Κάτω από το βλέμμα των αστυνομικών δέχτηκε την φονική επίθεση ο Παύλος Φύσσας από τον Γιώργο Ρουπακιά σύμφωνα με τον φίλο του Ηλία Κοντονικόλα, αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας του άτυχου μουσικού.

Σε μια συγκλονιστική μαρτυρία, ενώπιον του δικαστηρίου, ο νεαρός περιέγραψε λεπτό προς λεπτό την επίθεση που δέχτηκε η παρέα του το μοιραίο βράδυ αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα τέσσερα άτομα που είχαν επιτεθεί στον Παύλο Φύσσα, μόλις είδαν τον Ρουπακιά άνοιξαν, όπως είπε , σε κύκλο γύρω του για να έρθει ο κατηγορούμενος και να τον χτυπήσει στη καρδιά. Όπως περιέγραψε: «Ήρθε το αυτοκίνητο (σ.σ. με τον Ρουπακιά) από το αντίθετο ρεύμα. Είμαι σίγουρος ότι ήταν το ίδιο αυτοκίνητο του οποίου ο οδηγός μας είχε ρωτήσει νωρίτερα  “που είναι η Κεφαληνίας».

«Σταμάτησε στην άκρη του δρόμου άνοιξε  την πόρτα και προχώρησε  προς τον Παύλο. Με τέσσερα βήματα είχε φτάσει μπροστά στον Παύλο . Είχα καλή οπτική επαφή…  Τέσσερα άτομα ήταν πάνω στον Παύλο , τον χτυπούσαν.  Άνοιξαν τον κύκλο γύρω από τον Παύλο και ολοκλήρωσε τη δράση ο Ρουπακιάς. Τον είδα  να βγαίνει έξω από το αυτοκίνητο, να πηγαίνει μπροστά στον Παύλο  και να κάνει σαν να του δίνει γροθιά στο στήθος. Είχα πλάτη τον Παύλο… Εκείνος διπλώθηκε, γύρισε προς το μέρος μας σήκωσε την μπλούζα του και μας είπε: “με μαχαίρωσε το μ…”. Είδα αίμα. Είδα τον Ρουπακιά να πηγαίνει να ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου. Είδα και τους αστυνομικούς στο πεζοδρόμιο δίπλα μας . Δεν είδα να κάνουν κάτι».

Πρόεδρος :Πλησίασαν οι αστυνομικοί;

Μάρτυρας: Δεν τους είδα να πλησιάζουν.

Πρόεδρος :Πότε πλησίασαν;

Μάρτυρας : Την ώρα που έγινε (σ.σ. το μαχαίρωμα ). Τότε τους είδα να πλησιάζουν.

Πρόεδρος :Τους τράβηξαν, απομάκρυναν τον έναν από τον άλλον;

Μάρτυρας : Δεν είδα κάτι τέτοιο.

Αναφερόμενος στην ομάδα τον συγκεντρωμένων είπε πως «φώναζαν  σαν να έφτιαχναν του Ρουπακιά την ψυχολογία, σαν να τον ανέβαζαν. Θα μπορούσε να έχει σκοτωθεί κάποιος άλλος εκείνο το βράδυ», κατέληξε.

«Είχαμε ένα βλέμμα επάνω μας»

Η αφήγηση του μάρτυρα ξεκίνησε από την ώρα που η παρέα συναντήθηκε στην καφετέρια «Κοράλι», όπου είδε μια παρέα χρυσαυγιτών. Όπως είπε: «Η καφετέρια ήταν γεμάτη… Το κλίμα ήταν ευχάριστο μιλούσαμε για μουσική, για δουλειές, βλέπαμε και την μπάλα. Όπως καθόμουν στο σκαμπό στην αριστερή πλευρά ήταν ένα τραπέζι με τρεις Χρυσαυγίτες. Από την εμφάνιση το κατάλαβα. Φορούσε ο ένας παντελόνι  παραλλαγής και τα άρβυλα απ έξω, μαύρη μπλούζα, ήταν μεγαλόσωμος… Φορούσαν  σκούρα  ρούχα… Όλοι ήταν γεροδεμένοι, περίπου 35-40 χρόνων. Ήταν κοντοκουρεμένοι. Ο ένας είχε ξυρισμένο κεφάλι και οι άλλοι στρατιωτικό κούρεμα. Είχα δει σχετικές  εικόνες στο ίντερνετ αλλά και παρέλαση τους από κοντά. Μας κοιτούσαν επίμονα, είχαμε ένα βλέμμα επάνω μας. Κοίταξα δυο τρεις φορές και μας κοίταζαν επίμονα.

Δεν το σχολιάσαμε μεταξύ μας ούτε άκουσα να ειπώθηκε  κάτι από καμία πλευρά .Πέντε λεπτά πριν ολοκληρωθεί ο αγώνας σηκώθηκε αυτή η παρέα και ένας σκόνταψε ζήτησε συγγνώμη και του απάντησε ένας από την παρέα μας  «Οκ». Δεν ακολούθησε κάποιο σχόλιο. Όταν τελείωσε ο αγώνας είπαμε να φύγουμε …».

Συνεχίζοντας ο μάρτυρας είπε πως βγαίνοντας από την καφετέρια είδε τους φίλους του που ήταν ήδη εκεί «τρομοκρατημένους, τρομαγμένους, αναστατωμένους. Επικρατούσε ένα περίεργο κλίμα» χωρίς ωστόσο να καταλάβει το λόγο μέχρι που του εξήγησαν πως δεν μπορούσαν  να πάρουν τα αυτοκίνητα τους  «γιατί έχουν μαζευτεί Χρυσαυγίτες εκεί που έχουμε παρκάρει. Οπότε να φύγουμε».

«Άρχισαν να μας κοπανάνε»

«Γύρισα και είδα κάτι άτομα σαν σκιές. Δεν μπορώ να πω πόσοι ήταν. Περίπου 5-6 δεν ξέρω πόσοι μπορεί να ήταν σε στενάκια ή πίσω από τα αυτοκίνητα .Ψιλόφοβήθηκα… Είπαμε να πάμε λίγο πιο πάνω στην κεντρική πλατεία, στις καφετέριες, που είχε κόσμο για να είμαστε πιο ασφαλείς», είπε ο μάρτυρας και συμπλήρωσε την περιγραφή του λέγοντας: «Είδα ένα αυτοκίνητο μαζί με 6-7 μηχανές. Σταμάτησε και ο οδηγός ρώτησε “ποια είναι η Κεφαληνίας” και ο Παύλος του απάντησε “εδώ είσαι”. Όταν σταμάτησε το αυτοκίνητο , σταμάτησαν και οι μηχανές. Ήταν μαυροφορεμένοι, με άρβυλα, παραλλαγή, φορούσαν σχεδόν όλοι κράνη άλλοι τα κρατούσαν στο χέρι. Σταμάτησαν ρώτησαν και όλοι μαζί έστριψαν στην οδό Κεφαληνίας. Τότε ακούσαμε κραυγές “θα σας γ…”, “ελάτε εδώ κότες”. Ο Παύλος μας είπε: “Τρέχουμε τώρα”. Άρχισα να τρέχω και εμφανίστηκαν κατά πάνω μας και άρχισαν να μας κοπανάνε».

Πρόεδρος: Σας κυνήγησαν;

Μάρτυρας: Ναι μας κυνήγησαν. Εμένα πάνω μου έπεσαν τουλάχιστον 3 άτομα. Εγώ,  ο Παύλος και ο Μελαχρινόπουλος (σ.σ. μέλος της παρέας τους) μείναμε πίσω. Μείναμε πίσω γιατί μας επιτέθηκαν, πισώπλατα με μπουνιές. Χτύπαγαν με μπουνιές, κλωτσιές και τους τρεις μας. Με χτύπησαν με ένα κράνος στο κεφάλι και έπεσα πολύ κοντά στην τζαμαρία ενός μαγαζιού. Με κλωτσούσαν και έρχεται ο Μελαχρινόπουλος να με βοηθήσει και ένας πήδηξε στον αέρα και τον κλώτσησε. Με την άκρη του ματιού μου είδα να χτυπούν τον Παύλο 3-4 άτομα.

Όταν έπεσα κάτω σταμάτησαν να με χτυπάνε. Ο Μελαχρινοπουλος έπεσε και εκείνος κάτω μετά την κλωτσιά. Εκείνη την ώρα κοιτάω απέναντι και βλέπω μια παρέα από Χρυσαυγίτες, σίγουρα 20 άτομα, που φώναζαν έβγαζαν κραυγές και έβριζαν… Στην νησίδα είδα και δυο αστυνομικούς την ώρα που μας χτυπούσαν. Είχα δει νωρίτερα και δυο μηχανές της αστυνομίας. Εκείνη τη στιγμή ήμουν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Είδα να έχουν περικυκλώσει τον Παύλο και να τον βαράνε με τα χέρια και κράνη. Κράτησε πολύ λίγο χρόνο, λίγα λεπτά».

Η περιγραφή της δολοφονίας ήταν συγκλονιστική με τον μάρτυρα να εκφράζει τη βεβαιότητα πως ο Ρουπακιάς «ήταν αποφασισμένος να κάνει την επίθεση» στον Παύλο Φύσσα. «Περπάτησε με μεγάλα βήματα και πήγε κατευθείαν πάνω του. Δεν ακούμπησαν καθόλου ο ένας τον άλλον», είπε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας πως μετά το χτύπημα όλοι «άρχισαν να τρέχουν στα γύρω στενά. Ο Παύλος παραπάτησε, έχασε τις αισθήσεις του και έπεσε κάτω. Ήρθε ο Γιώργος (σ.σ. άλλος φίλος τους) πήγαν και του έφεραν νερό από απέναντι. Δεν μπορούσε να το πιει το έφτυσε. Ένας περαστικός του μέτρησε τους σφυγμούς , άρχισε να μαζεύεται κόσμος. Μετά είδα και άλλους αστυνομικούς».

Πρόεδρος: Ποιος κάλεσε το ασθενοφόρο. Άργησε να έρθει;

Μάρτυρας: Ναι άργησε ήρθε μετά από περίπου 35 λεπτά. Είπαμε μήπως τον πάμε με το αυτοκίνητο αλλά φοβηθήκαμε δεν ξέραμε πως να τον μεταφέρουμε.

Η κατάθεση του μάρτυρα θα συνεχιστεί την Πέμπτη.