Πόσα κινηματογραφικά διαμάντια είναι ικανά να σε στείλουν στο πάνθεο των σκηνοθετών;

Αν είσαι ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, τότε μέσα σε διάστημα 7 ετών έχεις γυρίσει τους δύο πρώτους «Νονούς», την «Αποκάλυψη Τώρα» και τη «Συνομιλία» και έχεις εξασφαλίσει έτσι τη ζηλευτή θέση στην κορυφή των σύγχρονων δημιουργών της έβδομης τέχνης!

Μετρά φυσικά το γεγονός ότι έχεις στην τροπαιοθήκη σου 2 Χρυσούς Φοίνικες στις Κάνες, 5 χρυσά αγαλματίδια Όσκαρ και πάμπολλες ακόμα υποψηφιότητες, την ίδια ώρα που σε λατρεύει κοινό και κριτικοί στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.

Αυτή είναι λίγο πολύ η σπουδαία κινηματογραφική ιστορία του τρομερού παιδιού του αμερικανικού σινεμά της δεκαετίας του 1970, ο οποίος σε μια από τις πιο δημιουργικές εφταετίες στην ιστορία του σινεμά μπορεί να περηφανεύεται ότι άλλαξε τους όρους του χολιγουντιανού παιχνιδιού, χαρίζοντας στην ανθρωπότητα ταινίες-σταθμούς στα είδη τους.

Ως ο βασικός πρωταγωνιστής της παρέας των σκηνοθετών που άλλαξαν για πάντα το αμερικανικό σινεμά εκεί στη δεκαετία του 1970, δεν είναι και πολλά αυτά που δεν έκανε ο Κόπολα στην πλούσια και δραστήρια ζωή του. Μέχρι και έμπνευση παρείχε στον καρδιακό του φίλο Τζορτζ Λούκας για τον χαρακτήρα του Χαν Σόλο, ο οποίος βασίστηκε λίγο-πολύ στον ίδιο τον Φράνσις Φορντ Κόπολα!

Ο Κόπολα είχε πάντα κάτι το μυθικό στην περσόνα του και η παρουσία του είναι διάχυτη στα μεγάλα αριστουργήματά του, την τριλογία του «Νονού» και την «Αποκάλυψη, Τώρα», η οποία «δεν είναι μια ταινία για το Βιετνάμ, είναι το Βιετνάμ».

Αν και ο πατριάρχης του σύγχρονου αμερικανικού κινηματογράφου δεν εφησυχάζει ποτέ, σκαρώνοντας επιχειρήσεις για όλα τα πράγματα που του αρέσει να απολαμβάνει: το φαγητό, το κρασί και το σινεμά! Οραματιστής και πρωτοπόρος, νοιαζόταν πάντα περισσότερο για το όραμά του παρά για την υστεροφημία του, γι’ αυτό και δεν φοβήθηκε ποτέ να δοκιμάσει καινούρια πράγματα.

Γι’ αυτό και η συμβουλή επιτυχίας του έχει τέτοιο έρεισμα: «Φρόντισε η ζωή σου να είναι μια ζωή που να αξίζει να τη ζεις και θυμήσου ότι επιτυχία σημαίνει να ακολουθήσεις τον δρόμο της καρδιάς σου»…

Πρώτα χρόνια

Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα γεννιέται στις 7 Απριλίου 1939 στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν ως το δεύτερο από τρία παιδιά ενός φλαουτίστα στη δημοτική ορχήστρα της πόλης και μιας πρώην ηθοποιού ιταλικής καταγωγής. Το μεσαίο του μάλιστα όνομα, το «Φορντ», του δόθηκε ως φόρος τιμής στον αμερικανό αυτοκινητοβιομήχανο Χένρι Φορντ, ο οποίος σπονσοράριζε μια εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή στην οποία έπαιζε μουσική ο πατέρας Καρμίν.

Η οικογένεια μετακομίζει σύντομα στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, καθώς ο Καρμίν βρήκε δουλειά σε νεοϋορκέζικη ορχήστρα, και τα παιδιά αρχίζουν να κάνουν όνειρα στον χώρο της showbiz, καθώς το κοπολέικο μετρούσε γενιές και γενιές στον χώρο της δημιουργίας (ο ιταλός παππούς του ήταν ο γνωστός συνθέτης Φραντσέσκο Πενίνο). Άχαρος, κοκαλιάρης και αδέξιος όμως καθώς ήταν, ο Φράνσις δεν ήταν κομμένος και ραμμένος για ηθοποιός και σύντομα θα το συνειδητοποιούσε αυτό.

Σε ηλικία 9 ετών αρρώστησε από πολιομυελίτιδα και πέρασε έναν σχεδόν χρόνο κλινήρης, παράλυτος στην αριστερή του πλευρά. Μόνος, χωρίς κοινωνική ζωή και επισκέψεις από τους φίλους του, ο μικρός Φράνσις το ρίχνει στο κουκλοθέατρο και προσπαθεί να ψυχαγωγηθεί όπως μπορεί, βλέποντας τηλεόραση και αφήνοντας τη φαντασία του εντελώς ελεύθερη. Χωρίς να το ξέρει, ήταν η πρώτη μαθητεία στα μυστικά του κινηματογράφου!

Αφού έγινε καλά, άρχισε λοιπόν να καταγράφει τα οράματά του και να ηχογραφεί με μαγνητόφωνο τα πάντα. Πλέον είχε λατρεία για το σινεμά (λάτρευε τον «Κόμη Δράκουλα» και τα παιδικά της Ντίσνεϊ) κι έτσι μόλις αποφοίτησε από το σχολείο, ήταν έτοιμος να σπουδάσει θέατρο και σινεμά στο κολέγιο Hofstra της Νέας Υόρκης. Τόσο τον ενδιέφερε πια ο κινηματογράφος που πούλησε το σαραβαλάκι του για να αγοράσει μια ερασιτεχνική μηχανή 8mm και να κινηματογραφεί πια τις δικές του ιστορίες…

Σπουδαστής κινηματογράφου

Ήταν η επαφή του με τον πιονέρο της ρωσικής πρωτοπορίας Σεργκέι Αϊζενστάιν που έδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας στον νεαρό Κόπολα τι έπρεπε να κάνει στη ζωή του. Μαθαίνει ταυτοχρόνως μουσική, ώστε να έχει μια πληρέστερη εικόνα του κινηματογραφικού φαινομένου, και το 1956 γράφεται στο Hofstra με υποτροφία.

Αποφοιτώντας με το χαρτί του σκηνοθέτη ανά χείρας, ο Κόπολα μετακομίζει στη Δυτική Ακτή για να επεκτείνει τις κινηματογραφικές του γνώσεις στο περίφημο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, το UCLA (ήταν και συμμαθητής με τον Τζιμ Μόρισον εκεί), αλλά και για να βρεθεί στην καρδιά της αμερικανικής κινηματογραφίας. Μυαλό για μαθήματα δεν είχε βέβαια, καθώς ήθελε διακαώς να δουλέψει στο σινεμά.

Κι έτσι υπογράφει το πρώτο του συμβόλαιο για να σκηνοθετήσει μια ταινία σκληρού πορνογραφικού περιεχομένου(!) και η δουλειά του εκεί γίνεται αντιληπτή από τον θρυλικό σπλατερά Ρότζερ Κόρμαν. Αυτός ήταν που θα προσλάβει τον νεαρό Κόπολα ως άνθρωπο για όλες τις δουλειές, ο οποίος σύντομα θα γίνει το δεξί του χέρι. Με τον Κόρμαν στο πλευρό του, ο Κόπολα βρίσκει τα λίγα που χρειαζόταν για να γυρίσει την πρώτη δική του ταινία, το «Dementia 13» (1963), ένα αιματοβαμμένο φιλμ τρόμου που είχε γράψει σε μόλις 3 μέρες και κόστισε όχι περισσότερο από 40.000 δολάρια!

Αμέσως μετά το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, παντρεύτηκε την ντεκορατέρ του φιλμ του, την Eleanor Neil…

Σκηνοθετική εγκαθίδρυση

Η Warner Bros έσπευσε να κλείσει το πολλά υποσχόμενο φιντάνι για να σκηνοθετήσει το πανάκριβο μιούζικαλ «Finian’s Rainbow», μια ταινία που ήταν σαφώς έξω από τα ενδιαφέροντα αλλά και τις δυνατότητες του Κόπολα και το αποτέλεσμα δεν τον δικαίωσε καθόλου. Οι κριτικοί έθαψαν αμέσως την ταινία…

Αλλά και η επόμενη δουλειά του δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, καθώς το «The Rain People» του 1969 θεωρήθηκε πολύ προσωπικό και πειραματικό. Ο Κόπολα λάτρευε την αβανγκάρντ δημιουργία και είχε σκοπό να συνεχίσει στα χνάρια του πειραματικού σινεμά, αν και του έγινε η πρόταση που δεν μπορούσε να πει όχι: να γυρίσει το ιστορικό δράμα «Πάτον»! Ως συν-σεναριογράφος της ανεπανάληπτης επιτυχίας του «Πάτον», ο Κόπολα μοιράστηκε το Όσκαρ Σεναρίου (1970) και η φήμη του αποκαταστάθηκε στα κινηματογραφικά πράγματα των ΗΠΑ.

Και τότε ήταν που η Paramount θα του ζητούσε να σκηνοθετήσει την κινηματογραφική μεταφορά του μαφιόζικου μπεστ-σέλερ του Mario Puzo που ο συγγραφέας του είχε ονομάσει «Νονό»! Την ταινία που έμελλε να μετατραπεί σε ένα από τα παγκόσμια αριστουργήματα της έβδομης τέχνης δηλαδή…

Ο «Νονός» και η «Συνομιλία»

Το γύρισμα της θρυλικής γκαγκστερικής ταινίας μόνο εύκολο δεν ήταν και ο Κόπολα πάλεψε λυσσαλέα από την πρώτη στιγμή να κρατήσει τον έλεγχο του γυρίσματος αλλά και τον τελικό λόγο στο μοντάζ. Την ίδια στιγμή, οι ιταλοαμερικανικές ενώσεις διαμαρτύρονταν για την απεικόνιση του οργανωμένου εγκλήματος ως αποκλειστικά δική τους υπόθεση! Οι ηθοποιοί είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στον Κόπολα, θεωρώντας πως δεν μπορούσε να διευθύνει όλους αυτούς τους ανθρώπους, και ο ίδιος είχε συνεχώς προβλήματα με το στούντιο, που έψαχνε πάντα τρόπους να περικόψει έξοδα και προϋπολογισμό.

Παρά ταύτα, ο Κόπολα κατάφερε και ολοκλήρωσε την ιστορία της εγκληματικής φαμίλιας των Κορλεόνε και ένα κινηματογραφικό διαμάντι προβαλλόταν πια στις αίθουσες του κόσμου. Οι κριτικοί παραληρούσαν, το κοινό τον έβλεπε και τον ξανάβλεπε και ο «Νονός» του 1972 σάρωσε στα Όσκαρ, εξασφαλίζοντας στον 33χρονο δημιουργό δύο χρυσά αγαλματίδια, Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Καλύτερου Σεναρίου!

Χάρη στην τρομακτική επιτυχία του μαφιόζικου φιλμ που θα λειτουργούσε έκτοτε ως αρχέτυπο του είδους, ο Κόπολα ήταν πια ένας πλούσιος άνθρωπος, κάτι που του έδινε επιτέλους τη δυνατότητα να επιλέγει τις δικές του δουλειές (είναι θρυλικό το γεγονός ότι δεν ήθελε να γυρίσει με τίποτα τον «Νονό»!).

Κι έτσι 2 χρόνια αργότερα γύρισε τη «Συνομιλία» (1974), την κατασκοπευτική ταινία που θα τον εγκαθίδρυε ως το αγαπημένο παιδί του Χόλιγουντ!

Ο Κόπολα επέστρεψε στον κόσμο του οργανωμένου εγκλήματος την ίδια χρονιά, χαρίζοντας στην ανθρωπότητα το δεύτερο μέρος του «Νονού», που θα του εξασφάλιζε άλλο ένα αγαλματίδιο Καλύτερης Σκηνοθεσίας!

«Αποκάλυψη Τώρα» και απόηχος

Ο Κόπολα ήταν ήδη μυθικός! Αφού βοήθησε ως παραγωγός να ξεπεταχτεί η νέα γενιά των αμερικανών κινηματογραφιστών, όπως ο καρδιακός του φίλος Τζορτζ Λούκας, έκανε πλέον συλλογή από παιδικά τρενάκια και ζούσε τη μεγάλη ζωή: συγκέντρωνε έργα τέχνης, σπάνιες ηχογραφήσεις και παιδικά παιχνίδια, με τη βίλα του στη βόρεια Καλιφόρνια να γίνεται το μέρος όπου όλοι ήθελαν να παραβρεθούν. Αν και αυτή η πρωτόγνωρη για τον ίδιο χλιδή και οι απίστευτες σπατάλες θα έπαιρναν σύντομα τέλος.

Όχι, η επόμενη ταινία του δεν ήταν αποτυχία. Ήταν στην πραγματικότητα μια από τις κορυφαίες ταινίες όλων των εποχών και αναμφίβολα το μεγάλο αριστούργημα στην κατηγορία «πολεμικά φιλμ»! Όταν παίχτηκε στις σκοτεινές αίθουσες το 1979 το αντιπολεμικό έπος «Αποκάλυψη Τώρα», τόσο οι κριτικοί όσο και το κοινό κατάλαβαν από την πρώτη στιγμή ότι είχαν μπροστά τους ένα κομψοτέχνημα της έβδομης τέχνης. Μόνο που η παραγωγή του είχε αφήσει τον Κόπολα στην ψάθα!

Αντιμέτωπος με την κακοκαιρία των Φιλιππίνων, τις τροπικές ασθένειες, την πείνα, την έλλειψη πόσιμου νερού, τις αναποδιές (όπως το καρδιακό επεισόδιο του πρωταγωνιστή Μάρτιν Σιν) και τη βεντετίστικη συμπεριφορά του μεγάλου του σταρ, του Μάρλον Μπράντο, ο Κόπολα εκτροχίασε τον αρχικό προϋπολογισμό της ταινίας και ο ίδιος βγήκε από τα πολύμηνα γυρίσματα σωστό ράκος.

Παρά τον καλλιτεχνικό θρίαμβο και την καταπληκτική πορεία στα ταμεία, το παραισθητικό έπος του Κόπολα για το Βιετνάμ ήταν πανάκριβο, κόντεψε να φαλιρίσει το χολιγουντιανό στούντιο αλλά και να οδηγήσει τον σκηνοθέτη του στην τρέλα! Ό,τι συνέβη στις ζούγκλες των Φιλιππίνων παραμένουν θρυλικά και θα χρειαζόταν ιδιαίτερο άρθρο για τις κωμικοτραγικές περιπέτειες του Κόπολα να ολοκληρώσει την παραγωγή.

Παρά το γεγονός ότι ήταν στο απόγειο της δημιουργικής του ακμής, οι επόμενες δουλειές του Κόπολα όχι μόνο δεν δικαίωσαν τη φήμη του αλλά έκαναν πολλούς να υπαινίσσονται ότι έχασε το μαγικό του άγγιγμα. Έπειτα από μια σειρά από φιλμ με ανάμεικτες κριτικές και καθόλου καλή εισπρακτική πορεία, γύρισε το 1990 και το τρίτο μέρος του «Νονού», το οποίο δεν δικαίωσε την αριστουργηματική τριλογία και σηματοδότησε το τέλος των καλλιτεχνικών του θριάμβων.

Εντωμεταξύ, στη δεκαετία του 1980 είχε ιδρύσει τη δική του ανεξάρτητη εταιρία παραγωγής, τη Zoetrope Studio, για να γυρίζει τα σενάρια που ήθελε και να χρηματοδοτεί τις ταινίες των φίλων του που έτρωγαν πόρτα από τα χολιγουντιανά στούντιο, κάτι που προσυπέγραψε την ηχηρή του πτώση. Παρά το γεγονός ότι το «Rumble Fish» του 1983 και το «Cotton Club» του 1984 γνώρισαν σχετική επιτυχία, όλοι αναρωτιόνταν αν είχε ξοφλήσει ο Κόπολα των κομψοτεχνημάτων.

Κατάφερε να επανέλθει πάντως και σε πείσμα πολλών στις επιτυχίες με το εκκεντρικό «Peggy Sue Got Married» του 1985, αλλά και το πολύ προσωπικό «Tucker: The Man and His Dream» του 1988…

Τελευταίες δουλειές

Ο «Νονός Μέρος ΙΙΙ» του 1990, παρά το γεγονός ότι δεν επαινέθηκε όπως οι προηγούμενες ταινίες της τριλογίας, σηματοδότησε την επιστροφή του στην εισπρακτική τουλάχιστον επιτυχία, η οποία οδήγησε σε μια εκ νέου επιβεβαίωση της εμπιστοσύνης που του έδειχνε το Χόλιγουντ. Και ο «Δράκουλάς» του το 1992, παρά τις μεικτές κριτικές, παγίωσε τη μεγάλη του επιστροφή.

Μονίμως χρεωμένος πια, καθώς από την οικονομική παγίδα της «Αποκάλυψης Τώρα» δεν φαινόταν να ξεφεύγει εύκολα, ο Κόπολα άρχισε να ασχολείται με πολλά και διαφορετικά αυτή τη δεκαετία. Το 1997 μπήκε στον χώρο των εκδόσεων με το «Zoetrope Short Stories», ένα λογοτεχνικό περιοδικό αφιερωμένο στο διήγημα. Και βέβαια το 1998 ήταν από τα ιδρυτικά στελέχη του ανεξάρτητου κινηματογραφικού φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο (Classically Independent Film Festival).

Κινηματογραφικά, φαινόταν πια ότι είχε στερέψει και επαναλάμβανε απλώς τον εαυτό του σε μια σειρά από φιλμ που δεν είχαν καμία τύχη, καθώς πλέον είχε στραφεί με το σύνολο των δυνάμεών του στους αμπελώνες του στην Καλιφόρνια και την οινοπαραγωγική δραστηριότητα! Μετά τον «Βροχοποιό» του 1997, ο Κόπολα απομακρύνθηκε διακριτικά από τη σκηνοθεσία και περνούσε πια τον χρόνο του πατώντας σταφύλια στους αμπελώνες του, αν και βοηθούσε στο παρασκήνιο την κόρη του, τη σκηνοθέτιδα Σοφία Κόπολα, να γυρίσει την πρώτη της ταινία, το «Αυτόχειρες Παρθένοι» (1999).

Η εταιρία παραγωγής του συνέχισε να χρηματοδοτεί ταινίες που ο Κόπολα θεωρούσε σημαντικές και το 2001 έριξε στα σινεμά την «Αποκάλυψη Τώρα» με 49 λεπτά ακυκλοφόρητου υλικού, γεγονός που θύμισε σε όλο τον κόσμο ποιος ήταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα!

Το 2007 επέστρεψε στη σκηνοθετική καρέκλα με το «Youth Without Youth», ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να γυρίσει στο προσωπικό και πειραματικό σινεμά της νιότης του. Το 2009 ήρθε το ιταλικό δράμα εποχής «Tetro» και το 2011 το θρίλερ «Twixt», ταινίες που δεν θα έδιναν ωστόσο τίποτα περισσότερο στον θρύλο του Κόπολα.

Στην προσωπική του ζωή, η αδελφή του Κόπολα είναι η ηθοποιός Talia Shire (η σύζυγος του Σταλόνε στο «Ρόκι»!) και ο ανιψιός του κανείς άλλος από τον Νίκολας Κέιτζ! Όσο για τα δυο του παιδιά, τη Σοφία και τον Ρομάν, είναι αμφότεροι σκηνοθέτες.

Ο Φράνσις είχε έναν ακόμα γιο, τον ηθοποιό Τζιανκάρλο Κόπολα, ο οποίος σκοτώθηκε όμως σε δυστύχημα με το σκάφος του το 1986…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr