«Γνωριστήκαμε» με τον Αγγελάκα κάπου τη δεκαετία του ’90. Μουσικά. Εκείνος ένα-δυο μέτρα πιο ψηλά στη σκηνή του Ρόδον στη Μάρνη. Εμείς πιτσιρικάδες μέσα στην ασφυξία του πλήθους. Συνέντευξη στον Γιώργο Λαμπίρη Ερχόταν κατά το μέρος μας, σάλταρε πάνω σε υψωμένα χέρια που τον μετέφεραν με ορμή από άκρη σ’ άκρη στην αρένα του μαγαζιού. Συνυπήρξαμε στα εφηβικά μας ξεσπάσματα, ακούγοντας τη μουσική του. Το πρώτο τραγούδι που έφτασε στ’ αυτιά μας ήταν το «Δεν χωράς πουθενά». Σε κάποιο σχολικό πάρτυ, σε ένα σπίτι, στα πρώτα βήματα της δικής μας απελευθέρωσης. Πιασμένοι όλοι μαζί να χοροπηδάμε κάθιδροι στους ρυθμούς του τραγουδιού. Κι αργότερα ήρθε κοντά σε εφηβικούς έρωτες για να μας συνοδεύσει ως «ερωτευμένους σχιζοφρενείς», να τραγουδήσει μία ερωτική απογοήτευση και έναν μεγάλο στα μάτια μας -τότε- έρωτα. Πάνω από 20 χρόνια πέρασαν από τότε που άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή του Αγγελάκα. Τότε ένιωθα ότι είμαι στο καμαρίνι του μαζί με άλλα χίλια και δυο χιλιάδες άτομα που χτυπιούνταν στη συναυλία. Κι εκείνος σαν έπαιζε μόνο για μας. Agelakas5 Μιλήσαμε πριν λίγες μέρες για τη συνέντευξη. Εκείνος Θεσσαλονίκη, εγώ Αθήνα. Δεκάξι χρόνια μετά τον αποχαιρετισμό με τις Τρύπες, ακολούθησαν οι «Επισκέπτες», ήρθαν σήμερα οι «100°C». Ρομαντικός έως και σήμερα αρνήθηκε να υποκύψει στο δέλεαρ των δεσμεύσεων. Των πολλών χρημάτων, της πολλής προβολής από τα μέσα ενημέρωσης. Έζησε ρομαντικά, επαναστάτησε ως ρομαντικός και συνεχίζει να το κάνει. Μέσα από ήττες γνώρισε μία μεγάλη νίκη. Μέχρι και σήμερα συνεχίζει να κάνει αυτό που ήθελε από πάντα. Να γράφει και να παίζει μουσική. Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε στο newsbeast.gr: – Καλησπέρα Γιάννη… Να υποθέσω ότι πριν μιλήσουμε δεν άκουγες το Βandiera rossa ή μήπως αυτό άκουγες; «Γιατί το Bandiera rossa…;» – Γιατί θυμάμαι το θόρυβο που είχε προκαλέσει το «Katyusha του ΚΚΕ» που συνερμήνευσες με τον Πανούση με στίχους όπως «Αριστεριτζήδες πυροσβέστες, εργατοπατέρες του λάου, λοβοτομημένες μαριονέτες, του υπαρκτού του σουρεαλισμού». «Η Katyusha του ΚΚΕ ήταν μία πρόσκληση του Τζιμάκου, δεν είναι δικό μου. Τέλος πάντων, πρέπει να το συζητήσουμε αυτό;» – Τι άκουγες όμως, δεν μου είπες; «Άκουγα ραδιόφωνο γιατί πριν λίγο γύρισα από πρόβα και άκουγα όλη τη μέρα μουσική καθώς ετοιμάζουμε με τους “100°C” τα live μας για τον καινούργιο μας δίσκο “Ήσυχα Τραγούδια για Ανέμελα Λιβάδια“. Είχα την ανάγκη να ακούσω ανθρώπινες ομιλίες για να ξεκουραστώ». – Εφόσον όμως ξεκινήσαμε να μιλάμε για Αριστερά, ποια είναι η γνώμη σου για την Αριστερά σήμερα; «Δε νομίζω ότι είμαι μία προφανής καρικατούρα ή περσόνα της Αριστεράς όπως τουλάχιστον την εννοούμε σήμερα, γιατί φαίνεται να έχουμε μπερδέψει λίγο τα πράγματα και τις έννοιες. Παλιότερα, στις πιο ρομαντικές εποχές, αριστερός ήταν εκείνος που δεν εφησύχασε και διψούσε για κάτι παραπάνω. Ζητούσε δικαιοσύνη, ενδιαφερόταν για τους συνανθρώπους του, πονούσε για τη φτώχεια που έβλεπε, ονειρευόταν μία άλλη κοινωνία. Όλα αυτά που ακούγονται πλέον πολύ ουτοπικά, ίσως όμως είναι καιρός να ξαναμπούν στο τραπέζι. Υπό αυτή την έννοια που σας περιέγραψα, ανήκω σε μία αφηρημένη και ρομαντική Αριστερά χωρίς να ανήκω σε κανέναν κομματικό σχηματισμό από αυτούς που αυτοαποκαλούνται αριστεροί. Και δε εννοώ μόνο το ΣΥΡΙΖΑ αλλά την ευρύτερη Αριστερά, όπως διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα». – Μόνο η Αριστερά έχασε το ρομαντισμό της; Γιατί εγώ βλέπω και μία ολόκληρη εποχή να είναι τσακωμένη με το ρομαντισμό. «Ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει χάσει το ρομαντισμό της. Χάθηκε κάθε αισιοδοξία, η πίστη σε μια καλύτερη κοινωνία, σε καλύτερες συνθήκες ζωής. Έχουμε χάσει τα πάντα. Για ποια Αριστερά συζητάμε;» Agelakas6 – Έζησες ρομαντικές εποχές; «Βεβαίως. Όχι ως αριστερός βέβαια… Ήταν τη δεκαετία του ’70. Αλλά και μεταπολιτευτικά. Με τις ροκ μουσικές που ακούγαμε, το πολιτικοποιημένο ροκ της εποχής και όχι το πολιτικό τραγούδι που μας προέκυψε μετά το ’74 και για ‘μένα ήταν βαρετό. Ήμουν ένα παιδί που έβγαινε στους δρόμους, άκουγε μουσική, γοητεύτηκε από το πανκ, είχε την ορμή να σπάσει τα κατεστημένα όρια -κυρίως τα ταξικά- καθότι ήμουν ένα απελπισμένο φτωχόπαιδο. Ζούσα με παρέες, με συντροφιές, πιστεύαμε στη δύναμη της φιλίας, της συντροφικότητας, της ανεξαρτησίας στη σκέψη και το πνεύμα. Δε μας άρεσαν τα στενά κομματικά πλαίσια που τότε ήταν στη μόδα. Ψαχνόμαστε έντονα για τη δική μας απελευθέρωση, αλλά και για την απελευθέρωση της κοινωνίας…» – Αν θεωρήσουμε ότι τα χρόνια του ’70 ήταν ρομαντικά, θα φτάσουμε πιθανότατα σε είκοσι χρόνια από τώρα να λέμε ότι και το 2017 ήταν μία ρομαντική χρονιά; Θα λέμε ότι είχαμε Facebook, κάναμε ηλεκτρονικό σεξ και πίναμε αναψυκτικά με στέβια; «Το 2017 μόνο ρομαντική χρονιά δεν είναι. Και όχι μόνο το 2017. Για πολύ κόσμο τα πράγματα δεν ήταν ούτως ή άλλως ρομαντικά από την εποχή που καλοπερνούσαμε. Τότε που η Ελλαδάρα είχε φράγκα, είχε σκυλάδικα σε καθημερινή βάση, αυτές τις βλαμμένες φτηνιάρικες εκπομπές στην τηλεόραση που ακόμα και σήμερα παλεύουν να μας πείσουν ότι δεν τρέχει τίποτα. Δεν ξέρω… Ο ρομαντισμός ήταν πάντα μία υπόθεση λίγων ανήσυχων παιδιών. Ίσως όμως όχι και τόσο λίγων. Υπάρχουν και σήμερα ρομαντικά παιδιά. Που μεγαλώνουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες, με σκοτεινιασμένες όλες τις προοπτικές, με μία χώρα που τα σπρώχνει να φύγουν μακριά της. Παρ’ όλες τις δυσκολίες γυμνάζουν λίγο την σκέψη τους και την καρδιά τους. Κάτι γίνεται». Agelakas4 – Μου είπες ότι έζησες πράγματα και έκανες τον αγώνα σου για να σπάσεις το κατεστημένο. Πόσο εύκολο είναι για έναν σημερινό τριαντάρη να κάνει το ίδιο; Να αμφισβητήσει τα πάντα και να πάει να ζήσει σε μία επαρχιακή πόλη; «Δεν είναι εύκολο πια. Τότε ήταν εύκολο. Έχεις δίκιο. Υπήρχαν κάποια περιθώρια διαφυγής. Τώρα δεν μπορεί κανείς να έχει ούτε προσωπικό χώρο για να ζήσει. Να έχει το χώρο του και να ησυχάζει κάποιες ώρες την ημέρα. Δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος. Πρέπει να τρέχουμε από το πρωί ως το βράδυ, να αντεπεξέλθουμε ως οικονομικά όντα στις δύσκολες συνθήκες που μας έχουν επιβληθεί. Χώρος δεν υπάρχει γιατί δεν είναι εύκολο να νοικιάσει ένας νέος σπίτι σήμερα. Οι περισσότεροι ζουν με τους γονείς τους ή και πολλοί μαζί. Δύσκολα χρόνια. Στενοχωριέμαι πάρα πολύ γι’ αυτή τη γενιά. Νομίζω όμως ότι και μέσα από τις δυσκολίες μπορεί κάποια μυαλά να μπορέσουν να κάνουν το δικό τους άλμα». – Πώς ήταν η δική σου επανάσταση; «Έφυγα στα 19 μου. Ήταν πιο εύκολο. Ξεκινήσαμε να ζούμε 2-3 άτομα μαζί, κρατούσαμε από ένα δωμάτιο σε ένα σπίτι. Έβρισκα πιο εύκολα δουλειές τότε και μπορούσα να εξασφαλίσω ένα πιάτο φαΐ, ένα ποτάκι το βράδυ. Κουβεντιάζαμε, γνωρίζαμε κόσμο». – Είχες δουλέψει και σε κτήματα στην Κρήτη αν δεν κάνω λάθος… «Πήγαινα στην Κρήτη, έκανα τις διακοπές μου, και δούλευα πότε ως σερβιτόρος, πότε στα κτήματα μαζεύοντας σταφύλια. Έβγαζα έτσι κάποια λεφτά και συνέχιζα τις διακοπές μου. Στη συνέχεια γύριζα στη Θεσσαλονίκη, δούλευα ξανά ως σερβιτόρος, dj, έκανα τις μπάντες μου και έπαιζα δεξιά και αριστερά. Οι συνθήκες ωστόσο ήταν λίγο πιο ευνοϊκές». – Η φυγή από το πατρικό σου ήταν τσακωμός με τη φτώχεια ή τσακωμός με το οικογενειακό σου περιβάλλον; «Ήταν κυρίως τσακωμός με τον πατέρα μου. Δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε. Εγώ ήθελα να γίνω όπως ονειρευόμουν τον εαυτό μου, κι εκείνος με ονειρευόταν αλλιώς. Είχα περάσει στη Βιομηχανική και με ήθελε αρχιλογιστή. Κάτι τέτοιο τέλος πάντων… Κουβαλούσε το κλασικό σύνδρομο που είχαν όλοι οι γονείς την εποχή εκείνη. Ήθελαν από τα παιδιά τους να γίνουν καλοί υπάλληλοι, να κάνουν μια καλή οικογένεια. Ό,τι επέβαλε ο μικροαστισμός». Agelakas8 – Επέλεξες να αφήσεις ένα επιτυχημένο συγκρότημα όπως οι Τρύπες, για να ξεκινήσεις τους Επισκέπτες, ενώ σήμερα παίζεις με μία μπάντα νέων ανθρώπων τους «100°C». Έχοντας μάθει στην επιτυχία δεν σε τρόμαζε το ενδεχόμενο της αποτυχίας; «Κάθε φορά που γκρεμίζει κάποιος ένα σπίτι, δεν είναι σίγουρος ότι θα καταφέρει να χτίσει ένα καινούργιο. Το έκανα όμως με χαρά και με πίστη. Έγινε γιατί αυτό ζητούσε ο εαυτός μου. Θα μπορούσα να έχω καταβαραθρωθεί. Να μη μπορώ να ζω δημιουργικά με τη μουσική. Ωστόσο κατάφερα να συνεχίσω να ζω, παίζοντας και φτιάχνοντας μουσική. Τώρα εάν αντί για ακροατήρια 10.000 ανθρώπων, έπαιξα μπροστά σε 100, 200, 300 άτομα, δεν έχει καμία σημασία. Δε με ενδιαφέρει η βολή». – Επομένως κάθε σου συναυλία είναι σαν να παίζεις μπροστά σε φίλους; «Ναι. Αυτό είναι το ζητούμενο. Αυτό λέω και στα παιδιά. Όταν παίξαμε πέρσι στο EJECT και είδαμε ότι είχε κάτω σχεδόν 10.000 άτομα, παίξαμε για πάρτη μας». – Και σήμερα επιχειρείς κάτι καινούργιο με τους 100°C… «Είναι ένας χρόνος περίπου που ξεκινήσαμε. Πρόσφατα ηχογραφήσαμε και τον καινούργιο μας δίσκο. Τώρα κάνουμε πρόβες για να τον παρουσιάσουμε». – Τα πρώτα χρόνια αν δεν κάνω λάθος έζησες την τρέλα και το «υπέροχο τίποτα» με τις Τρύπες, μέχρι να αρχίσεις να βιοπορίζεσαι από τη δουλειά σου. «Από το ’82 που πρωτο-ηχογραφήσαμε ντέμο με τις Τρύπες έως και το ’93 δεν βγάζαμε λεφτά. Μετά τα “Εννιά Πληρωμένα Τραγούδια” καταλάβαμε πια ότι μπορούσαμε να βγάζουμε χρήματα από τη μουσική που παίζαμε. Τα πρώτα 11 χρόνια ήταν πάρα πολύ δύσκολα, αλλά και πάρα πολύ όμορφα. Υπήρξαν και στιγμές που πεινάσαμε. Αλλά υπήρχε μία ευλογία, μία δύναμη, μία αισιοδοξία. Πιστεύαμε ότι άξιζε αυτό που κάναμε κι ότι θα έφτανε η στιγμή που θα ζούσαμε καλύτερα και ως άνθρωποι και ως μουσικοί. Πως όλα όσα ονειρευόμαστε θα γίνονταν. Χαίρομαι και νιώθω ευγνωμοσύνη γιατί κατά κάποιο τρόπο τα καταφέραμε». trypes5 – Έβγαλες λεφτά; «Δεν με ενδιέφερε να βγάλω περισσότερα χρήματα. Με ενδιέφερε να ζήσω με τη μουσική. Αυτός ήταν ο δρόμος μου. Έζησα και συνεχίζω να ζω όπως ονειρεύτηκα». – Δεν ξανακάνατε όμως συναυλία επανένωσης με τις Τρύπες όπως συνηθίζουν διάφορα γνωστά συγκροτήματα κατά καιρούς. «Ε, όχι βέβαια». – Απαντάς σαν να είναι κάτι απολύτως αναμενόμενο… «Αυτή είναι η διαφορά μας με πολλά γνωστά συγκροτήματα. Δεν ήθελα ποτέ να γίνω πλούσιος από τη μουσική. Ήθελα να επιβιώνω με αυτοσεβασμό και με αγάπη προς τη μουσική. Τα όποια λεφτά έρχονται μέσα από τη δουλειά στη μουσική. Κι έτσι τα χαιρόμουν πάντα. Δε σκέφτηκα ποτέ να κάνω κάτι για να βγάλω φράγκα ακόμα και όταν οι Τρύπες ήταν στα “ώπα” τους. Αυτό που πάντα λέγαμε ήταν: “Ώραία, έχουμε δύναμη, μπορούμε να ζήσουμε από αυτό που κάνουμε, να εξελίξουμε τον ήχο μας, τη μουσική μας”». trypes2 – Επομένως η διάλυση του συγκροτήματος ήταν το δημιουργικό βήμα παραπέρα ή απλά τσακωθήκατε; «Ζήσαμε μαζί πολλά ωραία χρόνια. Δεκαεννιά χρόνια με νίκες, με ήττες, με γέλια, με κλάματα και κυρίως με πολλή δημιουργικότητα. Μην μπερδεύουμε όμως την ευτυχία με την ευκολία. Διανύσαμε μια σκληρή εργατική πορεία βαδίζοντας πάνω σε στόχους. Θέλαμε να κάνουμε τραγούδια διαφορετικά από τους άλλους, να μιλήσουμε από τα βάθη της ψυχής μας. Κάποια στιγμή όμως, όπως συμβαίνει με όλους τους έρωτες τελείωσε κι αυτός». – Κανένας μεγάλος έρωτας δεν τελειώνει ομαλά. Χωρίς πόνο. Αυτό λένε τουλάχιστον. «Καβγάδες και μικροεντάσεις παντού υπάρχουν. Ωστόσο όταν γυρνάω προς τα πίσω, χαμογελάω και χαίρομαι για όσα έζησα». – Σήμερα μιλάτε; Θα πάρει ο ένας τον άλλον τηλέφωνο; «Δε μιλάω με όλα τα μέλη του συγκροτήματος. Με μερικά παιδιά όμως ναι. Με τον Μπάμπη τον Παπαδόπουλο ας πούμε. Είμαστε ακόμα φίλοι παρότι δεν συνεργαστήκαμε ποτέ ξανά μετά τις Τρύπες». – Ποια ήταν μία από τις μεγαλύτερες ήττες με τις Τρύπες; «Μεγάλες ήττες… Το είπα λίγο με φόρα. Τέλος πάντων. Πάντως υπήρξαν στιγμές που δεν μετρήσαμε σωστά ότι θα τρώγαμε πόλεμο. Όπως έγινε μετά τη συναυλία στο Λυκαβηττό και τα βίαια επεισόδια που εκδηλώθηκαν. Φάγαμε πόλεμο από τα έντυπα της εποχής. Με τον τρόπο μας είχαμε καταφέρει πράγματα χωρίς τη στήριξη των Μέσων Ενημέρωσης κι αυτό δεν άρεσε». trypes3 – Κάνατε καιρό να ξανακλείσετε συναυλία μετά το Λυκαβηττό; «Μερικούς μήνες. Αλλά ήρθε ως απάντηση μία άλλη συναυλία στο Ειρήνης και Φιλίας». – Επομένως τιμωρηθήκατε κι εσείς ως απείθαρχοι. Όπως είχε συμβεί και στον Σιδηρόπουλο… «Βέβαια. Για τα επόμενα χρόνια δεν μας άφηναν να παίξουμε στον Λυκαβηττό. Πρέπει να πέρασαν έξι χρόνια για να ξαναπαίξουμε. Το κάθε τι έχει ένα τίμημα». – Η μεγαλύτερη νίκη με τις Τρύπες; «Νίκη είναι η δημιουργία. Οι δίσκοι μας. Τα τραγούδια που αφήσαμε». – Πέρασαν 35 χρόνια από τότε που γεννήθηκαν οι Τρύπες, πώς ξεκινήσατε όμως; «Ήμαστε φίλοι με τον Καρρά από έφηβοι. Ακούγαμε διαρκώς μουσική. Παίζαμε σε διάφορες μπάντες. Αργότερα φτιάξαμε ένα σχήμα με τον Καρρά, τον Κώστα τον Φλωροσκούφη στα ντραμς, τον Μιχάλη τον Κανατίδη. Μετά ήρθε ο Μπάμπης ο Παπαδόπουλος και το ’84 ηχογραφήσαμε τον πρώτο μας δίσκο. trypes4 – Ποιο είναι το καταφύγιό σου; Η μουσική, η Θεσσαλονίκη, το σπίτι σου; «Δεν μου αρέσει η λέξη καταφύγιο. Προϋποθέτει ότι πάω σε ένα μέρος για να κρυφτώ. Από πιτσιρικάς όμως είχα την Κρήτη. Όταν ήθελα να φύγω για λίγο πήγαινα πάντα εκεί». – Θυμάσαι τη στιγμή που συστήθηκες για πρώτη φορά στον κόσμο και ανέβηκες στη σκηνή; «Νομίζω ήταν σε κάποιο πανεπιστήμιο όταν είχαμε παίξει για πρώτη φορά με τις Τρύπες. Με πολύ κακό ήχο και πολύ θόρυβο. Δεν θυμάμαι όμως κάτι ιδιαίτερο από τη συγκεκριμένη συναυλία. Από την πρώτη στιγμή όμως μεταφέραμε στα live μας την ατμόσφαιρα που είχαμε στις πρόβες που κάναμε σε διάφορα υπόγεια». – Αν γύριζες ξανά κάπου θα ήταν στο Ρόδον; «Ήταν ωραία και στο Ρόδον. Αλλά και στο “Aν”. Καθώς και τις πρώτες φορές που παίξαμε στο Ροντέο και στο Κύτταρο γύρω στο ’85». trypes1 – Μία που θα θυμάσαι περισσότερο; «Θυμάμαι μία από τις πιο κοντινές χρονικά. Αυτή στην Κεφαλονιά πέρσι το καλοκαίρι. Ήταν μία καλοκαιρινή συναυλία που την οργάνωναν κάτι πολύ ωραία παιδιά σε ένα εγκαταλελειμμένο χωριό. Το φώτισαν, του έδωσαν ζωή. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος έτοιμος να ξεσαλώσει, χάθηκε ωραία ο έλεγχος. Ήταν μία ελκυστικά παγανιστική βραδιά». – Δεν αφήνουμε μάλλον να χάνεται και πολύ ωραία ο έλεγχος όταν πηγαίνουμε σε μία συναυλία και τραβάμε διαρκώς φωτογραφίες με το κινητό… «Δεν έχω ιδιαίτερα προβλήματα με αυτό. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο μέρος του ακροατηρίου μας έρχεται για να  απολαύσει και να αφεθεί. Υπάρχουν και τα τηλέφωνα που παρεμβάλλονται, αλλά το φαινόμενο εκδηλώνεται σε μικρή έκταση. Οι περισσότεροι ακόμα και σήμερα έρχονται κοντά μας για να δοθούν. Για να ζήσουν τη συναυλία και όχι να την καταγράψουν. Αν καμιά φορά συμβεί κάτι υπερβολικό τους το λέω κιόλας: “Σταματήστε!”». Agelakas2 – Δεν είναι περίεργο αλήθεια να βλέπεις μια σελίδα γεμάτη από facebook like και χιλιάδες κλικαρίσματα στο YouTube, κι όταν πηγαίνεις σε μια συναυλία να βλέπεις μόνο καμιά εκατοστή ανθρώπους από κάτω; «Δεν ξέρω να σου πω την αλήθεια ρε Γιώργο. Συμβαίνει όντως αυτό;» – Αν με κάποιο τρόπο συμβάδιζες χρονικά με κάποιους μουσικούς που δεν βρίσκονται στη ζωή -Έλληνες και ξένους-, με ποιους θα ήθελες να έχεις παίξει; «Δεν το έχω σκεφτεί αυτό. Απλά υπάρχουν κάποιοι, που όταν άκουγα τη μουσική τους τους ένιωθα σαν φίλους μου. Με προστάτευαν, με παρηγορούσαν, μου έδιναν δύναμη. Από το Leonard Cohen μέχρι το Nick Cave. Από τον Bob Dylan μέχρι τον Jimmy Hendrix και τον Johnny Rotten. Δεν κάνω όνειρα πάντως. Σκέφτομαι πάντα αυτό που ζω τώρα. Τη στιγμή». – Νομίζω πάντως ότι στις Τρύπες ήσουν λίγο πιο σκοτεινός. «Νομίζεις… Και πολύς κόσμος πιστεύει το ίδιο. Ωστόσο ακόμα και σήμερα παίζουμε τραγούδια από τις Τρύπες και βλέπω τα πρόσωπα των ακροατών να φωτίζονται. Να φτιάχνονται. Και με το σκοτάδι δεν μπορεί να συμβεί αυτό». – Αν παραδεχτούμε ότι όλοι είμαστε περαστικοί, τι είναι αυτό που έχει τελικά μεγαλύτερη σημασία στη διαδρομή που λέγεται ζωή; «Το πιο σημαντικό για ‘μένα είναι οτιδήποτε με έχει αναπτύξει. Ό,τι έχει καλυτερεύσει το χαρακτήρα μου, έχει φωτίσει κάποια σκοτάδια μέσα μου. Κουβαλάω μέσα μου βιωμένη γνώση κι αυτό είναι η περιουσία μου».Agelakas3 Στο σύνδεσμο που ακολουθεί, μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο τον καινούργιο δίσκο του Γιάννη Αγγελάκα και των 100°C: «Ήσυχα Τραγούδια για Ανέμελα Λιβάδια». Πρόγραμμα προσεχών συναυλιών Γιάννη Αγγελάκα και 100°C:

  • 11.2.2017 Βόλος
  • 15.2.2017 Edinburg Teviot Row House
  • 18.2.2017 Manchester Gorilla
  • 20.2.2017 London O2 Academy Islington
  • 4.3.2017 Υπάτη Τόπος Τεχνών Χώρα
  • 11.3.2017 Θεσσαλονίκη Fix Factory of Sound
  • 17.3.2017 Αθήνα Πειραιώς 117 Academy
  • 18.3.2017 Αθήνα Πειραιώς 117 Academy
  • 26.3.2017 Καστοριά Prague Stag
  • 8.4.2017 Πανεπιστημιο Λευκωσιας

Agelakas1 Δείτε όλα τα θέματα του Weekend