Αν ο Αλ Καπόνε έστρωσε το έδαφος μετατρέποντας τον υπόκοσμο σε οργανωμένο συνδικάτο εγκλήματος, η εγκληματική ιστορία επιφύλαξε για το πρωτοπαλίκαρό της Λάκι Λουτσιάνο έναν σαφώς πιο δαφνοστεφανωμένο ρόλο: ήταν ο άνθρωπος που πήρε τη Μαφία από το χέρι και από συμμορία κακοποιών τη μεταμόρφωσε σε πανεθνική οργάνωση βασισμένη πια σε νόμιμες επιχειρήσεις-βιτρίνα!

Ο ιταλικής καταγωγής αμερικανός «νονός» του οργανωμένου εγκλήματος έμελλε να περάσει στα εγκληματολογικά κιτάπια ως ο απόλυτος αρχιτέκτονας του σύγχρονου οργανωμένου εγκλήματος, ενορχηστρώνοντας τη στροφή του υπόκοσμου σε νόμιμη πια εμπορική δραστηριότητα.

Κι έτσι η μοντέρνα πλέον αμερικανική Μαφία μεταμορφώθηκε οργανωτικά και επιχειρησιακά μέσα σε μια νύχτα κάτω από τη σιδηρά και αιμοβόρα ηγεσία του Τσαρλς Λουτσιάνο, που οι φίλοι αποκαλούσαν «Λάκι» (Τυχερό δηλαδή) εξαιτίας της αμίμητης ικανότητάς του να ξεγλιστρά από τις διωκτικές αρχές και να διαφεύγει συνεχώς τον θάνατο από τις αντίπαλες οικογένειες, αν και κάποιοι έλεγαν ότι το παρατσούκλι του είχε να κάνει με τη δαιμόνια τύχη του στον τζόγο (πιθανότατα έκλεβε!).

Γέννημα θρέμμα Σικελιανός αλλά μεγαλωμένος στο Μανχάταν, ο Λουτσιάνο ξεπάστρεψε γρήγορα-γρήγορα τα μεγαλοαφεντικά της νεοϋορκέζικης Μαφίας ξεπηδώντας από τις λίμνες αίματος ως το αδιαφιλονίκητο «κεφάλι» του υπόκοσμου, πριν φέρει κατακλυσμιαίες αλλαγές στον τρόπο δράσης του συνδικάτου του, χαρίσει στις λεγόμενες Πέντε Οικογένειες ολόκληρη την πόλη της Νέας Υόρκης και στήσει τον θρύλο της υπερατλαντικής Κόζα Νόστρα.

Παρά το γεγονός ότι καταδικάστηκε ως προαγωγός σε κύκλωμα πορνείας το 1936 και απελάθηκε τελικά στη γενέτειρά του κατά τα τέλη του Β’ Παγκοσμίου, ο Λάκι δεν είχε πει ακόμα την τελευταία του λέξη, οργανώνοντας πια από το σικελικό του στρατηγείο τη διακίνηση ναρκωτικών μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής και ενδυναμώνοντας τις διεθνείς σχέσεις της Μαφίας.

Ο Λουτσιάνο ήταν ωστόσο πολλά περισσότερα από άλλο ένα μεγαλοαφεντικό της Μαφίας, καθώς συνέβαλε στην πολεμική προσπάθεια των Συμμάχων κατά τον Β’ Παγκόσμιο αποσπώντας πολύτιμες πληροφορίες για την κίνηση των φασιστικών στρατευμάτων στη γενέτειρά του και προστατεύοντας ούτε λίγο ούτε πολύ το τσιφλίκι του, το λιμάνι της Νέας Υόρκης δηλαδή, από τα ναζιστικά σαμποτάζ! Από τη δική του συμβολή εξαρθρώθηκαν τόσοι και τόσοι κατάσκοποι επί αμερικανικού εδάφους, που παρείχαν απόρρητες πληροφορίες για τις αμερικανικές κινήσεις στον εχθρό.

Κι αν η βαρβαρότητα και η κτηνωδία ήταν τα σήματα-κατατεθέν του, ο Λουτσιάνο είναι ίσως ο μόνος σταρ που ξεπήδησε ποτέ από την επικράτεια του οργανωμένου εγκλήματος. Ο άνθρωπος που έλεγε δηλαδή ότι «έμαθα πολύ αργά ότι χρειάζεσαι μυαλό για να βγάλεις ένα εκατομμύριο, είτε τίμια είτε βρόμικα»…

Πρώτα χρόνια

Ο Σαλβατόρε Λουκάνια γεννιέται στις 24 Νοεμβρίου 1897 στη σικελική επαρχία ως ένα από τα πέντε παιδιά ενός ανθρακωρύχου και της συζύγου του. Η καταραμένη φτώχεια ωθεί τη φαμίλια να μεταναστεύσει στον Νέο Κόσμο το 1906, με τον 10χρονο Σαλβατόρε να πιάνει αμέσως «δουλειά».

Χωρίς να μιλά γρι αγγλικά, το σχολείο φάνταζε γι’ αυτόν πολυτέλεια, γι’ αυτό και αποφάσισε να μάθει πώς να επιβιώνει στους δρόμους της υποβαθμισμένης συνοικίας του Μανχάταν όπου ζούσε. Η πρώτη του επιχείρηση ήταν να πουλά προστασία σε σχολιαρόπαιδα: για µια-δύο δεκάρες, συνόδευε τους εβραίους συμμαθητές του στο σπίτι, καθώς έπεφταν συχνά θύµατα αντισηµιτικής βίας.

Ήταν το πρώτο δίκτυο προστασίας που θα έστηνε ποτέ, αν και έμελλε να συλληφθεί την ίδια εποχή για μικροκλοπές. Από τη δράση του μάλιστα αυτή θα γνωρίσει καλά ένα εβραιόπουλο, τον επίσης δεκάχρονο Μάγερ Λάνσκι, ο οποίος έκανε τουλούμι στο ξύλο αυτούς που τον πείραζαν. Το αποτέλεσμα ήταν τα δυο παιδιά, ο Ιταλός και ο εβραίος, να γίνουν καρδιακοί φίλοι, με την παντοτινή συνεργασία τους να αλλάζει αργότερα την ίδια τη σύσταση της Μαφίας! Για τέτοια ιστορική γνωριμία μιλάμε, καθώς η γιγάντωση της υπερατλαντικής Κόζα Νόστρα τους χρωστά τα μέγιστα.

Ο Λουκάνια εγκατέλειψε οριστικά τις σχολικές περιπέτειες το 1914 για να εμπλακεί με ακόμη μεγαλύτερη προσήλωση στο έγκλημα. Την ώρα που έπιασε δουλειά ως πωλητής σε πιλοποιείο, οργάνωνε αργά αλλά σταθερά την άνοδό του στην ιεραρχία του οργανωμένου εγκλήματος. Ο έφηβος πια Λουτσιάνο γνωρίζεται αυτή την εποχή και με τον άλλο παντοτινό συνεργάτη του, τον επίσης εβραίο μικροκακοποιό Μπέντζαμιν «Μπάγκσι» Σίγκελ, με τη ζοφερή τριανδρία να πιάνει δουλειά στο συνδικάτο εγκλήματος του «νονού» Τζουζέπε Μασερία («Τζο το Αφεντικό»).

Το 1916, έχοντας ανέβει πια κατηγορία και ασχολούμενος τώρα με διακίνηση ναρκωτικών, ο Λουτσιάνο έχει το πρώτο γερό συναπάντημά του με τον νόμο: πιάστηκε να πουλά ηρωίνη και καταδικάστηκε σε ποινή 6 μηνών σε αναμορφωτήριο…

Εγκληματική καριέρα



Φυσικά και δεν αναμορφώθηκε και βγήκε από τη φυλακή ακόμα πιο διψασμένος για βία και πλούτο! Ξεπαστρεύοντας το αφεντικό της θρυλικής συμμορίας Five Points μετατρέπεται σε αφεντικό και φέρνει πλάι του τους φίλους του κακοποιούς. Είναι πια ένας σωστός «νονός» μόλις 19 ετών!

Και τότε παρουσιάζεται το θεόσταλτο δώρο: η ποτοαπαγόρευση του 1919! Ο Λουκάνια µε την παρέα του, ανερχόµενους νεαρούς µαφιόζους δηλαδή σαν τον Μέγιερ Λάνσκι, τον «Μπάγκσι» Σίγκελ, τον Φρανκ Κοστέλο και τον Βίτο Τζενοβέζε, έπεσαν µε τα μούτρα στο λαθρεµπόριο ουίσκι και σύντομα ξεπήδησαν από την περιπέτεια ως απόλυτοι κυρίαρχοι στην παράνομη προμήθεια αλκοόλ σε ολόκληρη την Ανατολική Ακτή. Πλέον είναι όνομα στην πιάτσα, έχει αποδείξει την εγκληματική του αξία και μπορεί έτσι να ασχοληθεί με τον τζόγο, το άγιο δισκοπότηρο του οργανωμένου εγκλήματος.

Μπαίνει όμως και στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών, με την αστυνοµία να προσπαθεί να τον εµπλέξει σε σειρά ξυλοδαρµών και φονικών, αλλά οι υποθέσεις δεν φτάνουν τελικά ποτέ στο δικαστήριο. Η φήµη του ως σκληρού µεγαλώνει συνέχεια στη Νέα Υόρκη, καθώς τα αιμοβόρικα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών που ενορχηστρώνει κόβουν τα ήπατα των φιλήσυχων πολιτών αλλά και των αντίπαλων οικογενειών.

Το 1929 είναι η σημαδιακή χρονιά που θα αποκτήσει το παρατσούκλι του «Τυχερός» αλλά και το καταχαρακωμένο του πρόσωπο. Όντας πια σχεδόν στην κορυφή της ισχυρότερης μαφιόζικης φαµίλιας της Νέας Υόρκης, µε «νονό» τον Μασερία, προσπαθεί να βγάλει από τη μέση το αφεντικό, αν και δεν υπολογίζει καλά: τα πρωτοπαλίκαρα του Μασερία τον κάνουν τόπι στο ξύλο και τον μαχαιρώνουν στο πρόσωπο περισσότερες από δέκα φορές, αν και εκείνος επέζησε τελικά µε μερικές ουλές και ένα ισοβίως «κρεµασµένο» µάτι.

Ο «Λάκι» πια Λουτσιάνο γλίτωσε όμως τον θάνατο και ήταν ώρα να αντεπιτεθεί: συμμαχεί μυστικά µε τον δεύτερο σε ισχύ «νονό» της πόλης, τον Σαλβατόρε Μαραντζάνο, και ο αιµατηρότατος τοπικός εµφύλιος «Πόλεµος των Καστελαµαρέζε» ξεκινά! Τελικά, έπειτα από δύο χρόνια ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, ο «διπλός πράκτορας» Λουτσιάνο µε τους μπράβους του εκτελούν τον Μασερία σε µια μοιραία συνάντηση τον Απρίλιο του 1931.

Ο Λάκι ανέλαβε προσωπικά τη συμμορία του Μασερία, μία από τις πέντε μεγάλες μαφιόζικες οικογένειες της πόλης, και ήταν πια το Νο 2 της υπερσπείρας, πίσω μόνο από τον Μαρατζάνο. Βέβαια ο «αρχινονός» σύντομα τον είδε ως απειλή και έβαλε να τον βγάλουν από τη μέση, αν και υπολόγισε χωρίς τον πανταχού παρόντα Λάκι: ο Λουτσιάνο τον πρόλαβε και χτύπησε πρώτος, βγάζοντας από τη μέση τον πανίσχυρο κάπο τον Σεπτέμβριο του 1931: εκτελεστές του ντυµένοι σαν πράκτορες του FBI μπήκαν στο γραφείο του Μαραντζάνο και τον δολοφόνησαν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση.

Με τους παντοδύναμους εχθρούς του παρελθόν πια, ο Λουτσιάνο ήταν τώρα απερίσπαστος να αφιερωθεί στο όραμά του, τη βελτιστοποίηση δηλαδή του τρόπου που έκανε δουλειές η Μαφία. Πλέον έψαχνε να δημιουργήσει ένα πανεθνικό συνδικάτο εγκλήματος που θα διοικούταν από μια κοινής αποδοχής επιτροπή, η οποία θα κατέστειλε τις συγκρούσεις συμφερόντων, θα τακτοποιούσε τις λογής εκκρεμότητες και θα χάραζε τις κατευθυντήριες γραμμές των εγκληματικών επιχειρήσεων. Στο νέο δίκτυο δεν θα έπαιρναν μέρος μόνο οι Πέντε Οικογένειες της Νέας Υόρκης, αλλά και εκπρόσωποι των ισχυρότερων μαφιόζικων συνδικάτων των ΗΠΑ, όπως ο Αλ Καπόνε του Σικάγου. Λουτσιάνο σε Νέα Υόρκη και Καπόνε σε Σικάγο ήταν πια τα μεγάλα αφεντικά της αμερικανικής Κόζα Νόστρα!

