Η ιστορία μας αρχίζει τον Μάιο του 1945, όταν ο γερμανός αιχμάλωτος πολέμου στεκόταν ενώπιον των αμερικανών ανακριτών της επιτροπής διερεύνησης για εγκλήματα πολέμου στο κέντρο κράτησης της Βαυαρίας.

Ένας στρατιώτης καταγράφει το επίθετό του στη λίστα: Γκέρινγκ! Το όνομά του δεν ήταν όμως Χέρμαν, το δεξί χέρι δηλαδή του παράφρονα δικτάτορα Αδόλφου Χίτλερ και αρχιτέκτονα της «τελικής λύσης» του Ολοκαυτώματος, καθώς ο Χέρμαν περίμενε στο κελί Νο 5 στο τέλος του διαδρόμου.

Ο άντρας που στεκόταν με το κεφάλι κάτω ενώπιον των αμερικανών ανακριτών αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για συνεργασία με το ναζιστικό καθεστώς και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ήταν ο αδελφός του Χέρμαν, Άλμπερτ. Εγκληματίας και ο ίδιος, καμιά αμφιβολία, καθώς το διαβόητο επίθετο δεν άφηνε περιθώρια αμφιβολίας.

Σηκώνοντας όμως το κεφάλι του, ο Άλμπερτ Γκέρινγκ άρχισε να διηγείται στην επιτροπή μια ιστορία τουλάχιστον ασυνήθιστη και αξιοσημείωτη! Τους είπε λοιπόν ότι χρησιμοποιώντας το τρομερό επίθετό του, συνώνυμο πλέον του κακού, κατάφερε να σώσει αμέτρητους εβραίους από τις δολοφονικές δάγκανες της Γκεστάπο. Ρισκάροντας τη ζωή του, βοήθησε πολλές εβραίες από δημόσιους ναζιστικούς εξευτελισμούς στον δρόμο (πιανόταν συχνά στα χέρια με άντρες της Γκεστάπο για να γλιτώνει ηλικιωμένες γυναίκες που ανάγκαζαν τα ανθρωπόμορφα κτήνη να φορούν στον λαιμό εξευτελιστικές πινακίδες που έγραφαν «είμαι εβραία γουρούνα») και έστησε υπόγειο δίκτυο για τη μεταφορά αναρίθμητων προσφύγων εκτός Αυστρίας.

Κι αν αυτά δεν ήταν αρκετά, αν και εξωφρενικά για να είναι αληθή, είχε πείσει τους φρουρούς στρατοπέδου συγκέντρωσης να φορτώσουν εκατοντάδες εβραίους ομήρους σε καμιόνια, τους οποίους οδήγησε κατόπιν στην ελευθερία. Και βέβαια είχε ξεφύγει τρεις φορές από τα εντάλματα σύλληψης της Γκεστάπο, καθώς ήταν αδερφός του Χέρμαν.

Η ιστορία που διηγήθηκε στους ανακριτές ήταν από αυτές που φανερώνουν ηρωισμό, ανθρωπισμό και τόλμη. Οι Αμερικανοί κοιτάχτηκαν στα μάτια, καταλήγοντας ότι η εξιστόρησή του θα μπορούσε να ήταν πιθανή, αν και όχι αληθινή, καθώς μιλάμε για «γαλαζοαίματο» του ναζιστικού καθεστώτος, αδερφό του Νο 2 του Χίτλερ, ο οποίος πιθανότατα σκαρφίστηκε τα ανδραγαθήματά του για να γλιτώσει το απόσπασμα. Κι έτσι ο ταγματάρχης Paul Kubala έκλεισε τον φάκελο του αιχμαλώτου πολέμου ως εξής: «Η διερεύνηση της ανάκρισης του Άλμπερτ Γκέρινγκ συνιστά την πιο έξυπνη προσπάθεια συγκάλυψης που έχουμε δει μέχρι τώρα».

Απτόητος, ο καλός κύριος Γκέρινγκ έδωσε τότε στους ανακριτές του μια λίστα με 34 ονόματα που ο ίδιος ισχυριζόταν ότι είχε σώσει προσωπικά. «Ψάξτε τους», είπε, «και θα δείτε». Και ήταν αυτή ακριβώς η λίστα που εξασφάλισε όχι μόνο την ελευθερία του αλλά και τη συμπερίληψή του στο πάνθεο των γερμανών ανθρωπιστών της περιόδου, αν και έπειτα από 15 μήνες όπως θα δούμε: ο Άλμπερτ Γκέρινγκ ήταν τόσο ήρωας όσο είχε πρωτύτερα περιγράψει!

Τι κι αν ο διαβόητος αδερφός του είχε βοηθήσει απίστευτα στην άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία, όντας δεύτερος τη τάξει σε ολόκληρο το Γ’ Ράιχ; Τι κι αν ο Χέρμαν είχε ιδρύσει την Γκεστάπο, είχε σκαρφιστεί τα στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους πολιτικούς αντιφρονούντες και είχε σχεδιάσει τη ζοφερή «τελική λύση» που θα έφερνε στα κολαστήρια του θανάτου εκατομμύρια ανθρώπους από όλη την Ευρώπη;

Ο μικρότερος αδερφός του Άλμπερτ μισούσε την απανθρωπιά των ναζί όσο λίγοι στη γενέτειρά του και ρίσκαρε τη ζωή και την καριέρα του για να σώσει τόσους και τόσους ανθρώπους από τη ναζιστική λαίλαπα, χρησιμοποιώντας για καλό σκοπό το βαρύ στους κόλπους του σκοτεινού καθεστώτος επίθετό του. Ο «άλλος Σίντλερ», όπως ονομάστηκε τελικά καθώς ο παραλληλισμός των δύο αντρών είναι αναπόφευκτος, παραμένει ωστόσο σχετικά άγνωστος, μια κρυφή υποσημείωση στα απίστευτα εγκλήματα του άλλου Γκέρινγκ, του ενορχηστρωτή του Ολοκαυτώματος.

Και ήταν ακριβώς οι μαρτυρίες των ανθρώπων που έσωσε αλλά και τα απόρρητα έγγραφα που φυλάσσονταν μέχρι πρόσφατα στα βρετανικά κιτάπια που έδειξαν στην οικουμένη ποιος ήταν ο αδερφός του «τέρατος», αποδεικνύοντας ότι ακόμα και οι δεσμοί αίματος δεν αρκούν για να σε εξισώσουν σε όρους φρίκης και τρόμου. Ο Άλμπερτ Γκέρινγκ, σωτήρας θυμάτων της τυραννίας που ο αδερφός του ενορχήστρωσε, φυλακίστηκε για αρκετό καιρό μετά τον Β’ Παγκόσμιο εξαιτίας του ονόματός του και μόνο. Στη μεταπολεμική περίοδο έζησε μάλιστα ασύλληπτες δυσκολίες, καθώς το επίθετό του ήταν συνώνυμο του κακού και τον ακολουθούσε πιστά, κουτσουρεύοντας τον βίο του.

Και ήταν ακριβώς οι ευγνώμονες επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος που ο ίδιος έσωσε που τον βοήθησαν οικονομικά στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια του. Κι έτσι όταν έφυγε από τον κόσμο το 1966, απέδειξε περίτρανα ότι ο ανθρωπισμός σύνορα, φυλές, τάξεις και δεσμούς αίματος δεν γνωρίζει…

Πρώτα χρόνια



Ο Άλμπερτ Γκέρινγκ γεννιέται στις 9 Μαρτίου 1895 σε αριστοκρατικό προάστιο του Βερολίνου ως το πέμπτο παιδί του διπλωμάτη Χάινριχ Γκέρινγκ, η καταγωγή του οποίου μετρούσε κόμηδες, επιστήμονες και διπλωμάτες. Μετά τον θάνατο της συζύγου του, με την οποία είχε αποκτήσει τρία παιδιά, ο Χάινριχ παντρεύτηκε μια κοπέλα 30 χρόνια νεότερή του, τη 19χρονη καλλονή Φάνι Τιέφενμπρουν, με την οποία απέκτησε τον «σπόρο του κακού» Χέρμαν το 1893 και δύο χρόνια αργότερα τον Άλμπερτ, αν και οι κακές γλώσσες του Βερολίνου θεωρούσαν βιολογικό του πατέρα τον ευκατάστατο αυστριακό γιατρό εβραϊκής καταγωγής Χέρμαν φον Έπενσταϊν, με τον οποίο διατηρούσε η μητέρα του κρυφό ερωτικό δεσμό την εποχή αυτή.

Ο Χάινριχ έκανε πως δεν γνώρισε τις απιστίες της συζύγου του, επεφύλαξε ωστόσο για τα δυο της παιδιά εντελώς διαφορετική μοίρα από τα τέκνα του από τον πρώτο γάμο. Όσο για τα δύο παιδιά, ο χαρακτήρας τους ήταν εντελώς διαφορετικός: όπως μαθαίνουμε από οικογενειακά ντοκουμέντα, ο Άλμπερτ ήταν ένα «ήρεμο και λυπημένο παιδί που έκλαιγε πριν καν χτυπήσει» και ο Χέρμαν ένα «παιδί με αυτοπεποίθηση που οδηγούσε πάντα τις μάχες με τα παιδιά της γειτονιάς».

Αφού φοίτησαν σε ιδιωτικό σχολείο του προαστίου, ο Χέρμαν ακολούθησε στρατιωτική καριέρα φοιτώντας σε στρατιωτική ακαδημία και ο Άλμπερτ έγινε μηχανικός, παίρνοντας πτυχίο από το φημισμένο Πολυτεχνείο του Μονάχου και κατασκευάζοντας αργότερα θερμαντικά σώματα. Όπως εξομολογήθηκε ο Χέρμαν σε ψυχίατρο μέσα στο κελί του στη Νυρεμβέργη: «Ο Άλμπερτ ήταν πάντα το αντίθετο του εαυτού μου. Δεν ενδιαφερόταν για πολιτικά ή στρατιωτικά θέματα. Ήταν ήσυχος, απομονωμένος. Σε μένα αρέσουν τα πλήθη και η παρέα, εκείνος ήταν μελαγχολικός και απαισιόδοξος, ενώ εγώ είμαι οπτιμιστής. Δεν είναι όμως κακός άνθρωπος ο φουκαράς ο Άλμπερτ»!

Πρώτος Παγκόσμιος και άνοδος του ναζισμού

Ήταν κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου που διακρίθηκε στρατιωτικά ο Χέρμαν ως ένας από τους καλύτερους γερμανούς πιλότους της γενιάς του. Κι έτσι, μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου ο Χέρμαν ξεπήδησε από τις αιματοβαμμένες μάχες ως ήρωας πολέμου και εθνική διασημότητα.

Σε χαρακτηριστική αντίθεση, ο Άλμπερτ έφαγε μια σφαίρα στο στομάχι σε μάχη του Δυτικού Μετώπου και αυτό ήταν όλο! Το 1921, ο πάντα γυναικοκατακτητής Άλμπερτ, που ενδιαφερόταν περισσότερο για τον ποδόγυρο παρά για την πολιτική, παντρεύτηκε την 21χρονη Maria von Ummon, τη χώρισε ωστόσο μόλις δύο χρόνια αργότερα, όταν ήρθε στη ζωή του η Erna von Miltner, μια 37χρονη γυναίκα με τίτλους ευγενείας που ήταν κατά 9 χρόνια μεγαλύτερή του. Παρά το γεγονός ότι με τη Erna διατηρούσε εξωσυζυγικό δεσμό, την παντρεύτηκε τελικά στις 10 Σεπτεμβρίου 1923.

Την ίδια εποχή αποξενώνεται εντελώς από τον Χέρμαν, καθώς τα δυο αδέλφια είχαν πάρει τελείως διαφορετικούς δρόμους στη ζωή: την ώρα που ο ήρωας πολέμου και διοικητής εν τω μεταξύ της γερμανικής Πολεμικής Αεροπορίας όργωνε τους εξτρεμιστικούς κύκλους του Μονάχου ξεδιπλώνοντας τη ρητορεία του κατά της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και των μεταπολεμικών επανορθώσεων που είχε επιβάλει στη χώρα του η Συνθήκη των Βερσαλλιών, ο Άλμπερτ ζούσε μια ήρεμη ζωή, στην οποία φαινόταν να τον ενδιαφέρουν μόνο οι γυναίκες.

Δεν έβλεπε βέβαια με καθόλου καλό μάτι το πολιτικό φλερτ του Χέρμαν με τον άλλο ξακουστό ρήτορα του Μονάχου, κάποιον Αδόλφο Χίτλερ, και αντιτάχθηκε σθεναρά στο πραξικόπημα των δυο τους να καταλάβουν την εξουσία το 1923. Ο Χέρμαν ήταν πλέον φυγάς και 4 σκοτεινά χρόνια αυτοεξορίας θα ξεκινούσαν, κατά τα οποία ο αδελφός θα εθιζόταν στη μορφίνη και θα έχανε κάθε λογικό μέτρο στη ζωή του. Κι έτσι την ίδια εποχή ξεκινούν επίσης τα 12 χρόνια σιωπής μεταξύ των δύο αδελφών, με την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία να ρίχνει τη σκιά του στην καθημερινότητα της χώρας.

Ντροπιασμένος τόσο από την άνοδο του ναζισμού όσο και την αναρρίχηση του αδερφού του, του άλλου εκπροσώπου των Γκέρινγκ, στην ιεραρχία του καθεστώτος, ο Άλμπερτ εκφράζει από νωρίς την αντίθεσή του: «Α, έχω κι έναν αδερφό στη Γερμανία που έχει εμπλακεί στην ιστορία αυτού του καθάρματος του Χίτλερ», εμπιστεύεται στον καλό του φίλο Albert Benbassat ζώντας αργότερα στη Βιέννη: «Το πράγμα θα καταλήξει άσχημα αν συνεχιστεί με αυτόν τον τρόπο», διακινδύνευσε μια πρόβλεψη ο Άλμπερτ. Όσο για την αποξένωση, ο Χέρμαν δήλωσε αργότερα: «Δεν μιλούσαμε ποτέ ο ένας στον άλλον εξαιτίας της στάσης του Άλμπερτ προς το κόμμα. Κανείς μας όμως δεν ήταν θυμωμένος με τον άλλο. Ήταν μια αποξένωση εξαιτίας της κατάστασης».

Ο Χέρμαν ανέβηκε όπως ξέρουμε τα σκαλιά της ναζιστικής ιεραρχίας και το 1933 θα τον βρει επικεφαλής της Γκεστάπο, πριν προτείνει στον Φύρερ την ίδρυση των πρώτων στρατοπέδων συγκέντρωσης στη Γερμανία για τους πολιτικούς αντιφρονούντες. Την ίδια χρονιά, ο μέχρι τότε απαθής πολιτικά -αν και πάντα φιλελεύθερος- Άλμπερτ εγκατέλειψε τη χώρα του και βρήκε καταφύγιο στην ελεύθερη ακόμα Αυστρία, όπου βρήκε δουλειά σε εργοστάσιο λεβήτων και αργότερα στη βιομηχανία του κινηματογράφου.

Και ήταν στη Βιέννη όταν θα αναγκαζόταν να δράσει για πρώτη φορά κατά των ναζί: εκεί αντίκρισε για πρώτη φορά τους δημόσιους εξευτελισμούς ηλικιωμένων εβραίων γυναικών, όταν οι ναζί τις ανάγκαζαν να σφουγγαρίζουν τα πλακόστρωτα πεζοδρόμια με τα γόνατά τους. Ο Άλμπερτ έβγαλε αμέσως το σακάκι του, πήρε το πανί από μια γυναίκα και έπεσε στα γόνατα, παίρνοντας τη θέση της. Κι όταν τα SS τον σήκωσαν στα πόδια του και του ζήτησαν τον λόγο, η ταυτότητά του που έγραφε «Γκέρινγκ» έδωσε αμέσως τις απαραίτητες εξηγήσεις !

Αυτό ήταν το πρώτο περιστατικό που έδειξε στον Άλμπερτ τη δύναμη του ονόματός του, την οποία θα επιστράτευε πλέον για καλό σκοπό. Κι έτσι, ενώ για κάθε άλλον τέτοιες πράξεις απείθειας θα ισοδυναμούσαν με αυτοκτονία, για τον Άλμπερτ Γκέρινγκ ήταν απλώς ένα κάμωμα του πολιτικά απαθούς αδελφού του Χέρμαν. Κι έτσι όταν ξυλοκόπησε δυο αξιωματικούς της Γκεστάπο που εξευτέλιζαν άλλη μια 75χρονη εβραία γιαγιά στον δρόμο και συνελήφθη, ήταν και πάλι το βαρύ του επίθετο που εξασφάλισε την αίσια λήξη του γεγονότος.

Πλέον έβλεπε όμως ότι οι εβραίοι φίλοι του στη Βιέννη διέτρεχαν σαφώς μεγαλύτερο κίνδυνο από τον δημόσιο εξευτελισμό και έπιασε αμέσως δουλειά, βοηθώντας πολλούς να διαφύγουν από την Αυστρία στην ουδέτερη Ελβετία. «Ο φίλος είναι αυτός που θα διακινδυνεύσει την περιουσία, την ασφάλεια ακόμα και τη ζωή του όταν τον χρειάζεσαι», είπε στον φίλο του Jacques Benbassat την ώρα που τον αποχαιρετούσε στα σύνορα. Και κάτι ακόμα: πολλοί εβραίοι της Αυστρίας αντιμετώπιζαν με αρχική δυσπιστία την απλόχερη βοήθειά του να τους κρύψει και να τους φυγαδεύσει, καθώς δεν έπαυε να ήταν ένας Γκέρινγκ! Ο ίδιος έπρεπε μάλιστα να αποδείξει στην αρχή την αλήθεια των προθέσεών του, αν και κατόπιν οι καλές του πράξεις προηγούνταν του ιδίου.

Καθώς όμως οι αντι-εβραϊκές πράξεις κλιμακώνονταν από τους ναζί στην Αυστρία, ο ίδιος λάμβανε καθημερινά πια εκκλήσεις για βοήθεια, καθώς οι συλλήψεις ανθρώπων και η υφαρπαγή των κόπων τους ήταν τώρα καθημερινό φαινόμενο. Όταν ο καλός του φίλος και μεγαλοπαραγωγός του αυστριακού κινηματογράφου Όσκαρ Πίλτζερ συνελήφθη από την Γκεστάπο, για παράδειγμα, ο Άλμπερτ δεν δίστασε να κάνει χρήση του επιθέτου του για να τον απελευθερώσει, οδηγώντας τον προσωπικά μέχρι τα σύνορα με την Ιταλία (καταχώριση με νούμερο 24 στην περίφημη λίστα του). Αλλά και τον εβραίο σκηνοθέτη William Szekely (νούμερο 33 στη λίστα) τον μετέφερε προσωπικά μέχρι την Ελβετία.

Τον Μάιο του 1938 φαίνεται να επανασυμφιλιώνεται με τον αδερφό του (ως έναν βαθμό φυσικά), όταν οι δυο τους βρέθηκαν σε οικογενειακό τραπέζι. Μπορεί στον δρόμο να ήταν ιδεολογικοί και πολιτικοί αντίπαλοι, είχαν ωστόσο δεσμούς αίματος να τους συνδέουν. Δεν είχε αρχίσει ακόμα εξάλλου ο Β’ Παγκόσμιος, εκεί που ο Χέρμαν θα τα έδινε όλα σε όρους φρίκης και αποκτήνωσης. Στο συγκεκριμένο μάλιστα δείπνο εκτυλίχθηκε και ένα ακόμα περιστατικό, ενδεικτικό του χαρακτήρα του: οι ναζί, που είχαν προσαρτήσει την Αυστρία, είχαν συλλάβει το μέλος της βασιλικής οικογένειας της χώρας, αρχιδούκα Τζόζεφ Φέρντιναντ Δ’, του είχαν ξυρίσει το κεφάλι και τον μετέφεραν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Μεθυσμένος από τον θρίαμβο, ο πανίσχυρος πια Χέρμαν πρόσφερε στον Άλμπερτ και την αδερφή τους από μια ευχή στον καθέναν: «Του ζήτησα να απελευθερώσει αμέσως τον ηλικιωμένο αρχιδούκα. Ο Χέρμαν κεραυνοβολήθηκε! Αλλά την επόμενη μέρα ο φυλακισμένος Αψβούργος ήταν ελεύθερος».

Ο Άλμπερτ κατάλαβε ότι παρά το γεγονός ότι ήταν αδερφός του Χέρμαν, η φανερή ανάμειξή του στα ναζιστικά πράγματα ήταν επικίνδυνη, κι έτσι πλέον θα έκανε τον καλό Σαμαρείτη στα κρυφά. Ο Χέρμαν του έκανε μάλιστα αρκετές φορές το χατίρι αυτή την εποχή συμφιλίωσης, απελευθερώνοντας διάφορους που του ζητούσε, αν και πάντα του έλεγε να σταματά να τον φέρνει σε δύσκολη θέση. Παρά τις εκ διαμέτρου αντίθετες ιδεολογικές τους απόψεις, ο Άλμπερτ δεν δίσταζε να καταφεύγει συχνά στον αδελφό του για βοήθεια, καθώς πίστευε πάντα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Τις περισσότερες δε φορές οι παρεμβάσεις του νεαρού Γκέρινγκ ήταν παράτολμες και η δράση του δεν περνούσε φυσικά απαρατήρητη από τη ναζιστική ηγεσία. Συνεχώς όμως τον έσωζε το ισχυρό οικογενειακό του όνομα: ο Χέρμαν φρόντισε να εξαφανίσει μάλιστα το ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του το 1939 ως «τρομοκράτη και δημόσιου εχθρού του Γ΄ Ράιχ»!

Σωτήρας και σφοδρός πολέμιος του ναζισμού



Ανησυχώντας για την κατάσταση στην Αυστρία, ο Άλμπερτ μετακόμισε στην Ιταλία για να στήσει το δικό του δίκτυο μέσα στην ιταλική Αντίσταση, βοηθώντας έτσι με δικά του έξοδα ακόμα περισσότερους ανθρώπους που είχαν την ανάγκη του. Παρά τη σκιώδη δράση του, δεν δίσταζε ποτέ να βγει μπροστά για να σώσει αγαπημένους του φίλους: έστελνε καθημερινά δικό του φαγητό σε κάποιους ομήρους του στρατοπέδου Μπούχενβαλντ, ενώ έδινε σε άλλους «ασυλία» από την Γκεστάπο ισχυριζόμενος ότι ήταν ο προσωπικός του γιατρός, ο προσωπικός του δικηγόρος κ.λπ.

Ταυτοχρόνως, ξεκίνησε να παρέχει απόρρητες πληροφορίες για τις ναζιστικές κινήσεις στην Αντίσταση, κάτι που δεν πέρασε για άλλη μια φορά απαρατήρητο από το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας. Κι έτσι ο Άλμπερτ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει και την Ιταλία, βρίσκοντας τώρα καταφύγιο στην Πράγα. Εκεί έπιασε δουλειά τον Μάιο του 1939 στο εργοστάσιο της Skoda, συνεχίζοντας πάντα να λειτουργεί ως μάτια και αυτιά για κάθε κίνημα αντιναζιστικής δράσης.

Ο διευθυντής του στη Skoda έλεγε γι’ αυτόν: «Ο Γκέρινγκ πάντα μιλά κατά του ναζισμού. Δεν χρησιμοποιεί ποτέ τον ναζιστικό χαιρετισμό. Ούτε έχει τη φωτογραφία του Χίτλερ στο γραφείο του, παρά το γεγονός ότι αυτό είναι υποχρεωτικό». Αυτή την εποχή σκαρφίστηκε και ένα ακόμα τέχνασμα για την απελευθέρωση κρατουμένων από τα ναζιστικά κολαστήρια: έστελνε επιστολές στους διοικητές των στρατοπέδων συγκέντρωσης ζητώντας την άμεση αποφυλάκιση ομήρων υπογράφοντας απλώς ως «Γκέρινγκ»! Το κόλπο αποδείχτηκε ιδιαιτέρως αποδοτικό.

Ο καλός Σαμαρείτης δεν ήταν ωστόσο άγιος: αυτή την εποχή χώρισε την εδώ και 16 χρόνια ηλικιωμένη και άρρωστη σύζυγό του, παρά το γεγονός ότι αυτή ήταν πια στο νεκροκρέβατό της. Πάντα γυναικάς, συνδέθηκε ερωτικά με την τσέχα καλλονή και νικήτρια καλλιστείων Mila, με την οποία απέκτησε και το μόνο του παιδί, την Elizabeth.

Από το 1939 όμως τα SS τον παρακολουθούσαν στενά και γνώριζαν πια το έργο του, την «τρομοκρατική του δράση», η οποία τον μετέτρεψε όπως είπαμε σε «δημόσιο εχθρό του Γ’ Ράιχ». Ο Χέρμαν εξαφάνισε όμως το ένταλμα σύλληψής του και έθαψε την υπόθεση, παρά το γεγονός ότι ο Άλμπερτ πήγε και τον βρήκε εξαγριωμένος για τα νέα που μάθαινε από τα χιτλερικά κολαστήρια του θανάτου, αρχιτέκτονας των οποίων ήταν ο αδελφός του.

Και τότε, όταν ο Χέρμαν αρνήθηκε ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης είχαν μετατραπεί σε φάμπρικες θανάτου, ο Άλμπερτ θα έκανε την πιο θαρραλέα και κραυγαλέα επιχείρηση σωτηρίας του: πήρε ένα τσούρμο από καμιόνια, πήγε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Τιρεσίενσταντ, όπου 33.000 άτομα έχασαν τη ζωή τους, και ζήτησε να του δώσουν αμέσως 300 εργάτες. Πώς να πεις όχι σε έναν Γκέρινγκ; «Είμαι ο Άλμπερτ Γκέρινγκ και θέλω εργάτες για τη Skoda», είπε κοφτά στον διοικητή. Όταν απομακρύνθηκαν από το στρατόπεδο, απελευθέρωσε τους εβραίους αιχμαλώτους σε ένα κοντινό δάσος.

Αυτή ήταν και η τελευταία γνωστή κίνησή του κατά τον Β’ Παγκόσμιο, καθώς πλέον οι καλές του πράξεις ήταν ευρύτερα γνωστές στο καθεστώς και η Γκεστάπο είχε τώρα ρητές εντολές να τον τουφεκίσει όταν τον έβλεπε! Τον Αύγουστο του 1944 εκδόθηκε ένα ακόμα ένταλμα για τη σύλληψή του, που αυτή τη φορά στάλθηκε στον Χίμλερ και δεν μπορούσε να εξαφανίσει ο Χέρμαν. Ο διοικητής των SS της Πράγας πήρε την εντολή να τον εξοντώσει, κι έτσι ο Άλμπερτ αναγκάστηκε πια να κρυφτεί από τη δημόσια ζωή.

Μεταπολεμικές περιπέτειες

Το ναζιστικό καθεστώς παράδερνε όμως πλέον και όταν τρεις μέρες μετά τα 56α γενέθλια του Χίτλερ (Μάιος 1945) ο Χέρμαν Γκέρινγκ του απέστειλε τηλεγράφημα ζητώντας του να του παραδώσει τα ηνία του Γ’ Ράιχ, ο εξοργισμένος παράφρονας διέταξε από το καταφύγιό του στο Βερολίνο να τον σκοτώσουν, παρά το γεγονός ότι η ναζιστική Γερμανία συνθηκολογούσε.

Όπως ξέρουμε, ο Χέρμαν Γκέρινγκ πιάστηκε από τους συμμάχους στις 7 Μαΐου και μεταφέρθηκε στο αμερικανικό κέντρο ανάκρισης του Βερολίνου. Δύο μέρες αργότερα, ο Άλμπερτ παρουσιάστηκε οικειοθελώς στο κατώφλι του στρατηγείου της Αμερικανικής Αντικατασκοπείας στο Σάλτσμπουργκ και στάλθηκε κι αυτός στο Βερολίνο ως Γκέρινγκ. Εκεί επιτράπηκε στα δυο αδέλφια να προαυλιστούν μαζί για τελευταία φορά, με τον Χέρμαν να αποχαιρετά τον μικρότερο αδερφό του με δάκρυα στα μάτια. Την ίδια μέρα, 16 Οκτωβρίου 1946, ο Χέρμαν αυτοκτόνησε.

Και τότε άρχισαν οι περιπέτειες του άλλου Γκέρινγκ, ο οποίος παράμεινε για 15 μήνες στο κέντρο κράτησης, καθώς οι αμερικανοί αξιωματούχοι δεν τον πίστευαν μεν για τα ανδραγαθήματά του, δεν μπορούσαν να βρουν όμως πειστήρια για τη θηριώδη όπως νόμιζαν δράση του. Γκέρινγκ και αθώος δεν γινόταν! Και ήταν ακριβώς από κλείσιμο του ματιού της μοίρας που θα σωζόταν.

Ήταν ο ταγματάρχης Victor Parker, ένας ακόμα που έβλεπε την περίφημη λίστα του Γκέρινγκ με τους ανθρώπους που υποτίθεται είχε σώσει, αναγνωρίζοντας μεταξύ των καταχωρίσεων και το όνομα του θείου του! Όταν ο τελευταίος επιβεβαίωσε την ιστορία με δάκρυα στα μάτια, ο Άλμπερτ αφέθηκε ελεύθερος τον Μάρτιο του 1947, αν και τα προβλήματά του δεν σταμάτησαν.

Την ίδια χρονιά επανενώθηκε με την οικογένειά του στο Σάλτσμπουργκ, αν και έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του φέροντας το στίγμα των πράξεων του Γκέρινγκ. Δεν μπορούσε να βρει πουθενά δουλειά, παρά το γεγονός ότι ήταν πολύ καλός μηχανικός με χρόνια προϋπηρεσίας, και δεν είχε λεφτά να θρέψει τη φαμίλια του. Η σύζυγός του τον εγκατέλειψε τελικά κι αυτός στράφηκε στο ποτό.

Ζούσε για πολλά χρόνια με την οικονομική βοήθεια των ανθρώπων που είχε σώσει, καθώς οι εβραίοι που γλίτωσαν από τη ναζιστική θηριωδία δεν τον ξέχασαν ποτέ. Κάποια στιγμή του επιδικάστηκε και μια πενιχρή σύνταξη, αν και πάντα παραδερνόταν από τη φτώχεια και την ανέχεια. Την τελευταία εβδομάδα της ζωής του παντρεύτηκε την οικιακή του βοηθό μόνο και μόνο για να της κληροδοτήσει τη σύνταξή του!

Ο Άλμπερτ Γκέρινγκ άφησε την τελευταία του πνοή στις 20 Δεκεμβρίου 1966, σε ηλικία 71 ετών, χτυπημένος από καρκίνο στο πάγκρεας. Πέθανε σε προάστιο του Μονάχου πάμφτωχος και πικραμένος, παρά το γεγονός ότι στο πέτο του φιγούραραν αναρίθμητα παράσημα και έπαινοι για το έργο του. Έφερε εξάλλου πάντα τη ρετσινιά του ναζιστή, καθώς η άγνωστη ζωή του δεν ήταν παρά μια μικρή υποσημείωση στην απίστευτη θηριωδία που έφερε ο αδερφός του στην Ευρώπη. Πλέον έχει πάρει τη θέση του μεταξύ των «Δικαίων των Εθνών» για τους τόσους και τόσους ανθρώπους που έσωσε από τη ναζιστική λαίλαπα…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr