπάρχουν σηµαντικά περιθώρια για τη µείωση των θερµίδων που καταναλώνονται σε ηµερήσια βάση (δεδοµένου ότι ένα ασφαλές υποθερµιδικό διαιτολόγιο δεν πρέπει να πέφτει κάτω από 1.000 θερµίδες ηµερησίως).

Επαναληπτική αυξοµείωση βάρους

Η συχνή αυξοµείωση του βάρους ευθύνεται για τη σηµαντική απώλεια µυϊκού ιστού, αφού η ποσότητα που χάνεται µαζί µε τα κιλά δεν επανέρχεται µε την επαναπρόσληψή τους. ∆εδοµένου ότι όσο περισσότερη µυϊκή µάζα έχουµε τόσο πιο αυξηµένος είναι ο µεταβολισµός µας, η κατάσταση αυτή προκαλεί τη µείωση του τελευταίου. Έτσι σταδιακά γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ελαττώσουµε και να ελέγξουµε το βάρος µας.

Εξαντλητικές δίαιτες
Όταν ο οργανισµός στερείται απότοµα την τροφή, µαθαίνει να αποταµιεύει «καύσιµα» (γλυκόζη) για να µπορεί να αντεπεξέλθει στις ζωτικές του λειτουργίες. Με τις εξαντλητικές δίαιτες το βάρος χάνεται, αλλά όταν αρχίσει να προσλαµβάνεται πάλι τροφή ο οργανισµός συνεχίζει να αποθηκεύει γλυκόζη µε αποτέλεσµα να επανέρχονται τα κιλά που χάθηκαν, και ακόµη περισσότερα.

Info
Κάποιοι γενετικοί παράγοντες οι οποίοι εµπλέκονται µε την έκκριση ορµονών (γκρελίνης και λεπτίνης) που σχετίζονται µε την όρεξη και τη διάθεση για φαγητό παίζουν επίσης ρόλο στη δυνατότητα απώλειας βάρους.

Πηγή: myworld.gr