Το νέο διοικητικό σώμα του οργανωμένου εγκλήματος, η φοβερή και τρομερή «Κομισιόν», πήγε τις εγκληματικές δραστηριότητες της Μαφίας σε νέα και πρωτόγνωρα επίπεδα, γιατί μπορεί εν τω μεταξύ το αλκοόλ να νοµιµοποιήθηκε και πάλι, η πορνεία, τα ναρκωτικά, η προστασία, η τοκογλυφία και ο τζόγος παρέµειναν ωστόσο γερά προσδεμένα στο άρμα της Μαφίας. Ο Λουτσιάνο ξεπήδησε αδιαφιλονίκητος βασιλιάς από τις αρχαιρεσίες.

Κι έτσι στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Λάκι ζούσε βασιλικά: διέμενε στο υπερπολυτελές συγκρότημα Waldolf Towers της Νέας Υόρκης (με ψευδώνυμο Τσαρλς Ρος) και με το άφθονο παραδάκι του περνούσε άνετα για τον μεγαλοεπιχειρηματία που παρίστανε πως ήταν, κάτι που επιβεβαίωναν τα πανάκριβα κοστούμια του αλλά και ο σοφέρ που τον περίμενε νύχτα μέρα έξω από το κατώφλι του.

Ήταν όμως και οραματιστής μαφιόζος και όλοι του το αναγνώριζαν αυτό! Επί των ημερών του, τα εθνικά κριτήρια στρατολόγησης στον υπόκοσμο κατέρρευσαν και η Μαφία έπαψε να είναι αποκλειστικά ιταλική υπόθεση. Ταυτόχρονα, ο Λουτσιάνο άρχισε να χρησιµοποιεί τον απίστευτο πλούτο του για να αγοράζει πολιτική επιρροή, να διεισδύει στα εργατικά συνδικάτα (διεφθαρμένοι λιµενεργάτες, φορτηγατζήδες, αχθοφόροι κ.ά. ήταν πια δικοί του), αλλά και για να κρατά μακριά του την τσιμπίδα του νόμου.

Χαρακτηριστικό εδώ είναι πως καθ’ όλη τη δεκαετία του 1930 το νεοσυσταθέν FBI του Χούβερ δεν τόλμησε να ασχοληθεί καθόλου µε τη Μαφία, προτιµώντας να καταδιώκει και να δολοφονεί μεµονωµένους ληστές τραπεζών, όπως ο διαβόητος Ντίλινγκερ και το ζεύγος Μπόνι και Κλάιντ.

Όλα τα καλά πράγματα έχουν όμως ένα τέλος και στην ιστορία μας το τέλος θα άκουγε στο όνομα Thomas E. Dewey, ο γενικός εισαγγελέας που του ανατέθηκε δηλαδή το 1935 να ξεψαχνίσει τα έργα και τις ημέρες της Μαφίας: ούτε η παναµερικανική πλέον φήµη του ούτε και το τείχος προστασίας που είχε χτίσει γύρω του η πρωτόγνωρη πολιτική ασυλία που απολάμβανε θα μπορούσαν να τον σώσουν…

Η περίοδος της φυλακής

Κι έτσι η τύχη του Λουτσιάνο εξαντλήθηκε το 1936, όταν αυτός και άλλα οχτώ μέλη του εγκληματικού του συνδικάτου σύρθηκαν στις δικαστικές αίθουσες τον Μάιο με κατηγορίες για εκβιασμό και σύσταση κυκλώματος πορνείας. Η ετυμηγορία έπεσε τον Ιούνιο σαν καταπέλτης, καθώς καταδικάστηκε σε 30-50 χρόνια κάθειρξης!

Με τον Καπόνε φυλακή για φοροδιαφυγή και τον βασιλιά της Μαφίας πίσω από τα κάγκελα πλέον ως κοινό μαστροπό, η αμερικανική κυβέρνηση πίστεψε προς στιγμή πως είχε γονατίσει την Κόζα Νόστρα, αν και μόνο έτσι δεν ήταν τα πράγματα. Παρά το γεγονός ότι ο Λουτσιάνο στάλθηκε εκδικητικά στις διαβόητες φυλακές Κλίντον της Νέας Υόρκης, που οι τρόφιμοι αποκαλούσαν «Μικρή Σιβηρία» για την απομονωμένη και πάντα χιονισμένη θέση τους κοντά στα καναδικά σύνορα, και παρά το γεγονός ότι του αρνήθηκαν την εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσής του στο εφετείο, ο Λουτσιάνο κατάφερε να διατηρήσει τα σκήπτρα της εγκληματικής αυτοκρατορίας του, την οποία διοικούσε πια μέσα από το κελί του.

Την ίδια εποχή έκανε και το μόνο αξιέπαινο ίσως έργο της ζωής του, να συνδράμει δηλαδή τους Συμμάχους κατά την πολεμική τους εμπλοκή στα χαρακώματα του Β’ Παγκοσμίου. Δεν το έκανε φυσικά από την καλή του την καρδιά, αλλά για να τύχει καλύτερης μεταχείρισης από τις Αρχές. Ο έγκλειστος «νονός», ο οποίος έλεγχε πια ολοκληρωτικά µέσω των δικών του διεφθαρµένων εργατικών ενώσεων τα λιµάνια και τα εργοστάσια των ΗΠΑ, πρότεινε στην κυβέρνηση τη συνεργασία της Μαφίας κόντρα στους ναζιστές σαμποτέρ. Όλοι γνώριζαν για τη μακρά σειρά από τουλάχιστον περίεργα περιστατικά σε μεγάλα λιµάνια της χώρας, όπως οι τόσοι εμπρησμοί φορτίων αλλά και η ξαφνική βύθιση του πλοίου «Νορµανδία» στο λιµάνι της Νέας Υόρκης, κάτι που έπεισε τελικά το 1942 την κυβέρνηση Ρούσβελτ να συνεργαστεί µε τη Μαφία και τον αρχηγό της, ενεργοποιώντας προφανώς το ρητό ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.

Κι όμως, υπό την προστασία του Λουτσιάνο τα σαµποτάζ σταµάτησαν! Ταυτοχρόνως, ενεργοποιήθηκε η «Επιχείρηση Υπόκοσµος», κατά την οποία οι Ηνωµένες Πολιτείες χρησιµοποίησαν τις διασυνδέσεις των αµερικανών μαφιόζων στη γενέτειρά τους τη Σικελία ώστε να προετοιµάσουν καλύτερα την απόβαση του Πάτον το 1943 στην ιταλική χερσόνησο! Οι σιτσιλιάνοι µαφιόζοι αποδείχτηκαν κάτι παραπάνω από πρόθυµοι να συνεργαστούν με τους Συμμάχους καθώς μισούσαν σφόδρα τον Μουσολίνι, το φασιστικό καθεστώς του οποίου είχε ξεκάνει στη δεκαετία του 1930 πάμπολλες παραδοσιακές μαφιόζικες φαµίλιες του νησιού.

Κι έτσι η αγγλοαµερικανική εισβολή στη Σικελία έγινε σχεδόν αναίµακτα, σε αντίθεση µε τις αποβάσεις στην κυρίως Ιταλία που βάφτηκαν µε αίµα! Οι μαφιόζοι όχι μόνο οργάνωσαν τη συμμαχική απόβαση αλλά και ξεπάστρεψαν τους ελεύθερους σκοπευτές που είχαν ακροβολιστεί στην επικράτεια περιμένοντας τα αμερικανικά στρατεύματα. Ήταν σαν η παγκόσμια ιστορία να κλείνει το μάτι στον «αρχινονό», καθώς από την κυβερνητική αυτή συνεργασία φάνηκε να ξεπλένονται όλα τα ζοφερά κρίματά του…

Τελευταία δράση

Ο Λουτσιάνο μεταφέρθηκε ως αντάλλαγμα από τη «Μικρή Σιβηρία» σε σωφρονιστικό κατάστημα-«παιδότοπο» και το 1946 η αίτηση για αποφυλάκισή του έγινε αμέσως δεκτή. Η πολιτειακή αμνηστία από την ανίερη συμμαχία (κατά πολλούς) κυβέρνησης και Μαφίας συνοδεύτηκε ωστόσο από εντολή για άμεση απέλαση του Λουτσιάνο από τα εδάφη των ΗΠΑ. Οι προϋποθέσεις για την αποφυλάκισή του ήταν να μην εμπλακεί ποτέ ξανά σε εγκληματικές οργανώσεις και να μην αποκαλύψει τη συνεργασία του με την κυβέρνηση Ρούσβελτ. Ο Λουτσιάνο δεν θα τηρούσε φυσικά την υπόσχεσή του: αφού επέστρεψε για σύντομο χρονικό διάστημα στα πάτρια εδάφη, όπου έτυχε υποδοχής ήρωα, κατέφυγε τελικά στην Κούβα επιστρέφοντας στις παλιές του «δουλειές».

Εκεί τον επισκέπτονταν συχνά οι παντοτινοί του σύντροφοι Μέγιερ Λάνσκι και «Μπάγκσι» Σίγκελ για να παίρνουν τόσο τις ευλογίες του όσο και τις εντολές του. Ως αποτέλεσμα της ανοιχτής πια δράσης του, η κουβανική κυβέρνηση τον έστειλε πακέτο στην Ιταλία το 1947, όπου και παρακολουθούνταν πια νυχθημερόν και εξίσου ανοιχτά.

Πλέον του απαγορευόταν να εγκαταλείψει τη Νάπολη, όχι ότι αυτό βέβαια περιόρισε τη δύναμή του. Η εξουσία του ως «αρχινονού» της αμερικανικής Μαφίας δεν απειλήθηκε ποτέ και ο ίδιος έστησε πια ένα νέο και παγκόσμιο αυτή τη φορά εγκληματικό δίκτυο με υπερατλαντικές σχέσεις. Αφού έφερε κοντά τη σιτσιλιάνικη με την κορσικανική Μαφία, ο πάντα ασίγαστος Λουτσιάνο έστησε τώρα ένα τεράστιο διεθνές δίκτυο εµπορίας ηρωίνης που διοχέτευσε πρωτοφανείς ποσότητες του ναρκωτικού στις Ηνωµένες Πολιτείες, την Ευρώπη και τις ασιατικές αγορές.

Και κάτι ακόμα: μέσα στο νέο περιβάλλον του Ψυχρού Πολέµου, η Κόζα Νόστρα συνέχισε να συνεργάζεται υπογείως µε τις μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών. Πολλοί σικελοί και ιταλοί μαφιόζοι ήταν εξάλλου φανατικοί αντικοµµουνιστές και φάνηκαν ιδιαίτερα χρήσιµοι στη διάβρωση των αριστερών οµάδων αντίστασης και των εργατικών συνδικάτων στην Ιταλία.

Η σχέση του Λουτσιάνο µε τον βασικό του συνεργάτη Μέγιερ Λάνσκι ψυχράθηκε ωστόσο προοδευτικά, καθώς ο Λάκι πίστευε ότι ο παιδικός του φίλος τον έκλεβε στα εγκληματικά μερίδια. Όπως κι αν έχει το πράγμα, ο μεγάλος πόθος του Λουτσιάνο να επιστρέψει στην Αµερική και να ανακτήσει πλήρως τον έλεγχο της Μαφίας δεν θα ευοδωνόταν ποτέ: στις 26 Ιανουαρίου 1962, ο 65χρονος πια Λουτσιάνο, ο μεγάλος αναµορφωτής της Μαφίας, υπέστη καρδιακή προσβολή στο αεροδρόµιο της Νάπολης (όπου θα συναντούσε μεγαλοπαραγωγό του Χόλιγουντ για τα κινηματογραφικά δικαιώματα του βίου του!) και επέστρεψε τελικά στην πολυαγαπηµένη του Νέα Υόρκη μόνο μέσα στο φέρετρο.

Όσο για την εγκληματική του κληρονομιά, αυτή συνεχίζει να υφίσταται, καθώς η μαφιόζικη αυτοκρατορία του συνεχίστηκε από τον Βίτο Τζενοβέζε και είναι πλέον γνωστή ως η μαφιόζικη φαμίλια των Τζενοβέζε. Για πολλούς ιστορικούς, ο Λουτσιάνο ήταν ο αδιαφιλονίκητος «πατέρας» του οργανωμένου εγκλήματος…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr