Ο θηριώδης αθλητής που δάνεισε το όνομά του στην καθομιλουμένη ως συνώνυμο του ιδιαιτέρως εύσωμου, σχεδόν γιγαντόσωμου, ανθρώπου λίγες συστάσεις χρειάζεται.

Ο χειροδύναμος παγκόσμιος πρωταθλητής της άρσης βαρών στις αρχές του αιώνα, μασίστας από τους λίγους και παλαιστής μετέπειτα του αμερικανικού κατς ήρθε στον κόσμο για να επιδείξει την τρομακτική του ρώμη.

Γέννημα-θρέμμα Πατρινός, ο θρυλικός Τόφαλος απέσπασε το χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών στους Μεσολυμπιακούς της Αθήνας το 1906, για να στεφθεί αργότερα πολυνίκης στην Αμερική στην ελεύθερη πάλη (κατς), κατακτώντας όχι λιγότερα από 251 μετάλλια!

Και βέβαια ήταν προπονητής και μέντορας του άλλου γνωστού παλαιστή μας, του Τζιμ Λόντου.

Με ζωή σαν κινηματογραφική ταινία, ο μασίστας Τόφαλος βρέθηκε από την προπολεμική Πάτρα στην κορυφή της αμερικανικής πάλης, μεταφέροντας κάτι από την Ελλάδα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού…

Πρώτα χρόνια

Ο Δημήτριος Τόφαλος γεννιέται το 1884 (ή 1882) στην Πάτρα ως το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά ενός σταφιδέμπορου της πόλης. Με την απίστευτη δύναμή του να κάνει την εμφάνισή της ήδη από νωρίς στη ζωή του μικρού, ο πιτσιρικάς σύχναζε στον σιδηροδρομικό σταθμό, όπου ανεβοκατέβαζε ράγες ως παιχνίδι!

Και τότε χτύπησε η κακιά η ώρα: ήταν 12 χρονών όταν διερχόμενος συρμός τον παρέσυρε, συντρίβοντάς του το χέρι. Οι γιατροί ήταν έτοιμοι να του το κόψουν, αν και ο πατέρας του δεν συμφώνησε σε αυτό, σώζοντας έτσι όχι μόνο το μέλος του γιου του αλλά και ολόκληρη τη σπουδαία μετέπειτα καριέρα του.

Ο πιτσιρικάς, επιδεικνύοντας απίστευτη θέληση, κατάφερε να ξανακάνει το χέρι του λειτουργικό, αν και το ατύχημα του είχε αφήσει μόνιμο κουσούρι: ήταν πια μικρότερο από το άλλο. Όχι ότι αυτή η «λεπτομέρεια» εμπόδισε ποτέ τον κορυφαίο πολυαθλητή να κάνει καριέρα στην άρση βαρών!

Την ώρα λοιπόν που η αναπηρία του θα οδηγούσε πολλούς να θάψουν τα όνειρά τους για πορεία στον επαγγελματισμό αθλητισμό, ο Τόφαλος πείσμωσε και κατάφερε να ξεπεράσει την τραγική ατυχία, κάνοντας στο διάβα των ετών το όνομά του συνώνυμο της θέλησης και του πείσματος…

Η γέννηση του παγκόσμιου πρωταθλητή

Το 1899 θα τον βρει στον αθλητικό σύλλογο Γυμναστική Εταιρία Πατρών (πρόγονο της Παναχαϊκής) να προπονείται στην άρση βαρών, δρέποντας από την πρώτη στιγμή καρπούς και διακρίσεις «βροχή». Κι έτσι στους τρίτους ολυμπιακούς αγώνες της σύγχρονης εποχής, στο Σεντ Λούις των ΗΠΑ το 1904 (1 Ιουλίου-23 Νοεμβρίου), δεν θα μπορούσε να μη στείλει η Ελλάδα το καμάρι της, τον ήδη πρωταθλητή και ρέκορντμαν στην άρση βαρών Δημήτρη Τόφαλο.

Η μοίρα είχε όμως τις δικές της βουλές και ο Τόφαλος δεν θα έφτανε ποτέ στον Νέο Κόσμο: αρρωσταίνει βαριά στο ταξίδι και κατεβαίνει στην Αμβέρσα για να νοσηλευτεί. Η θλίψη του είναι απαρηγόρητη, αν και θα έβρισκε ανακούφιση 2 χρόνια αργότερα, όταν στη Μεσολυμπιάδα της Αθήνας (9-19 Απριλίου 1906) κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών με τα δύο χέρια!

