Στο πρώτο άκουσμα της είδησης είχε έρθει το ξάφνιασμα. Το αμέσως επόμενο συναίσθημα ήταν… ξενέρωμα. Μα καλά, στη Μονακό; Αν είναι δυνατόν. Είσαι 27 ετών, στα ντουζένια σου και στην καλύτερη ποδοσφαιρική στιγμή σου. Σε θέλουν στην Ρεάλ, στην Γιουνάιτεντ και στην Σίτι και άπαντες το έχουν… κρυφό καμάρι ότι έχεις κλείσει στην Τσέλσι. Και εσύ ρε παικταρά μου τι κάνεις; Πας και υπογράφεις στο Πριγκιπάτο. Επόμενο ήταν μετά να έρθει και το κράξιμο, με το «φραγκοφονιάς» να είναι το πιο ευγενικό απ’ όσα ακούστηκαν. Ολα αυτά συνέβησαν όταν μέσα Μαΐου του 2013, κυκλοφόρησε με βεβαιότητα ότι ο Ζορζε Μέντες και ο δικηγόρος του Ραδαμέλ Φαλκάο, εξουσιοδοτημένος από τον ίδιο τον ποδοσφαιριστή, βρέθηκαν στο Μόντε Κάρλο και έριξαν τις υπογραφές. Τότε δεν το γνωρίζαμε, αλλά αποκαλύφθηκε στη συνέχεια. Ο Φαλκάο δεν είχε επιλέξει να πάει στη Μονακό και φυσικά δεν υπήρχε καν λόγος εξουσιοδότησης. Προφανώς και τον υποχρέωσαν, με την ιστορία να έχει ως εξής: Τα δικαιώματα του δεν τα είχε η Ατλέτικο, όπως σχεδόν άπαντες πιστεύαμε. Κατά την απόκτηση του από την Πόρτο το καλοκαίρι του 2011, συντελέστηκε ένα λογιστικό μεταγραφικό τρικ. Υποτίθεται ότι ο Κολομβιανός φορ κόστισε 40 εκατ. Από αυτά όμως η Ατλέτικο θα έδινε μόλις τα 16 και αυτά σε δύο δόσεις. Τα υπόλοιπα θα τα πλήρωνε η εταιρεία που είχαν στήσει οι Ζόρζε Μέντες και Πίτερ Κένιον. Μόνο που επειδή σε αυτούς ανήκε ήδη το 50% του παίκτη που έπαιζε στους Δράκους, τα χρήματα βγήκαν από τη μία τσέπη και μπήκαν στην άλλη, με τη διαφορά πως η «Doyen Sports Investments» (μία από τις κάμποσες σχετικές εταιρίες που εμφανίζονταν ως δικές τους) πληρώνοντας μόνο 4 εκατ., αύξανε πλέον το ποσοστό των δικαιωμάτων της στον παίκτη. Στην πορεία μάλιστα, όταν η Ατλέτικο αδυνατούσε να πληρώσει τη δεύτερη δόση των 8 εκατ., τα χρήματα στην Πόρτο τα έδωσε η ίδια εταιρεία και το ποσοστό της εκτοξεύτηκε στο 80%. Με όλα αυτά είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς, το ποιος αποφάσισε τότε που θα πήγαινε ο Φαλκάο, ο οποίος προφανώς και θα προτιμούσε να παίζει μπαλίτσα στο Νησί και προφανώς δεν θα ρωτήθηκε καν. Αλλωστε και το μισθό του στη διετία της Ατλέτικο (4 εκατ. ετησίως) τα πλήρωνε η εταιρεία μαζί με διάφορους σπόνσορες και όχι ο σύλλογος. Ο Ρώσος μεγιστάνας, Ντιμίτρι Ριμπολόβλεβ που έφτιαξε ξανά την Μονακό, πλήρωσε 60 εκατ. για να αγοράσει εντελώς τον ποδοσφαιριστή, με τους Μέντες, Κένιον να εισπράττουν τα 48 εκατ. από αυτό το ποσό και την Ατλέτικο μόλις τα 12. Σκεφτείτε λοιπόν κατά πόσο αυτή η ιστορία με τον Κολομβιανό φορ ήταν αρκετή ώστε να αυξήσει σημαντικά τους τραπεζικούς λογαριασμούς των δύο μάνατζερ. Μασεράνο-Τέβες στην Γουέστ Χαμ Μία άλλη διάσημη παρεμφερή υπόθεση είχε προηγηθεί το 2007, όταν είχε γίνει ακόμα μία αντίστοιχου μεγέθους τεράστια έκπληξη και οι Χαβιέρ Μασεράνο, Κάρλος Τέβες είχαν μετακομίσει ως πρωταθλητές Βραζιλίας με την Κορίνθιανς στην Premier League. Μόνο που οι δύο παικταράδες της Εθνικής Αργεντινής δεν το έκαναν για ένα τεράστιο club, αλλά για την Γουέστ Χαμ. Και πάλι ήταν η «Doyen» που είχε στήσει αυτό το περίεργο deal. Η Premier League το ανακάλυψε και ένα χρόνο αργότερα η Γουέστ Χαμ κλήθηκε να πληρώσει το βαρύ πρόστιμο των 5,5 εκατ. λιρών. Ολα αυτά που περιγράψαμε, έχουν συμβεί πλειστάκις στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι εν λόγω εταιρείες μάνατζερ ουσιαστικά βρίσκουν ταλέντα (κυρίως εκτός Ευρώπης σε πιο φτωχές χώρες), τα κλειδώνουν με συμβόλαια και ρήτρες και τα διαχειρίζονται. Στόχος τους είναι αυτά τα ταλέντα να κάνουν όσες περισσότερες μεταγραφές είναι δυνατόν, ώστε να καρπώνονται τα διαρκώς αυξανόμενα κέρδη, καθώς κάθε μετακίνηση παράγει χρήμα. Απόφαση σταθμός του CAS Πρώτος καταφέρθηκε εναντίον τους θέματος ο Μισέλ Πλατινί ως πρόεδρος της UEFA. Στη συνέχεια επιλήφθηκε η FIFA και το 2015 θέσπισε σχετικό νόμο απαγόρευσης. Εκτοτε δεν θα μπορούσε ποδοσφαιριστής να ανήκει σε μάνατζερ ή εταιρεία. Ωστόσο, την περασμένη Δευτέρα αποκαλύφθηκε ότι το θέμα ουδέποτε είχε πάψει να υφίσταται. Στην Λωζάνη λοιπόν το Αθλητικό Διαιτητικό Δικαστήριο έλαβε μία απόφαση που ήρθε να ξεκαθαρίσει μία και καλή το ιδιοκτησιακό καθεστώς στο ποδόσφαιρο και πιο συγκεκριμένα όσων αφορά τους ίδιους τους παίκτες. Νικήτρια ήταν η FIFA και η απαγόρευση διαχείρισης ποδοσφαιριστών από «τρίτα μέρη» όπως αυτά ονομάζονται. Η υπόθεση ήρθε στην επιφάνεια, όταν η Παγκόσμια Ομοσπονδία τιμώρησε μία ομάδα από την Β’ κατηγορία του Βελγίου. Οπως συνέβη μία φορά και ένα καιρό με τον Ζαν-Μαρκ Μποσμάν, έτσι και τώρα η ιστορία διαδραματίστηκε στις ίδιες ποδοσφαιρικές γειτονιές. Συγκεκριμένα ήταν η Σεράινγκ Γιουνάιτεντ από την πόλη της Λιέγης, που τιμωρήθηκε για παράβαση δύο νόμων της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας και στη συνέχεια κατέθεσε προσφυγή στο CAS, όπου όπως ανακοινώθηκε τώρα, την έχασε. Η εν λόγω ομάδα βρέθηκε ένοχη για δοσοληψίες μεταγραφικές και ιδιοκτησιακές με άτομα ή εταιρείες και όχι με άλλα clubs, ενώ βρέθηκαν παίκτες της να ανήκουν κατά συγκεκριμένα ποσοστά σε «τρίτα μέρη» ή εκείνα να έχουν ποσοστό μεταπώλησης. Ο βελγικός σύλλογος θα πληρώσει πρόστιμο 150.000 ευρώ, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Το σημαντικότερο είναι ότι είναι πλέον οριστικό και δεδικασμένο το τέλος της ιδιοκτησίας από «τρίτα μέρη». Ολα αυτά βέβαια είναι εύκολο να μείνουν στα χαρτιά, μιας και οι διαπλεκόμενοι έχουν βρει τις υπόγειες διαδρομές και τα παραθυράκια και συνεχίζουν να πλουτίζουν επί τούτου. Ωστόσο, έπειτα από κάθε φορά που το ζήτημα βγαίνει μπροστά και αναμοχλεύεται, ο νομικό πλαίσιο εμπλουτίζεται. Η αλήθεια είναι ότι η σύγχρονη ποδοσφαιρική σκλαβιά εξακολουθεί να υπάρχει και υπάρχουν παίκτες δυστυχισμένοι, που δεν μπορούν να αγωνιστούν εκεί που θέλουν. Και αυτό δεν έχει καν να κάνει με την ομάδα που θεωρητικά ανήκουν, αλλά με κάποιον πίσω από ένα γραφείο που παίρνει την απόφαση για την καριέρα, για την ζωή τους και ας τους πληρώνει με ακριβά συμβόλαια. Απλά τους δένει με χρυσές αλυσίδες… Πηγή: gazzetta.gr