Το δημοφιλέστερο δίδυμο που ξεπήδησε ποτέ από τη μεγάλη οθόνη, οι φοβεροί και τρομεροί Σταν και Όλι, υπήρξαν το λιγότερο μοναδικοί στο είδος τους. Το χαρισματικό ντουέτο μπορεί όμως να τσακωνόταν, να τρωγόταν και να «σκοτωνόταν» διαρκώς στο πανί, στην πραγματική ζωή ήταν ωστόσο φίλοι καρδιακοί, δυο κωμικοί που αγάπησε βαθύτατα ο ένας τον άλλο και συνδέθηκαν με ειλικρινή και ανιδιοτελή φιλία. Η ασύγκριτη χημεία που είχαν μεταξύ τους μετέτρεψε το δίδυμο του Χοντρού-Λιγνού στο απόλυτα αγαπημένο του κινηματογραφικού κοινού εκεί στις πρώτες δεκαετίες της νέας ανθρώπινης τρέλας με τις βωβές κινούμενες εικόνες. Ούτε και η έλευση του ήχου στο σινεμά μπόρεσε να κλονίσει την πρωτοκαθεδρία τους, εκεί δηλαδή που χάθηκαν πολλοί κωμικοί του βωβού! Η έκπληξη παραγωγών και κοινού ήταν τεράστια: η βρετανική σοπράνο φωνή του Λιγνού ερχόταν σε τραγική αντίθεση με τη γλυκερή αμερικανική προφορά του Χοντρού, με το ηχητικό σύμπλεγμα των φωνών τους να προσθέτει πλέον το κατιτίς παραπάνω στη μοναδικότητα της χημείας τους. Το μοτίβο μάλιστα της κωμικής δουλειάς τους παρέμεινε σχεδόν απαράλλακτο από την πρώτη ταινία τους το 1917 μέχρι και το κινηματογραφικό τους τέλος: ένας θυελλώδης τσακωμός μεταξύ τους, μια σκηνή καταστροφής όπου έσπαγαν τα πράγματα κάποιου τρίτου (ο οποίος τους κοιτούσε με απλανές βλέμμα χωρίς να αντιδρά) και μετά η εκδίκηση! Ο συνήθως αθώος και ελαφρώς χαζούλης Λιγνός που έκανε όλο γκάφες περίμενε από τον εύσωμο φίλο του να τον βγάλει από τη δύσκολη θέση, κι αυτό ήταν όλο. Παρά τις εχθροπραξίες τους επί σκηνής όμως σε εκατοντάδες κυριολεκτικά ταινίες, οι δυο ηθοποιοί ήταν τόσο κοντά ο ένας στον άλλον που ο Σταν έπαθε νευρικό κλονισμό μετά τον θάνατο του Όλι, από τον οποίο μάλιστα δεν συνήλθε ποτέ. Όσο για τον Όλιβερ Χάρντι με το φοβερό παρατσούκλι «Βabe» (Μωρό), καταγόταν από γονείς που ουδεμία σχέση είχαν με τη showbiz. Χαρισματικός τραγουδιστής, συμμετείχε από ηλικία 8 ετών σε παραστάσεις, αν και η κινηματογραφική του περσόνα έμελλε να απογειωθεί και να ταυτιστεί φυσικά με την εικόνα του υπερμεγέθους αυταρχικού μεγάλου παιδιού που ενώ ανέχεται με δυσκολία τον φίλο του Σταν, αρκείται στο να του επιδεικνύει την (αμφισβητούμενη!) ανωτερότητά του. Βλέπετε ήταν προικισμένος με το εξαιρετικό προνόμιο του «να μην ξέρει πολλά αλλά να γνωρίζει λίγα για πολλά πράγματα»… Πρώτα χρόνια Ο Νόρβελ Χάρντι γεννιέται στις 18 Ιανουαρίου 1892 στο Χάρλεμ της Τζόρτζια ως ένα από τα πέντε παιδιά του φοροεισπράκτορα της κομητείας Όλιβερ και της συζύγου του Έμιλι. Ο πατέρας ωστόσο πεθαίνει μόλις 10 μήνες μετά τη γέννηση του Νόρβελ, κάτι που ανάγκασε τη μητέρα να νοικιάζει δωμάτια στην οικία τους για να μπορεί να συντηρεί την πολυπληθή της φαμίλια. Από πολύ μικρός ακόμα, ο Νόρβελ ανέπτυξε μια πρωτοφανή αγάπη για το τραγούδι και ανέβηκε από πολύ νωρίς στη σκηνή. Το σχολείο δεν τον ενδιέφερε, ούτε και η στρατιωτική ακαδημία όπου φοίτησε για λίγο, καθώς ήξερε ότι θα γινόταν ηθοποιός και τραγουδιστής, όχι αξιωματικός του στρατού. Κι έτσι αναλαμβάνει μικρορολάκια σε θεατρικές παραστάσεις αλλά και στα μιούζικ-χολ της εποχής, παλεύοντας για να τα καταφέρει. Το 1910 επέστρεψε στο χωριό του και βρήκε δουλειά στα παρασκήνια αίθουσας βοντβίλ και σινεμά, όντας κυριολεκτικά ένας άνθρωπος για όλες τις δουλειές: επιστάτης, ταμίας, φύλακας αλλά και τεχνικός προβολής! Την ίδια εποχή υιοθετεί ως όνομά του το «Όλιβερ», για να τιμήσει τον αδικοχαμένο πατέρα του, και πλέον όλοι τον φωνάζουν Όλι. Ή και «Babe» βέβαια… Πρώτες δουλειές Όντας σε επαφή με τον βωβό κινηματογράφο της εποχής ως ταξιθέτης αλλά και μηχανικός προβολής όπως είπαμε, του σφηνώνεται η ιδέα ότι ο ίδιος θα μπορούσε να κάνει καλύτερη δουλειά στο μεγάλο πανί από εκείνη που έκαναν οι ηθοποιοί του καιρού! Κι έτσι επόμενη λογική κίνηση ήταν να μετακομίσει στο Τζάκσονβιλ της Φλόριντα, την πόλη που είχε ήδη αρχίσει να ανθεί η παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών (1913). Εκεί είναι που θα ξεκινήσει να γυρνά ταινίες την ημέρα και να εμφανίζεται στη σκηνή καμπαρέ και νυχτερινών κέντρων το βράδυ. Αποτέλεσμα; Από το 1914 που γύρισε την πρώτη του ταινία («Outwitting Dad») μέχρι το 1915 να κάνει περισσότερες από 50 ταινίες μικρού μήκους! Οι θηριώδεις διαστάσεις του (ύψος 1,85 και βάρος 136 κιλά) περιόριζαν βέβαια το ρεπερτόριό του είτε σε ρόλους κακού και σκληρού είτε σε κωμικά νούμερα, με τον Όλιβερ να τα πηγαίνει αξιοσημείωτα καλά και στις δύο τυποποιήσεις. Την ίδια εποχή γνώρισε και παντρεύτηκε την πρώτη γυναίκα του, την πιανίστρια Μαντλίν Σαλόσιν. Περιστασιακά κατέβαινε και στη Νέα Υόρκη για να εργαστεί σε ταινίες που γυρίζονταν εκεί, αν και είχε πάντα έδρα το Τζάκσονβιλ. Κι έτσι το 1917, έπειτα από πολλές ταινίες μεγάλου και μικρού μήκους (μέχρι και με τον επίσης άσημο Τσάρλι Τσάπλιν συνεργάστηκε αυτή την εποχή), αποφάσισε να κυνηγήσει την τύχη του στην Καλιφόρνια… Καλημέρα Χόλιγουντ! Στη βαριά βιομηχανία της αμερικανικής κινηματογραφίας που μόλις είχε πάρει τα πάνω της ο Χάρντι έτυχε της ίδιας θερμής υποδοχής. Ο «βαρύς», όπως τον έλεγαν πια στην Καλιφόρνια, έπαιζε με σταθερό ρυθμό σε φιλμ της εποχής ενσαρκώνοντας αντισυμβατικούς σκληρούς και κωμικούς χαρακτήρες, αν και πλέον τυποποιήθηκε στον ρόλο του σωματικά τρομακτικού «κακού»! Την ίδια χρονιά (1917) συνεργάζεται με τον λιπόσαρκο βρετανό ηθοποιό Σταν Λόρελ σε δυο-τρεις ταινίες, αν και η συνάντησή τους πέρασε στα «ψιλά». Το αχτύπητο δίδυμο δεν ήταν ακόμα έτοιμο να γεννηθεί. Μέχρι το 1923 είχε κάνει περισσότερες από 40 χολιγουντιανές ταινίες, αριθμός που εκτοξεύτηκε στις 90 μέχρι το 1926. Αυτή την περίοδο (1919) χώρισε από την πρώτη του σύζυγο και παντρεύτηκε το 1921 την ηθοποιό Μιρτλ Ριβς, με την οποία ωστόσο δεν ευτύχησε όπως έλπιζε καθώς σύντομα η νέα του σύζυγος βουτήχτηκε στον κόσμο του αλκοόλ. Ήταν το 1926 όταν έκλεισε συμβόλαιο με το μικρό αλλά δραστήριο στούντιο του Χαλ Ρόουτς και ήταν αυτός ακριβώς ο παραγωγός που διείδε τη χημεία του χοντρού Όλιβερ με τον λιγνό Σταν, ο οποίος είχε αποβιβαστεί από την Αγγλία στον Νέο Κόσμο ακολουθώντας τα ίχνη του Τσάρλι Τσάπλιν. Την εποχή που άρχισε να συνεργάζεται με τον Όλιβερ, ο Στάνλεϊ ήταν ένας φέρελπις κωμικός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης του βωβού, έχοντας μάλιστα υπογράψει τη σκηνοθεσία σε αρκετά φιλμ που είχε εμφανιστεί ο Όλι… Χοντρός-Λιγνός Η εταιρία του Ρόουτς ήταν όπως είπαμε αυτή που έφερε κοντά τους δυο κωμικούς, έχοντας ήδη διαπιστώσει ότι το δίδυμο Λόρελ και Χάρντι μαγνήτιζε ιδιαίτερα το κοινό. Κι έτσι απλά-απλά δημιουργήθηκε το πιο διάσημο κινηματογραφικό ζευγάρι όλων των εποχών! Η αρχή έγινε με το φιλμ «Putting Pants on Philip» και ακολούθησε ένας μεγάλος αριθμός ταινιών μικρού μήκους με σπαρταριστές περιπέτειες. Το υπερεπιτυχημένο εισπρακτικά δίδυμο ήταν τόσο ανεπανάληπτο που το στούντιο έφτιαξε μια νέα σειρά κωμωδιών μικρού μήκους ειδικά για τους δυο τους, την οποία ονόμασε «Λόρελ και Χάρντι». Και ήταν το φιλμάκι «The Second Hundred Years» του 1927 που θα τους έστελνε ήδη από την πρώτη στιγμή στην κωμική αθανασία! Στα κατοπινά φιλμ οι Λόρελ και Χάρντι θα ανέπτυσσαν σταδιακά τους χαρακτήρες με τους οποίους θα περνούσαν τελικά στο κινηματογραφικό πάνθεο. Όσο για την επιτυχία τους, πραγματικά πρωτόγνωρη: μέσα σε τρία χρόνια είναι στην κορυφή, έχοντας πια στο ενεργητικό τους ακόμα και μιούζικαλ! Το «The Rogue Song» (1930) γίνεται ανάρπαστο και σηματοδοτεί τη στροφή του διδύμου σε ταινίες μεγάλου μήκους, ταυτοχρόνως βέβαια με τη δουλειά τους στα κωμικά σκετσάκια, η οποία σύντομα θα βραβευόταν με Όσκαρ! Ήταν το 1932 όταν απέσπασαν χρυσό αγαλματίδιο για το καλύτερο φιλμάκι μικρού μήκους, το μοναδικό «Music Box». Εγγεγραμμένοι στην κωμική παράδοση του Τσάρλι Τσάπλιν, του Μπάστερ Κίτον και του Χάρι Λάνγκτον, οι Χοντρός-Λιγνός έβγαζαν γέλιο από τις περιπέτειες των δύο ακίνδυνων και σχετικά ελαφρόμυαλων μεγάλων παιδιών μέσα στον επικίνδυνο κόσμο των ενηλίκων. Από το 1927 ως το 1940, οι Λόρελ και Χάρντι έκαναν 60 κωμωδίες μικρού μήκους και 16 ταινίες μεγάλου μήκους, πάντα για λογαριασμό του στούντιο του Χαλ Ρόουτς, μεταξύ των οποίων και τη σπουδαία «Big Business» (1929), η οποία περιλαμβάνεται σταθερά σε κάθε λίστα με τις καλύτερες κωμωδίες της βωβής περιόδου. Η έλευση του ήχου στην κινηματογραφική επικράτεια όχι μόνο δεν απείλησε τις καριέρες τους, όπως τόσων και τόσων κωμικών της εποχής, αλλά τουναντίον εκτόξευσε ακόμα ψηλότερα την κατακλυσμιαία επιτυχία του Χοντρού-Λιγνού: η βρετανική προφορά του Σταν και το ηχόχρωμα του αμερικανικού Νότου του Όλι έφεραν νέες διαστάσεις στη σπαρταριστή κωμική δουλειά τους. Από την περίοδο αυτή ξεχωρίζουν τα αριστουργήματα «Sons of the Desert» (1933) και «Way Out West» (1937). Την ίδια εποχή, ο Όλιβερ δίνει οριστικό τέλος στον γάμο του με τη Μιρτλ και είναι πια έτοιμος για άλλα. Σχεδόν αμέσως συνδέεται ερωτικά με μια βοηθό του κινηματογραφικού τους συνεργείου, τη Βιρτζίνια Λούσιλ Τζόουνς, την οποία ερωτεύεται παράφορα, παντρεύεται την επόμενη χρονιά και περνά στο πλάι της όλα τα χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής του… Β’ Παγκόσμιος και τελευταία χρόνια Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, οι δυο παντοτινοί συνεργάτες δεν θα μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι. Παρέχουν έτσι αφειδώς τις ψυχαγωγικές τους υπηρεσίες στον αμερικανικό στρατό και συνεχίζουν την αμίμητη κινηματογραφικά δουλειά τους, από την οποία ξεχωρίζουν τα φιλμ «A Chump at Oxford» και «Saps and Sea». Το 194, εξαιτίας διαμάχης για όρους του συμβολαίου τους, οι Χάρντι και Λόρελ διακόπτουν τη συνεργασία τους με το στούντιο του Ρόουτς και υπογράφουν τόσο με την Twentieth Century Fox όσο και την MGM. Τα μεγάλα στούντιο δεν θέλουν όμως τα κωμικά σκετσάκια μικρού μήκους τους και τους αναγκάζουν να παίξουν σε κακογραμμένες και φτηνές μεγάλου μήκους παραγωγές, με την πτώση της ποιότητας της δουλειάς τους να είναι πλέον εμφανής, καθώς το δίδυμο έχασε ταυτοχρόνως και τον απόλυτο έλεγχο της παραγωγής. Και κάτι ακόμα: την ώρα που ο πειραματισμός και ο αυθορμητισμός ήταν το κρυμμένο τους ατού στο γύρισμα, τα μεγάλα στούντιο το απαγόρευσαν αυτό διά ροπάλου, στερώντας τους έτσι το αλατοπίπερο της κωμικής τους δουλειάς. Αποθαρρυμένοι πια, οι Λόρελ και Χάρντι εγκατέλειψαν οριστικά την κινηματογραφική επικράτεια το 1945, επιστρέφοντας μόνο μία φορά έκτοτε στο μεγάλο πανί, στο όχι ακριβώς αριστούργημά τους «Atoll K» («Ουτοπία») του 1951. Το 1947 περιόδευσαν εκτεταμένα στη Μεγάλη Βρετανία, όπου έτυχαν ιδιαίτερα θερμής υποδοχής, και όργωσαν πολλές ακόμα ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Βέλγιο, τη Γαλλία και τις σκανδιναβικές χώρες. Τη χρονιά 1953-1954 επανέλαβαν την ετήσια διεθνή τουρνέ τους, ενώ ο Χάρντι εμφανίστηκε σε δεύτερους ρόλους σε δύο ταινίες, στο «The Fighting Kentuckian» του 1949 και στο «Riding High» (1950) του Φρανκ Κάπρα. Το 1956, οι Στάνλεϊ και Όλιβερ ετοίμαζαν τη μεγάλη κινηματογραφική (και τηλεοπτική) επιστροφή τους, αν και τα σχέδια έπρεπε να ματαιωθούν εξαιτίας της συνεχώς επιδεινούμενης υγείας των δυο τους. Την ίδια χρονιά, ο αγαπημένος Λιγνός έπαθε καρδιακό επεισόδιο και ο Χοντρός υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό (Σεπτέμβριος) που τον καθήλωσε τους επόμενους μήνες στο κρεβάτι. Πλέον δεν μπορούσε να μιλήσει ούτε να κινηθεί. Τον Αύγουστο του 1957 υπέστη δύο νέα εγκεφαλικά και έφυγε από τη ζωή λίγες ημέρες αργότερα, στις 7 του μήνα, αγνώριστος πια καθώς είχε χάσει περισσότερα από 70 κιλά, τόσο εξαιτίας της κακής του υγείας όσο και ως αποτέλεσμα συνειδητής προσπάθειας να κοιτάξει λίγο τον εαυτό του… Μία εβδομάδα μετά τον θάνατο του Χάρντι, ο Σταν Λόρελ, που δεν συνήλθε ποτέ μετά τον θάνατο του καρδιακού φίλου και παντοτινού συνεργάτη του, έδωσε μια συγκινητική συνέντευξη στο ραδιόφωνο: «Ήταν σαν αδελφός μου. Έτσι τελειώνει η ιστορία του Χοντρού και του Λιγνού». Ο Σταν έφυγε από τη ζωή από καρδιακή προσβολή τον Φεβρουάριο του 1965. Εκείνος πρόλαβε βέβαια να δει την εκ νέου ανακάλυψη του σπαρταριστού διδύμου από κριτικούς και κοινό, με τις παμπάλαιες ταινίες τους να γνωρίζουν πια μια αξιοσημείωτη αναβίωση… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr