Προσωπικό κίνητρο με σεξουαλικό υπόβαθρο εξετάζουν οι αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής, για το άγριο έγκλημα της 69χρονης Ελευθερίας Αγραφιώτου, επιχειρώντας να εξηγήσουν το ιδιαίτερο μίσος, τη μανία και τον θυμό που φαίνεται να διακατείχε τον δράστη κατά τη διάπραξη της δολοφονίας.

Όπως γράφει ο Ελεύθερος Τύπος από αυτόν τον κύκλο καταθέσεων αναζητούν και στοιχεία που να αναδεικνύουν κάποια στενή προσωπική σχέση του θύματος

Τα στελέχη των εγκληματολογικών εργαστηρίων και ο ιατροδικαστής κ. Γιώργος Ντιλέρνια αναζητούν DNA του δολοφόνου στα νύχια της άτυχης γυναίκας που πάλεψε σθεναρά μαζί του και ενδεχομένως του είχε καταφέρει κάποιο πλήγμα.

Την ίδια ώρα αστυνομικοί του τμήματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής, ερευνούν τον προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή του θύματος, αναζητώντας ύποπτες επαφές, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ακόμη και πιθανή περιήγηση και επαφές σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης.

Οι αρμόδιοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., εξετάζοντας το ενδεχόμενο να πρόκειται για κατά συρροή μανιακό βιαστή,  επιχείρησαν να εξηγήσουν γιατί δεν προέβη σε μία νέα επίθεση το χρονικό διάστημα των 34 ημερών μέχρι τον εντοπισμό της σορού, και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως πιθανόν ο δράστης έφθασε για πρώτη φορά στο έγκλημα, και  ενδεχομένως βρίσκεται σε ένα στάδιο συνειδητοποίησης της πράξης του, η οποία αν διαπιστώσει πως του «άρεσε», δεν αποκλείεται να επαναλάβει…

Βέβαια η βιαιότητα της επίθεσης θα μπορούσε να εξηγηθεί, όπως αναφέρουν οι αστυνομικοί, από την έντονη  αντίδραση και τις φωνές της άτυχης γυναίκας, με τον δράστη να την χτυπά βάναυσα προκειμένου να την κάνει να σταματήσει σύντομα για να μην αποκαλυφθεί η δράση του από πελάτες ή υπαλλήλους, οι οποίοι θα προσέτρεχαν σε βοήθεια. Το θύμα, σύμφωνα με καταθέσεις ατόμων που την γνώριζαν, ήταν μία ήσυχη γυναίκα, που όμως δεν δίσταζε να διεκδικήσει με σθένος αυτό για το οποίο θεωρούσε πως είχε δίκιο, φθάνοντας μέχρι τα όρια της έντονης αντιδικίας, αλλά μέχρι εκεί.

Από αυτόν τον κύκλο καταθέσεων αναζητούν και στοιχεία που να αναδεικνύουν κάποια στενή προσωπική σχέση του θύματος, αν και η 69χρονη ήταν προσηλωμένη στην φροντίδα της μητέρας της και οι κινήσεις της ήταν περιορισμένες και συνήθεις.

Ουσιαστικά οι αστυνομικοί εξετάζουν την περίπτωση το «καρτέρι» του δολοφόνου, σε έναν… οικείο χώρο για εκείνον, να μην αφορούσε οποιαδήποτε γυναίκα βρισκόταν μπροστά του αλλά ειδικά την Ελευθερία Αγραφιώτου.

Από τα αποτελέσματα των ιστολογικών εξετάσεων, δειγμάτων της σορού της 69χρονης, οι αστυνομικοί δεν είναι αισιόδοξοι, καθώς ο διαχωρισμός DNA σε πτώμα προχωρημένης αποσύνθεσης, εξαιτίας των πτωματικών υγρών καθίσταται από δύσκολος έως αδύνατος. Τα στελέχη της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών έχουν συλλέξει πλήθος αποτυπωμάτων και DNA, από τον χώρο του εγκλήματος, τα οποία είναι «ορφανά» και ανόμοια μεταξύ τους, δηλαδή δεν εμφανίζονται σε άλλα  σημεία, ενώ 2-3 από αυτά είναι πιο κοντά στη σορό της γυναίκας, χωρίς όμως να μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα ότι ανήκουν στον δολοφόνο. Επισημαίνεται ότι το εσώρουχο και το παντελόνι της άτυχης γυναίκας βρέθηκαν στο 2ο επίπεδο του κλιμακοστασίου, όταν ο δράστης την είχε καταδιώξει και προλάβει στο 1ο επίπεδο, όπου την πέταξε κάτω στις σκάλες, και αυτά όμως, προς το παρόν, δεν έχουν αξιοποιήσιμα στοιχεία.

Από τα πρώτα στοιχεία της άρσης τηλεφωνικού  απορρήτου, την ημέρα της εξαφάνισης, προκύπτουν προσωπικές και οικογενειακές επικοινωνίες, ενώ και η διακοπή εκπομπής ταιριάζει με την ημέρα θανάτου. Οι απαντήσεις από τις τράπεζες στο πλαίσιο άρσης του τραπεζικού απορρήτου, σε πρώτο στάδιο δεν αναδεικνύουν υπέρογκα χρηματικά ποσά καταθέσεων ή ύποπτες κινήσεις στους τραπεζικούς λογαριασμούς.

Παρά τα αρνητικά αποτελέσματα των εγκληματολογικών εργαστηρίων, για την σύνδεση του 30χρονου «δράκου» του Αμαρουσίου με το έγκλημα της 69χρονης, οι αστυνομικοί δεν έχουν αποκλείσει ακόμη την συμμετοχή του σε αυτό.