Είναι γεγονός ότι η πολεμική ιστορία βρίθει από στρατιωτικές ελίτ που έγραψαν ένδοξες στιγμές και χρυσές σελίδες στην επικράτεια των εχθροπραξιών.

Από την αρχαιότητα λοιπόν μέχρι και τα νεότερα χρόνια που χαρακτηρίστηκαν ως Μεσαίωνας, εμφανίστηκαν στρατοί τρομεροί που έμοιαζαν με την πειθαρχία και την ανωτερότητά τους ως μαζικές ειδικές δυνάμεις, την ίδια ώρα που μεμονωμένα σώματα μάχης κατάφεραν να ξεχωρίσουν και να γίνουν φόβητρο απαράμιλλο για κάθε εχθρό που είχε την τραγική ατυχία να τα αντιμετωπίσει στο πεδίο της σύγκρουσης.

Είτε μιλάμε για πόλεις-κράτη με σιδηρά στρατιωτική οργάνωση, όπως η περίφημη αρχαία Σπάρτη, είτε για επίλεκτα σώματα στρατών, το δόγμα ότι ο πόλεμος είναι μια τέχνη που κατακτιέται με την εκπαίδευση ποτέ δεν βρήκε καλύτερη ενσάρκωση στα πρώιμα αυτά χρόνια των ανθρώπινων συρράξεων.

Εδώ θα μιλήσουμε τόσο για περίφημα στρατεύματα που ο κόσμος δεν είχε ματαδεί και κανείς δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει, όσο και για μεμονωμένα εκλεκτά τάγματα που έκαναν πάντα τη μεγάλη διαφορά σε όρους φονικής αποτελεσματικότητας.

Αναγκαστικά θα μείνουν έξω πολλές και σπουδαίες μονάδες, καθώς μιλάμε για παγκόσμια ιστορία που είναι γεμάτη από τέτοια πολεμικά υπερόπλα, αν και τις παρακάτω δεν μπορείς να τις προσπεράσεις, καθώς έμειναν ορόσημα ανδρείας και θανάσιμης ικανότητας…

Η Σπαρτιατική Φάλαγγα

Ήταν η πόλη του Λυκούργου, ειδικά μετά τους Μεσσηνιακούς Πολέμους, που καθόρισε τον τρόπο «επιστημονικής» διεξαγωγής του πολέμου, αναγορεύοντας τη μάχη σε υπέρτατη πολεμική τέχνη. Η Σπάρτη δημιούργησε τον πρώτο τακτικό στρατό του αρχαίου κόσμου, έναν στρατό επαγγελματικό μεν, αλλά χωρίς μισθό, στον οποίο ο πολίτης ήταν διά βίου (μέχρι το 65ο έτος της ηλικίας του) και για όλο το διάστημα της ημέρας οπλίτης. Η αξιοθαύμαστη δομή του σπαρτιατικού στρατού, ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ., είχε ως κύριο σώμα μάχης τη λακωνική φάλαγγα, ενώ ο βασικός πυρήνας του αποτελούνταν από άντρες που ήταν στενά δεμένοι μεταξύ τους με όρκο.

Οι οπλίτες της λακωνικής φάλαγγας φορούσαν ερυθρά χλαίνη -για να μην είναι άμεσα ορατό το αίμα τους κατά τον τραυματισμό-, κρατούσαν χάλκινη ασπίδα μεγάλου μεγέθους (με σήμα ένα τεράστιο κεφαλαίο «Λ») και πολεμούσαν με δόρυ 3-4 μέτρων. Για τις μάχες σώμα με σώμα (εκ του συστάδην) χρησιμοποιούσαν τα ειδικής κατασκευής λακωνικά ξίφη τους. Η μακρά πολεμική παράδοση των Λακεδαιμονίων δεν συγχωρούσε εκείνους που έδειχναν δειλία προ του εχθρού: ονομάζονταν χλευαστικά «τρέσαντες» (τρέμοντες) και τόσο οι ίδιοι οι «ριψασπίδες» όσο και οι οικογένειές τους δεν είχαν πλέον καμία υπόληψη στην πόλη.

Η πολεμική αρχή των Σπαρτιατών, το «νικάν ή απόλλυσθαι» (να νικούν ή να σκοτωθούν) είναι που έκανε τον στρατό τους πανίσχυρο, αφού στην αρχαία Σπάρτη δεν ήταν αξιοσημείωτο το να είναι αλλά το να μην είναι κανείς γενναίος. Βέβαια, παρά το αξιόμαχο του συνόλου του σπαρτιατικού στρατεύματος, υπήρχε ωστόσο ένα επίλεκτο τμήμα 300 ανδρών, οι περίφημοι «Ιππείς», το οποίο συγκροτούσαν οι καλύτεροι σπαρτιάτες «Όμοιοι» πολεμιστές, δηλαδή οι καλύτεροι των καλυτέρων! Αυτοί είχαν την τιμή να πολεμούν στην πρώτη γραμμή, δίπλα στον βασιλιά τους. Οι «Ιππείς» δεν είχαν καμιά διαφορά στον τρόπο μάχης από τον υπόλοιπο στρατό των Λακεδαιμονίων, καθώς σχημάτιζαν κι αυτοί φάλαγγες. Αν και ονομάζονταν «Ιππείς», ήταν στην πραγματικότητα πεζοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δράσης των «Ιππέων» ήταν η μάχη των Θερμοπυλών, όπου ο Λεωνίδας ηγούνταν αυτού ακριβώς του τμήματος…

Ο Ιερός Λόχος Θηβών

Ο Ιερός Λόχος των Θηβών ήταν μια από τις κορυφαίες πολεμικές μονάδες που έδρασαν ποτέ στην αρχαία Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 379 π.Χ. από τον Γοργίδα, σε μια εποχή που η Θήβα είχε αποτινάξει τον σπαρτιατικό ζυγό. Ο λόχος απαρτιζόταν από 300 άνδρες, από τους πλέον εξέχοντες νέους της πόλης στις αθλοπαιδιές και ειδικά στην πάλη. Είχαν όλοι τους αριστοκρατική καταγωγή και ήταν προσεκτικά διαλεγμένοι σε ζευγάρια επιστήθιων φίλων, για να κρατούν τις γραμμές του λόχου αδιάσπαστες. Η εντατική εκπαίδευση και οι συχνές μάχες τους, με δημόσια δαπάνη, έκαναν τον λόχο φόβητρο ξακουστό.

Οι μεγαλύτερες στιγμές του λόχου σημειώθηκαν υπό τις διαταγές του Πελοπίδα, καθώς παρέμεινε αήττητος για 35 ολόκληρα χρόνια σφοδρών συγκρούσεων, ενώ καταστράφηκε ολοκληρωτικά στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.) από το Μακεδονικό Ιππικό του Φιλίππου, το οποίο διοικούσε πλέον ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος. Αν πιστέψουμε τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος των Θηβών ιδρύθηκε από τον Γοργίδα, αν και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μαρτυρεί ωστόσο την ύπαρξη του Ιερού Λόχου ήδη από το 424 π.Χ., κατά τη μάχη του Δηλίου…

Το Αθηναϊκό Ναυτικό

Μέχρι το 490 π.Χ., η μετέπειτα θαλασσοκράτειρα Αθήνα διέθετε μεν στόλο, την ανταγωνίζονταν ωστόσο στη θάλασσα στα ίσα τόσο οι Μεγαρείς όσο και οι Κορίνθιοι. Τη χρησιμότητα ισχυρού στόλου την αντιλήφθηκε πρώτος ο Θεμιστοκλής, ο οποίος και έπεισε τους Αθηναίους να αναλάβουν τις σχετικές δαπάνες. Για την επάνδρωση των πλοίων πολλοί οπλίτες αναγκάστηκαν να μετατραπούν σε ναύτες, κατηγορώντας τον Θεμιστοκλή ότι μετέτρεψε τους αριστοκράτες από ευγενείς πολεμιστές σε κωπηλάτες.

Το 480 π.Χ. ωστόσο, κατά την εισβολή των Περσών, η Αθήνα μπορούσε να αντιπαρατάξει 200 ετοιμοπόλεμες τριήρεις και να νικήσει τους Πέρσες κατά κράτος στη θάλασσα. Μετά την ήττα των Περσών, η Αθήνα είχε ήδη μετατραπεί σε σημαντική ναυτική δύναμη, ενώ με τους φόρους επί των συμμάχων της κατάφερε να αυξήσει κι άλλο τον στόλο της σε 400 τριήρεις. Η αθηναϊκή θαλασσοκρατορία ήταν πλέον αδιαμφισβήτητη και το ναυτικό της ήταν το επίλεκτο σώμα του στρατιωτικού δυναμικού της! Από τότε ως και τον θάνατο του Αλέξανδρου (323 π.Χ.), η Αθήνα αποτελούσε τη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Ελλάδας…

Η Μακεδονική Φάλαγγα



Την ώρα που το ιππικό που συντρόφευε τον μέγα στρατηλάτη Αλέξανδρο ήταν το επίλεκτο σώμα του στρατού του, η τιμή οφείλει να πάει στον τρόπο παράταξης της μακεδονικής φάλαγγας, που μεταμορφώθηκε έτσι σε ένα από τα πλέον αξιόμαχα στρατεύματα του αρχαίου κόσμου! Ο χαρακτηριστικός τρόπος παράταξης μάχης, αρχικά των Μακεδόνων και στη συνέχεια όλων των κρατών των επιγόνων του Αλεξάνδρου, ήταν και ο πρώτος σχηματισμός βαρέως πεζικού στη Μακεδονία, παραμένοντας ο πιο αποτελεσματικός στρατιωτικά σχηματισμός της αρχαιότητας. Η μακεδονική φάλαγγα, στην πλήρη ανάπτυξή της, αποδίδεται στον Μέγα Αλέξανδρο, η μεταρρύθμιση πάντως της οπλιτικής φάλαγγας στην περίφημη μακεδονική συντελέστηκε από τον Φίλιππο Β’.

Η φάλαγγα αποτελούταν από ελεύθερους επαγγελματίες της Μακεδονίας, από μικροϊδιοκτήτες αγρότες και αστούς των πόλεων, ενώ η προέλευση κάθε τάξης στη φάλαγγα από συγκεκριμένη περιοχή συνέβαλε στο να σφυρηλατείται το ομαδικό πνεύμα και να εξασφαλίζεται έτσι η καλύτερη απόδοση του σώματος. Υπό τη διοίκηση λοιπόν του Φιλίππου Β’ και μετέπειτα του γιου του Αλεξάνδρου, η Μακεδονική Φάλαγγα έγινε πανίσχυρος σχηματισμός, με ακρογωνιαίο λίθο της πολεμικής της τακτικής την περίφημη σάρισα: η τρομερή εμπρόσθια δύναμη κρούσης της φάλαγγας, με τις σάρισες των τριών πρώτων σειρών να εκτείνονται τουλάχιστον πέντε μέτρα μπροστά από το μέτωπό της, της έδινε μια ακαταμάχητη ορμή που ήταν πρακτικά αδύνατο να σταματηθεί κατά μέτωπο. Το μακεδονικό υπερόπλο έδωσε στον Αλέξανδρο την υπεροχή στην εκστρατεία του στα πέρατα της οικουμένης…

Οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα

Η ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Φθίας (η σημερινή ανατολική Φθιώτιδα) φιλοξενούσε, σύμφωνα με τον Όμηρο, τον περίφημο πολεμικό λαό των Μυρμιδόνων και αποτελούσε πατρίδα του Αχιλλέα, γιου του Πηλέα και της Θέτιδας. Ο ημίθεος Αχιλλέας και οι Μυρμιδόνες του πήραν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με 50 πλοία και διέπρεψαν με τα στρατιωτικά ανδραγαθήματά τους και τον απαράμιλλο ηρωισμό τους στη μάχη. Ένας στρατός που λειτούργησε άψογα ως επίλεκτο σώμα δηλαδή, καθώς οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα ήταν υπόδειγμα πολεμιστή στην αρχαία Ελλάδα αλλά και άνθρωποι υπερήφανοι που η λέξη «ήττα» δεν περιλαμβανόταν στο λεξιλόγιό τους.

Οι ηρωικοί τους άθλοι προκάλεσαν τον θαυμασμό θεών και ανθρώπων, στέλνοντας μυριάδες στον άλλο κόσμο: στα πρώτα χρόνια του Τρωικού Πολέμου, ο Αχιλλέας λεηλάτησε με τους Μυρμιδόνες του 11 πολιτείες γύρω από την Τροία και 12 σε γειτονικά νησιά, παραδίδοντας μάλιστα όλα τα λάφυρα στον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα. Αν πιστέψουμε το ομηρικό έπος, κανείς από τους Αχαιούς δεν προκάλεσε μεγαλύτερες απώλειες αλλά και τρόμο ανείπωτο στους Τρώες από τον Αχιλλέα και το επίλεκτο στράτευμά του…

Οι Αθάνατοι της Περσικής Αυτοκρατορίας

Περιγράφοντας τον πανίσχυρο στρατό των Περσών, ο ιστορικός Ηρόδοτος έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα σε ένα ελίτ τάγμα που ονόμασε «Αθάνατοι» και αποτελούταν από 10.000 στρατιώτες. Κι ενώ ο περσικός στρατός ήταν ένα συνονθύλευμα εθνών και φυλών, οι Αθάνατοι κατάγονταν όλοι από τις κεντρικές επαρχίες της χώρας. Ντυμένοι με πολύχρωμα ενδύματα, που έκρυβαν τη θωράκισή τους, οι Αθάνατοι ήταν εφοδιασμένοι με τόξα και ξίφη, ενώ τέτοια ήταν η φήμη και τα προνόμια που απολάμβαναν ώστε να εκστρατεύουν με ομάδα από μάγειρες και παλλακίδες. Χιλιάδες χρόνια αργότερα, ο σάχης του Ιράν, σε μια προσπάθεια να αναβιώσει το ένδοξο παρελθόν, ονόμασε τη δική του ελίτ στρατιωτική μονάδα «Javidan» («Αθάνατοι»)…

Η Ρωμαϊκή Πραιτωριανή Φρουρά



Την ώρα που η πανίσχυρη ρωμαϊκή λεγεώνα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επίλεκτο σώμα της εποχής, ακολουθώντας το παράδειγμα της σπαρτιατικής και μακεδονικής φάλαγγας, εδώ θα μιλήσουμε μόνο για την Πραιτωριανή Φρουρά, καθώς δεν είναι και πολύ συχνό το φαινόμενο ένα ελίτ τάγμα να γίνεται παντοδύναμο, να ξεκόβεται από τη στρατιωτική πεπατημένη και να αναλαμβάνει ρόλους πολύ μεγαλύτερους από αυτούς για τους οποίους φτιάχνεται. Ορόσημο στέκει εδώ η αυτοκρατορική φρουρά του ρωμαίου ηγεμόνα, οι φοβεροί και τρομεροί Πραίτωρες, οι οποίοι από την αρχή σχεδόν της ίδρυσής τους ως αυτοκρατορικοί σωματοφύλακες διαδραμάτισαν κεφαλαιώδη ρόλο στο εσωτερικό της κοινωνίας.

Η αυτοκρατορική φρουρά ήταν σχεδόν αδιαχώριστη από τον όλο κρατικό μηχανισμό και δεν ήταν σπάνιο να ανεβάζει και να κατεβάζει αυτοκράτορες (όπως τη δολοφονία του Καλιγούλα), για τέτοια δύναμη μιλάμε. Από την ίδρυσή της το 27 π.Χ. από τον Αύγουστο μέχρι και την οριστική της διάλυση το 312 μ.Χ. από τον Κωνσταντίνο, η Πραιτωριανή Φρουρά ήταν το επίλεκτο σώμα των ρωμαϊκών δυνάμεων. Το σώμα αποτελούταν από 9 κοόρτεις (αργότερα έγιναν 10) των 1.000 αντρών η καθεμία. Όλα τα μέλη του ήταν ιταλοί εθελοντές, η δε αμοιβή τους ήταν διπλάσια ή τριπλάσια από τις απολαβές ενός λεγεωνάριου. Ο Τιβέριος κράτησε το επίλεκτο σώμα συγκεντρωμένο στη Ρώμη χτίζοντας οχυρωμένους στρατώνες στα τείχη της πόλης και παρέχοντάς του ακόμα πιο αυξημένες αρμοδιότητες.

Μολονότι κάποιες από τις κοόρτεις μπορεί να στέλνονταν σε ξένες χώρες, τρεις ήταν πάντοτε εγκατεστημένες στη Ρώμη και μία από αυτές κατέλυε σε ειδικούς στρατώνες που επικοινωνούσαν απευθείας με το ανάκτορο του αυτοκράτορα. Εφόσον η Πραιτωριανή Φρουρά ήταν βασικά το μοναδικό μόνιμο στρατιωτικό σώμα στην Ιταλία, κατέληξε να αποτελεί ισχυρή πολιτική δύναμη όσον αφορά στην υποστήριξη ή την ανατροπή του αυτοκράτορα. Με τον καιρό, το μέγεθος και η σύσταση της Πραιτωριανής Φρουράς άλλαξαν και πλέον γίνονταν δεκτοί σε αυτή ακόμη και άντρες από τις επαρχίες, παραμένοντας πάντα το πλέον αξιόμαχο ρωμαϊκό σώμα…

Η Βυζαντινή Βαράγγια Φρουρά

Την ώρα που ο πανίσχυρος βυζαντινός στρατός χρησιμοποιούσε πολλές μισθοφορικές εθνοτικές ομάδες, με πολλές από αυτές να λειτουργούν ως ειδικά επίλεκτα σώματα, και μια σειρά ακόμα από τάγματα να μεταμορφώνονται σε ελίτ προσωπικές φρουρές του αυτοκράτορα και των συγκλητικών οίκων του Βυζαντίου (όπως οι εξκουβίτορες και οι βουκελάριοι), ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στους θρυλικούς Βάραγγους, απογόνους των πρώτων Βίκινγκς που κατοικούσαν σε οικισμούς της σημερινής Ουκρανίας, Ρωσίας και Λευκορωσίας και ο πρίγκιπας του Κιέβου, Βλαδίμηρος Α’, έστειλε ως δώρο στον βυζαντινό αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ περί το 988 μ.Χ. Η αγριότητα και η απαράμιλλη ανδρεία τους στη μάχη οδήγησαν τους βάραγγους μισθοφόρους να ενταχθούν στις τάξεις των πλέον παντοδύναμων στρατών της Μεσογείου.

Στις αρχές του 11ου αιώνα, ο Βασίλειος Β’ σχημάτισε την επίλεκτη βασιλική του φρουρά αποκλειστικά από Βάραγγους, καθώς φοβόταν τις ίντριγκες και τις δολοπλοκίες της αυλής του. Για τους επόμενους δύο αιώνες, η Βαράγγια Φρουρά θα γινόταν ο φόβος και ο τρόμος της αυτοκρατορίας, επεμβαίνοντας σε διαμάχες και επιβάλλοντας τον νόμο. Το επίλεκτο σώμα των Βάραγγων ξεθώριασε με την παρακμή του Βυζαντίου, όμοια με τους Πραιτωριανούς της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αφού έδωσαν βέβαια ένα καλό μάθημα στους Σταυροφόρους που άλωσαν την Κωνσταντινούπολη το 1204…

Οι Κατάφρακτοι



Ο ελληνικός και αργότερα ρωμαϊκός όρος «κατάφρακτος» αναφερόταν στο πολύ καλά θωρακισμένο και πάνοπλο ιππικό που χρησιμοποιούσαν οι λαοί της Ανατολής, όπως οι Πέρσες, οι Πάρθοι, οι Σασανίδες κ.λπ. Η ολόσωμη θωράκιση τόσο του αλόγου όσο και του ιππέα έκαναν το ιδιαίτερο αυτό σώμα ιδιαίτερα αποτελεσματικό στο πεδίο της μάχης, τόσο μάλιστα που σύντομα Ρωμαίοι και Βυζαντινοί θα το υιοθετούσαν στις πολεμικές τους μηχανές.

Από ανασκαφές στην Κεντρική Ασία, ξέρουμε σήμερα ότι οι παλιότερες εκδοχές των κατάφρακτων όργωναν τις στέπες της Ασίας ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., αν και με τη μορφή του πάνοπλου και θωρακισμένου μέχρι τα νύχια έφιππου πολεμιστή που τους ξέρουμε θα έπρεπε να περιμένουμε μερικούς ακόμα αιώνες για να εμφανιστούν. Ασσύριοι, Πέρσες και ιδιαίτερα οι Αχαιμενίδες χρησιμοποιούσαν για αιώνες το επίλεκτο σώμα, πριν οι επίγονοι του Αλεξάνδρου και ειδικά οι Σελευκίδες το εισάγουν στον στρατό τους.

Ο βασιλιάς των Σελευκιδών, Αντίοχος Γ’ ο Μέγας, θεωρείται ο πρώτος που οργάνωσε τάγματα στα πρότυπα του ανατολίτη κατάφρακτου και αυτά πήραν στα σίγουρα μέρος στις μάχες κατά των Πτολεμαίων και των Ρωμαίων περί τα 200-180 π.Χ. Κι έτσι πέρασαν αργότερα στο ρωμαϊκό στράτευμα, το οποίο επιζητούσε να εντάξει τα καλύτερα ξένα στοιχεία στην πολεμική του μηχανή, με τους πρώτους ρωμαίους κατάφρακτους να εμφανίζονται πλάι στις λεγεώνες κάπου δύο αιώνες αργότερα.

Κι έτσι οι πέρσες, σκύθες και πάρθες κατάφρακτοι έφτασαν μέχρι και τη βυζαντινή αυτοκρατορία ακόμα, πριν μετατραπούν στον κλασικό ιππότη της μεσαιωνικής Ευρώπης. Από τους Βασιλικούς Κατάφρακτους των Περσών μέχρι και τους βυζαντινούς αντίστοιχούς τους, ο περίφημος ιππέας ήταν πάντα τρομερός και πειθαρχημένος πολεμιστής, αν και σαφώς λιγότερο ευέλικτος από τους άλλους ιππείς. Στο Βυζάντιο γνώρισαν ιδιαίτερη δόξα πλάι στον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, καθώς πλέον ένα ακόμα πιο βαριά οπλισμένο σώμα κατάφρακτων είχε εμφανιστεί, οι διαβόητοι Κλιβανοφόροι!

Οι Πολεμιστές-Ιαγουάροι και οι Πολεμιστές-Αετοί των Αζτέκων

Ας αφήσουμε όμως αυτή τη γωνιά του κόσμου και ας πεταχτούμε μέχρι την Αμερική των αυτοχθόνων για να δούμε ένα από τα πλέον ελίτ σώματα των εκεί πολιτισμών. Η αριστοκρατική τάξη των αζτέκων πολεμιστών σχημάτιζε συχνά ακόμα πιο επίλεκτα σώματα, που αποτελούνταν από ανώτερης ικανότητας μαχητές όπως οι Αετοί, οι Ιαγουάροι ή οι τρομακτικοί «Κουρεμένοι».

Οι γιοι των ευγενών εντάσσονταν σε μια από τις τρεις ελίτ πολεμικές ομάδες και ανέβαιναν τα σκαλιά της ιεραρχίας ανάλογα με τις επιδόσεις τους, ενώ ακόμα και σε κοινούς θνητούς που είχαν όμως διακριθεί σε πολλές μάχες δινόταν η ευκαιρία να περιληφθούν στα ανώτερα αυτά σώματα (έπρεπε να είχε πιάσει τουλάχιστον 4 αιχμαλώτους στη μάχη). Οι πολεμιστές-ιαγουάροι ήταν κάτι σαν ιππότες. Δεν είχαν βέβαια άλογα και γυαλιστερές πανοπλίες, φορούσαν ωστόσο το δέρμα του αιλουροειδούς και κάλυπταν την κεφαλή τους με τις ανοιχτές σιαγόνες του ιαγουάρου. Έφεραν ρόπαλα και τσεκούρια και η φήμη τους ως πολεμιστές τους είχε κατατάξει στα ανώτερα κλιμάκια της πολιτικής ιεραρχίας των Αζτέκων.

Όταν μάλιστα οι ισπανοί κονκισταδόρες αποβιβάστηκαν στα εδάφη των Αζτέκων, ήταν οι πολεμιστές-ιαγουάροι που βγήκαν στο κατόπι των κατακτητών. Τα ρόπαλα ωστόσο δεν μπορούσαν να έχουν καμία τύχη ενάντια στα όπλα των Ισπανών. Πολεμιστές-ιαγουάροι και πολεμιστές-αετοί ήταν τα πιο ετοιμοπόλεμα σώματα του αμερικανικού πολιτισμού, στρατοπεδευμένα πάντα στην πρωτεύουσα Τενοχτιτλάν, αυτά που όταν έβγαιναν από τους στρατώνες τους δεν ήταν ποτέ για καλό σκοπό. Αργότερα μάλιστα έκανε την εμφάνισή του ένα ακόμα πιο ελίτ τάγμα, οι Κουρεμένοι, κάτι σαν προσωπική φρουρά του αρχιστράτηγου των Αζτέκων.

Όπως υποδεικνύει και το όνομά τους, είχαν τα κεφάλια τους ξυρισμένα εκτός από μια μακριά πλεξούδα πάνω από το αριστερό αυτί, ενώ δεν ήταν σπάνιο να βάφουν το μισό τους κεφάλι μπλε και το άλλο κίτρινο (ή και κόκκινο καμιά φορά). Έπαιρναν ιερούς όρκους να μην οπισθοχωρούν ποτέ στη μάχη, ενώ οποιαδήποτε ένδειξη δειλίας τιμωρούταν επιτόπου με θάνατο από τους συμπολεμιστές τους. Ήταν εξάλλου οι καλύτεροι των καλυτέρων, ένα τρανό παράδειγμα πειθαρχίας και στρατιωτικής αποτελεσματικότητας…

Οι «Τρελαμένοι» των Βίκινγκς



Οι διαβόητοι Berserkers των Βίκινγκς, αυτοί που πολεμούσαν δηλαδή σε κατάσταση «άγριας φρενίτιδας», ήταν το ελίτ σώμα του στρατού που έμεινε γνωστό από τον μανιασμένο, σχεδόν υστερικό, τρόπο που εφορμούσε και το μάτι που γυάλιζε! Χωρίς πανοπλίες ή οποιασδήποτε μορφής θωράκιση, το επιβλητικό σώμα κατέβαινε στο πεδίο της μάχης φορώντας προβιές αρκούδας ή λύκου, ενώ δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο να πολεμούν γυμνόστηθοι.

Σκότωναν, βίαζαν, έκαιγαν και λεηλατούσαν χωριά σαν να μην υπήρχε αύριο, κάτι που έκανε τον εχθρό τους να ορκίζεται ότι μεταμορφώνονταν πράγματι σε άγρια θηρία! Ήταν τέτοια η ικανότητά τους στη μάχη που τους έκανε ιδανικούς για βασιλικούς σωματοφύλακες, κάτι που έφερνε τη μήνη των άλλων συμπολεμιστών τους. Πολεμούσαν μάλιστα σε κατάσταση προχωρημένης μέθης και δεν ήταν σπάνιο να στρέφονται ακόμα και κατά των δικών τους, καθώς τα μεθυσμένα αιμοδιψή τους ένστικτα σπάνια δαμάζονταν.

Όσο για το πώς έπεφταν στη διαβόητη «άγρια φρενίτιδα», αυτό αποτελούσε μυστήριο ακόμα και για τους συγχρόνους τους, πρέπει πάντως να επιδίδονταν σε λατρευτικές τελετουργίες και να κατανάλωναν αλκοόλ και παραισθησιογόνες ουσίες που τους έβγαζαν εκτός εαυτού. Άλλοι ακαδημαϊκοί ισχυρίζονται ότι έπεφταν σε κατάσταση μαζικής ύπνωσης, καθώς οι πολεμικές τους ημέρες μόνο συνηθισμένες δεν ήταν ακόμα και για τους «βάρβαρους» Βόρειους…

Οι Σωματοφύλακες του Μογγόλου Αυτοκράτορα

Οι Μογγόλοι Keshik («Ευλογημένοι» στα μογγολικά), η αυτοκρατορική φρουρά του Τζένγκις Χαν και των διαδόχων του δηλαδή, εξελίχθηκαν σταδιακά στο πλέον ελίτ σώμα των κατακτητικών ορδών του τρομερού στρατηλάτη. Από μια χούφτα αρχικά επίλεκτων αντρών μεταμορφώθηκαν σε ένα αποτελεσματικότατο τάγμα χιλιάδων αντρών, που στα χρόνια του Κουμπλάι Χαν αριθμούσε 12.000 άρτια εκπαιδευμένους μαχητές.

Πέρα από την προστασία του Χαν με τη ζωή τους, οι Κeshik αναλάμβαναν πολλούς ακόμα ρόλους και τμήματά τους είχαν εξελιχθεί σε τοξότες, οπλίτες, ιππείς, αλλά και σε βασιλικούς μάγειρες, γραφιάδες και προσωπικούς υπηρέτες του αυτοκράτορα. Τμήματα των αυτοκρατορικών σωματοφυλάκων παρέμεναν στις πόλεις που έπεφταν στα χέρια των μογγολικών ορδών, γι’ αυτό και αυξήθηκε τόσο ο αριθμός τους, καθώς μιλάμε για μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν στα πέρατα της Ευρασίας!

Εξαιτίας μάλιστα της δύναμης που είχαν συγκεντρώσει, διαδραμάτιζαν πια κεφαλαιώδη ρόλο στις εσωτερικές εξελίξεις της αυτοκρατορίας, όμοια με την Πραιτωριανή Φρουρά των Ρωμαίων. Στα χρόνια του Τζένγκις, οι Κeshik χωρίζονταν σε τέσσερα πολεμικά τμήματα και ξεχώριζαν από κάθε άλλο τάγμα του στρατού, αμειβόμενοι ακόμα καλύτερα και από ανώτερους αξιωματικούς. Μπορούσαν ωστόσο να πολεμούν ακόμα και τρεις μέρες στη σειρά, μια ικανότητα που επιβράβευε πλουσιοπάροχα ο φοβερός μογγόλος ηγεμόνας…

Οι τοξότες του Εδουάρδου Γ’

Ήταν το βρετανικό Τοξοβολικό Δίκαιο του 13ου αιώνα (1252 μ.Χ.) που διασφάλισε το γεγονός ότι οι Βρετανοί θα μετατρέπονταν στους καλύτερους ίσως τοξότες της μεσαιωνικής Ευρώπης: κάθε βρετανός πολίτης μεταξύ 15-60 ετών ήταν πια υποχρεωμένος διά νόμου να φέρει τόξο και φαρέτρα. Ο Εδουάρδος Γ’ πήγε το πράγμα ακόμα πιο μακριά όταν εξέδωσε φιρμάνι το 1363 με το οποίο διέταξε την υποχρεωτική εξάσκηση της τοξοβολίας τις Κυριακές και τις αργίες, με τη μη συμμόρφωση να επιφέρει τον ατιμωτικό θάνατο!

Το επίλεκτο σώμα ωστόσο που σχηματίστηκε με τους πολίτες-τοξότες έμελλε να μετατραπεί σε ένα από τα πλέον τρομακτικά που είχε δεν ποτέ η Ευρώπη. Τρανό παράδειγμα λειτουργεί εδώ ο Εκατονταετής Πόλεμος και ειδικά η Μάχη του Κρεσί (1346) κατά των Γάλλων, με τις εκτιμήσεις της εποχής να θέλουν τους Άγγλους να μην έχουν καμιά τύχη: 12.000 άγγλοι στρατιώτες, από τους οποίους 6.000 ήταν τοξότες(!) και 6.000 οπλίτες, απέναντι σε 35.000-40.000 σιδερόφραχτους γάλλους ιππείς και οπλίτες. Κι ενώ οι προβλέψεις ήταν φυσικά με το μέρος των γάλλων ιπποτών, οι τοξότες του Εδουάρδου δημιούργησαν μια θύελλα από θανατηφόρα βέλη (υπολογίζονται σε ένα βέλος ανά 4 δευτερόλεπτα για κάθε τοξότη!) που κομμάτιασε τις σιδερένιες πανοπλίες των ιπποτών αποδεκατίζοντάς τους κυριολεκτικά.

Οι απώλειες για τους Γάλλους ανήλθαν σε 30.000 άντρες την ώρα που οι Άγγλοι έχασαν λιγότερους από 1.000, με τον θρίαμβο να επαναλαμβάνεται και στις επόμενες μάχες (όπως στο Πουατιέ το 1356) παραδίδοντας έτσι τη Νορμανδία σχεδόν αμαχητί στα χέρια των Βρετανών. Οι φαρμακεροί τοξότες του Εδουάρδου Γ’ έδωσαν οριστικό τέλος στους ιπποτικούς πολέμους, εγκαινιάζοντας πια νέες στρατηγικές μάχης, καθώς η ικανότητα των άγγλων τοξοτών έμεινε απαράμιλλη: ο πανίσχυρος γάλλος ιππότης νικήθηκε από τον άγγλο χωρικό με το τόξο! Που ήταν πια αναγκαστικά επίλεκτο σώμα, καθώς άλλαξε μεμιάς τον τρόπο διεξαγωγής του μεσαιωνικού πολέμου…

Οι Ιωαννίτες (Ιππότες της Μάλτας) και οι Ναΐτες Ιππότες

Οι περίφημοι Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ πήραν το όνομά τους από το μοναστικό τάγμα της πόλης κατά την περίοδο των Σταυροφοριών. Ήταν στην ουσία μοναχοί με άρτια στρατιωτική εκπαίδευση και έγιναν σύμβολο της εικόνας του Σταυροφόρου από το 1099 μ.Χ., όταν και ιδρύθηκαν ως απλοί προστάτες του ομώνυμου νοσοκομείου των Αγίων Τόπων.

Σύντομα μετατράπηκαν από τραυματιοφορείς σε σωματοφύλακες των χριστιανικών προσκυνηματικών καραβανιών, πριν εξελιχθούν σε στρατιωτική αιχμή του δόρατος των επιχειρήσεων κατά των μικροβασιλείων και των φρουρίων της Μέσης Ανατολής. Πλέον οι μοναχοί ήταν πολεμιστές τρομεροί και φόβος και τρόμος για τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της περιοχής. Αν και η μεγαλύτερη στιγμή τους δεν ήρθε ωστόσο στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, αλλά στη Ρόδο αρχικά (Ιππότες της Ρόδου) και κυρίως στη Μάλτα: οι Ιωαννίτες κατέλαβαν το μικρό νησί της Μεσογείου, μετονομάστηκαν σε Ιππότες της Μάλτας και εγκαθίδρυσαν την ηγεμονία τους για μπόλικους αιώνες! Το 1565 οι Οθωμανοί προσπάθησαν να καταλάβουν το νησί, για να συναντήσουν τη μανιασμένη αντίσταση των ιπποτών: έπειτα από 5 μήνες πολιορκίας, οι δυνάμεις των Τούρκων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις ορέξεις τους για κατάληψη της νήσου.

Η μεγαλειώδης νίκη των ιπποτών έπληξε το αήττητο του οθωμανικού στρατού και έγινε σύμβολο της χριστιανικής αντίστασης σε όλη την Ευρώπη. Την ίδια ώρα, το δεύτερο περίφημο μοναστικό στρατιωτικό τάγμα των ρωμαιοκαθολικών στους Αγίους Τόπους, οι Ναΐτες Ιππότες, ιδρύθηκαν από την αρχή ως υπερασπιστές της Ιερουσαλήμ από τις ισλαμικές ορέξεις, στον απόηχο της Α’ Σταυροφορίας (1118 μ.Χ.). Ως ένα από τα πρώτα μοναστικά στρατιωτικά τάγματα της Ιστορίας, οι περίφημοι Ναΐτες εξασφάλισαν την παπική εύνοια του Ιννοκέντιου Β’, έφτασαν να ελέγχουν μεγάλες περιοχές, απέκτησαν κύρος, πρωτόγνωρη εξουσία και αμύθητα πλούτη, που ξεπερνιόνταν ίσως μόνο από την ικανότητά τους στη μάχη. Όπως το ήθελε εξάλλου και ο θρύλος, η αναλογία της εποχής ήταν ένας Ναΐτης Ιππότης για κάθε τρεις εχθρούς!

Οι Στρατιώτες του Χριστού, όπως έμειναν γνωστοί όταν μετατράπηκαν από θρησκευτικό τάγμα σε στρατιωτικό, απέκτησαν ερείσματα στην Ευρώπη, είτε απευθείας μέσω βασιλικών δωρεών είτε μέσω εξαγοράς εδαφών με τον απίστευτο πλούτο τους, και το μεγαλύτερο μέρος τους εγκαθίσταται πια στην Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία και Ιταλία κυρίως). Πλέον όμως ήταν τραπεζίτες και οικονομική ελίτ, κάτι που ανάγκασε τον βασιλιά Φίλιππο Δ’ της Γαλλίας να συλλάβει πολλούς από δαύτους, ενώ με τη μεσολάβηση του Πάπα το τάγμα διαλύθηκε. Ήταν το τέλος των Ναΐτών Ιπποτών, αν και η στρατιωτική τους φήμη είχε ήδη ξοφλήσει εδώ και χρόνια…

Οι Ασασίνοι

Στον 12ο και 13ο αιώνα, μια αποσχισθείσα σέχτα Νιζαριτών Ισμαηλιτών βρήκε την πολιτική και στρατιωτική φωνή της στους Ασασίνους. Καθώς η Μέση Ανατολή συνταρασσόταν από τις Σταυροφορίες και τις εισβολές των σελτζούκων πολέμαρχων, οι Ασασίνοι (το όνομα των οποίων φημολογείται ότι προέρχεται από την τάση του τάγματος να εντρυφεί στο χασίς, αν πιστέψουμε τουλάχιστον τους Σταυροφόρους) ανέλαβαν το δύσκολο έργο να υπερασπιστούν τα εδάφη τους από τους χριστιανούς κατακτητές και τις τουρκικές δυναστείες, θεωρώντας τους σουνίτες χαλίφηδες ακόμα χειρότερους και από τους χριστιανούς εισβολείς.

Ο Χασάν-ι-Σαμπάχ, που ίδρυσε το τάγμα των Ασασίνων κάποια στιγμή του 11ου αιώνα στο μακρινό Ιράν, οδήγησε τους ακολούθους του στη σημερινή βορειοδυτική Συρία. Οι Ασασίνοι έφτιαξαν κάποια στιγμή και δικό τους βασίλειο πάνω στα βουνά. Το τάγμα ήταν πρακτικά ανίκητο, ενώ ο χειρισμός του γιαταγανιού έμεινε στην Ιστορία. Οι Ασασίνοι ήταν τόσο έμπειροι και επιδέξιοι στον ανταρτοπόλεμο και τις πολιτικές δολοφονίες των αντιπάλων τους, που η αγγλική λέξη για τον δολοφόνο «assassin» έλκει την καταγωγή της από το περίφημο τάγμα των Ασασίνων!

Το σιιτικό στρατιωτικό-θρησκευτικό τάγμα με τις τόσες πολιτικές δολοφονίες στη φαρέτρα του σκόρπισε τον τρόπο στη Μέση Ανατολή για τουλάχιστον ενάμιση αιώνα, μέχρι να το διαλύσουν οι μογγολικές ορδές στα ορμητήριά του στην Περσία και οι Μαμελούκοι στα εναπομείναντα κάστρα του στη Μέση Ανατολή (γύρω στο 1265 μ.Χ.)…

Οι Ιάπωνες Σαμουράι

Σε ολάκερα τα παγκόσμια στρατιωτικά χρονικά, ο πολεμιστής σαμουράι στέκει μόνος εκεί στην κορυφή. Κι αυτό γιατί στρατούς έχει αντικρύσει η οικουμένη φοβερούς, από τους Ούννους του Αττίλα μέχρι και τις ρωμαϊκές λεγεώνες, αν και σε όρους εκπαίδευσης και αποτελεσματικότητας μονάδας οι σαμουράι δεν έχουν όμοιό τους. Οι θανάσιμες αυτές πολεμικές μηχανές έφερναν όλεθρο στο πέρασμά τους εφαρμόζοντας απλώς τον γαλήνιο στοχασμό του ζεν βουδισμού!

Οι πολεμιστές της παραδοσιακής Ιαπωνίας οργανώθηκαν στην Περίοδο Έντο (1603-1867) ως επίλεκτα σώματα στρατού και σωματοφύλακες αριστοκρατών, ανεβαίνοντας μέχρι και στα ανώτερα κλιμάκια των ιαπωνικών κοινωνικών τάξεων. Παρά το γεγονός ότι ήταν αχτύπητοι σε μια πληθώρα όπλων, από τόξα μέχρι και δόρατα, το κύριο σύμβολό τους ήταν το ιδιαίτερο σπαθί κατάνα. Και βέβαια ζούσαν πάντα σύμφωνα με τον ηθικό και κοινωνικό κώδικα του Μπουσίντο (τον «τρόπο του πολεμιστή»): κομφουκιανικής σύλληψης, το Μπουσίντο επέβαλε τυφλή υποταγή στον ηγεμόνα, αυστηρή πειθαρχία και αυτοσεβασμό, αλλά και μια σειρά ηθικών επιταγών και κοινωνικών συμπεριφορών.

Οι σαμουράι εμφανίστηκαν ως πληρωμένοι μισθοφόροι ανεξάρτητων γαιοκτημόνων που είχαν αποκοπεί από την κεντρική διακυβέρνηση και επιζητούσαν προσωπικές φρουρές για την προστασία τους. Σύντομα οι γαιοκτήμονες απέκτησαν ζηλευτή δύναμη και τα έβαλαν με τον αυτοκράτορα προσπαθώντας να αποκτήσουν τελικά τον έλεγχο ολόκληρης της Ιαπωνίας. Ο Μιναμότο Γιοριτόμο ξεπήδησε νικητής από τις εχθροπραξίες και έστησε τη νέα στρατιωτική κυβέρνησή του το 1192, με τους σογκούν να είναι πλέον οι νέοι διοικητές. Κι έτσι οι σαμουράι θα κυριαρχούσαν στα εδάφη της χώρας για το περισσότερο τμήμα από τα επόμενα 700 χρόνια!

Την περίοδο του 15ου και 16ου αιώνα, με την Ιαπωνία να διαμελίζεται και πάλι σε δεκάδες ανεξάρτητα κρατίδια που πολεμούσαν συνεχώς μεταξύ τους, η πρωτοκαθεδρία των σαμουράι απειλήθηκε από ένα νέο είδος πολεμιστή: είναι η εποχή των νίντζα, των πολεμικών μηχανών που ειδικεύονταν στον αντισυμβατικό ανταρτοπόλεμο δηλαδή! Αν και οι σαμουράι έμελλε να επιβιώσουν και να μη χάσουν τα σκήπτρα ως η πλέον επίλεκτη μονάδα της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας.

Κι έτσι όταν στην Περίοδο Έντο η Ιαπωνία επανενώθηκε, ο σαμουράι ξεπήδησε πια στην κορυφή του ταξικού συστήματος της χώρας: ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να φέρουν σπαθί και πληρώνονταν αδρά από τους κύρηδές τους. Η φεουδαρχική Ιαπωνία έφτασε οριστικά στο τέλος της το 1868, με την πτώση της να συμπαρασύρει τελικά την τάξη των σαμουράι στην παρακμή: το τέλος είχε έρθει για μια θανάσιμη πολεμική παράδοση τόσων αιώνων…

Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του newsbeast.gr