Ο Τόφαλος σήκωσε 142 κιλά, επικρατώντας τελικά έπειτα από διήμερη μάχη του επίσης θρυλικού αυστριακού αρσιβαρίστα Γιόζεφ Στάινμπαχ! Η τρομακτικά μεγάλη επίδοση για την εποχή ήταν ταυτοχρόνως και παγκόσμιο ρεκόρ, που θα παρέμενε μέχρι το 1914.

Για το χρυσό μετάλλιο, ο ίδιος ο Τόφαλος θυμάται στην αυτοβιογραφία του (δημοσιευμένη στην εφημερίδα «Εμπρός» το 1953): «Όπως λέει η ιστορία του αθλητισμού υπήρξα Ολυμπιονίκης στους Ολυμπιακούς αγώνας του 1906 όταν σήκωσα στο Παναθηναϊκό Στάδιο σε ηλικία 22 ετών, 142 κιλά. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται με συγκίνησι εκείνη την αλησμόνητη εποχή των ειρηνικών αγώνων του στίβου. Τότε που αδελφωμένοι έστελναν τους αθλητάς τους στο Παναθηναϊκό Στάδιο για να ζήσουν στον τόπο που γεννήθηκε και εμεγαλούργησε η Ολυμπιακή ιδέα».

Και πάλι όμως η παγκόσμια ιστορία θα εμπλεκόταν στα πόδια του, στερώντας του τις ολυμπιακές δάφνες που άξιζε, κι αυτό γιατί από τους επόμενους κιόλας Ολυμπιακούς Αγώνες, εκκινώντας από το Λονδίνο το 1908, η άρση βαρών δεν περιλαμβανόταν στο επίσημο ολυμπιακό μενού.

Απτόητος ο Τόφαλος, αφού κατέκτησε μια σειρά ακόμα από ελληνικούς και πανευρωπαϊκούς τίτλους στην άρση βαρών, ήταν πια ώρα να πάρει τον δρόμο της ξενιτιάς, επιστρέφοντας ωστόσο στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία (Δεκέμβριος 1905), αλλά και αργότερα, στη γενική επιστράτευση του 1912…

Ο Τόφαλος στην Αμερική

Μην έχοντας λοιπόν τι να κάνει ως αρσιβαρίστας, ο Τόφαλος το γύρισε στην πάλη και αγωνίστηκε λυσσαλέα για να κάνει όνομα στον άγνωστο αυτό χώρο. Αφού περιδιάβηκε την οικουμένη ως παλαιστής, εγκαταστάθηκε τελικά στις ΗΠΑ, κυνηγώντας κι αυτός το αμερικανικό όνειρο.

Ας τον ακούσουμε: «Γύρισα όλον τον κόσμο. Κολακεύομαι να πιστεύω πως λίγοι πατριώτες μας ταξίδεψαν τόσο πολύ όσον εγώ. Στην αρχή στα Βαλκάνια, ύστερα στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική, την Ασία, την Κίνα, τις Ινδίες, τα νησιά της Άπω Ανατολής, την Ιαπωνία και τέλος εκεί που καταλήγουν οι περισσότεροι μετανάστες: Στις Ηνωμένες Πολιτείες. Θυμάμαι προτού αναχωρήσω για το πρώτο ταξίδι μου στο εξωτερικό με κάλεσε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος στα ανάκτορα. Ήταν ακόμη Διάδοχος: Άκουσε Τόφαλε, μου πε. Εκεί που θα πας πρέπει να δοξάσης το Ελληνικό όνομα. Πρέπει να τιμήσης την πατρίδα σου. Και να θυμάσαι ότι είσαι Έλλην. Αυτό να μη το ξεχάσης ποτέ». Πράγμα που δεν έκανε ποτέ φυσικά ο μεγάλος αυτός πατριώτης, που πάντοτε κράτησε την Ελλάδα στην καρδιά του και καρδιοχτυπούσε για την τύχη του έθνους.

Στην Αμερική θα ασχοληθεί επαγγελματικά με την ελεύθερη πάλη, το γνωστό μας κατς, και θα δώσει πολλές παραστάσεις ως μασίστας, εξαργυρώνοντας τη φήμη του ολυμπιονίκη που τον ακολουθούσε. Να πώς θυμόταν ο ίδιος το αμερικανικό ξεκίνημά του: «Στην αρχή πάλαιψα σκληρά για να επιβληθώ. Από το αγώνισμα της άρσεως βαρών ακολούθησα την πάλη. Και κάποτε έγινα επαγγελματίας αθλητής. Δεν σας κρύβω πως η δίψα της δόξας και του χρήματος με τραβούσαν. Έλαβα μέρος σε μεγάλα Ιπποδρόμια και σε θιάσους ποικιλιών από τους καλύτερους του κόσμου. Αλήθεια πόσο σκληρά ήσαν τ’ αγωνίσματα που έκανα!»…

Ο θηριώδης Τόφαλος γίνεται θρύλος στον Νέο Κόσμο και για τη δύναμη και για το ελληνικό του πείσμα! Ενδεικτικός είναι εδώ ο μνημειώδης αγώνας με τον παγκόσμιο πρωταθλητή Φρανκ Γκοτζ, όταν ο αντίπαλος του έσπασε το χέρι και ο Τόφαλος, παρά το γεγονός ότι σφάδαζε από τους πόνους, αρνιόταν να εγκαταλείψει το ταπί! Μπορεί το πείσμα του να του κόστισε 3 μήνες στο νοσοκομείο, τον έκανε ωστόσο όνομα στους κύκλους της Αμερικής.

Το 1921 πήρε και την αμερικανική υπηκοότητα…

Ο Τόφαλος κατάσκοπος

Σε μια άγνωστη πτυχή της ζωής του, όπως άγνωστο είναι επίσης το γεγονός ότι ο καλλίφωνος παλαιστής ανέβηκε συχνά-πυκνά στη σκηνή ως τενόρος(!), στα προπολεμικά χρόνια λειτούργησε ως κατάσκοπος της Ελλάδας σε πολλές αποστολές. Ήταν τέτοια η φήμη του, 140 έπαθλα στην άρση βαρών δεν το λες και μικρό πράγμα, που ήταν υπεράνω ελέγχων και πολλών-πολλών.

Ο ίδιος παρατηρεί επ’ αυτού: «…έφυγα με εμπιστευτικές αποστολές στην Τουρκία και την Ιταλία. Ήταν η εποχή που το ηφαίστειο του πολέμου ήταν έτοιμο να εκραγή στην Ευρώπη. Εχρησιμοποίησα τ’ όνομα μου και το επάγγελμα μου για κατασκοπεία. Το Γενικόν Επιτελείον μου αναγνώρισε τις υπηρεσίες μου κι εγώ πρέπει να ’μαι υπερήφανος γι’ αυτό»…

Ο Τόφαλος προπονητής

Αφού πλημμύρισε κυριολεκτικά από νίκες σε Ευρώπη και Αμερική, με τον θρύλο (αλλά και την αυτοβιογραφία του) να τον θέλει να νικά περισσότερους από 2.000 αντιπάλους, την ίδια στιγμή που έχασε μόλις από 3(!), κρέμασε κάποια στιγμή την αθλητική του στολή και πλέον είχε σειρά η καριέρα του προπονητή.

Η μεγάλη του ανακάλυψη δεν ήταν άλλη από τον επίσης σπουδαίο Τζιμ Λόντο (ή Λόντον), τον οποίο προετοίμασε στα χνάρια του. Ο μάνατζερ πλέον Τόφαλος μέτρησε μια δεύτερη λαμπρή καριέρα ως προπονητής παλαιστών, την ίδια στιγμή που ήταν και μεταξύ των ιδρυτικών στελεχών του ελληνοαμερικανικού αθλητικού συλλόγου της Νέας Υόρκης «Ερμής».

Για την ανακάλυψη του Λόντου (Χρήστος Θεοφίλου), τον οποίο βρήκε να δουλεύει σερβιτόρος σε εστιατόριο του Σαν Φρανσίσκο και τον μεταμόρφωσε σε πρωταθλητή, ο Τόφαλος θυμάται: «Με υπερηφάνεια εξομολογούμαι ότι εγώ εδημιούργησα τον σιδερένιον Τζιμ Λόντον. Πιστεύω και το πιστεύει και ο ίδιος πως χάρις σε μένα κέρδισε την αδαμαντοκόλλητη ζώνη του πρωτοπαλαιστού του κόσμου».

Επιστροφή στην Ελλάδα και τελευταία χρόνια

Με τις δάφνες, τα μετάλλια και τα αναμνηστικά του ανά χείρας, ο Τόφαλος επιστρέφει μόνιμα στην Ελλάδα το 1952 και εγκαθίσταται στην Πάτρα, αν και πηγαινοερχόταν συχνά στην Αθήνα.

Είναι τα τελευταία του χρόνια στη ζωή, τα οποία τα περνά ήσυχα παρέα με τις κοσμοπολίτικες αναμνήσεις του. Παρά το τσούρμο των γυναικών που πέρασαν από τη ζωή του, δεν παντρεύτηκε ποτέ. Τη μία και μοναδική φορά που αποφάσισε να περάσει τα σκαλιά της εκκλησίας, με νεαρά πρωταγωνίστρια του ελληνικού θεάτρου (που ωστόσο δεν κατονόμασε ποτέ), ήταν η παρέμβαση του καρδιακού του φίλου Σουρή, του ποιητή, που θα τον απέτρεπε την τελευταία στιγμή.

«Κάποτε ερωτεύθηκα», ανακαλεί ο Τόφαλος, «η αγαπημένη μου ήταν στην εποχή της πρωταγωνίστρια του Ελληνικού θεάτρου. Η καρδιά μου για πρώτη φορά έννοιωσε αυτό το αλλόκοτο συναίσθημα. Ήμουνα έτοιμος να παντρευτώ. Την τελευταία στιγμή μ’ έσωσε ο αξέχαστος φίλος μου ο Γεώργιος Σουρής».

Ο Δημήτρης Τόφαλος άφησε την τελευταία του πνοή στην Πάτρα στις 15 Νοεμβρίου 1966, σε ηλικία 82 ετών, χτυπημένος από πνευμονικό οίδημα. Η γενέτειρά του η Πάτρα τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε οδό αλλά και στο κλειστό γυμναστήριο της πόλης.

Ήταν ήδη μύθος μεγαλύτερος κι από τη ζωή για να ξεχαστεί, δικαιώνοντας απόλυτα τον πρόλογο της αυτοβιογραφίας του: «Δεν ξαίρω, αλλά αισθάνομαι σήμερα μια ιδιαίτερη χαρά και συγκίνησι. Ασφαλώς αυτό οφείλεται στο ότι μου δίδεται η ευκαιρία να γνωρίσω τον Τόφαλο στον κόσμο που δεν τον ξαίρει. Πιστεύω πως έχετε ακούσει για αυτό το όνομα. Ίσως από τον πατέρα σας, τον αδελφό σας, το φίλο σας, το συγγενή σας». Μα και φυσικά έχουμε…

Και για το τέλος, το ποίημα που έγραψε ο σατιρικός ποιητής μας Γιώργος Σουρής για τον καλό του φίλο Δημήτρη Τόφαλο:

Και πρόβαλεν ο Τόφαλος / στων αθλητών τ’ ασκέρια / κ’ είχεν βραχίονας και μυς / που τους εβλέπαμε και μεις / και το σταυρό μας κάναμε / και με τα δυό μας χέρια
Και δίχως να λυγίζεται / και δίχως να κυρτώνει / μεγάλα βάρη και πολλά / τα χέρια του φορτώνει / κι αμέσως εκατάλαβαν / κι εφώναξαν πολλοί / πως τον κυρίαρχο λαόν / ο Τόφαλος δηλοί
Κι εσήκωσε μ’ απάθειαν / δυσβάστακτα καντάρια / και φόρους σταις μεταλλικαίς / και φόρους στα σιτάρια / κι εφαίνετο σαν Ηρακλής / κι είπαν γι αυτόν καμπόσοι / πως και τον Άτλαντα μπορεί / στους ώμους να σηκώσει
Τον φορτώνουν πιό πολύ / πλην εκείνος δεν μιλεί / Τόχει δόξα και τιμή του / να του τρώνε το ψωμί του / φθάνει μόνον την σπανίαν / αντoχήν του να κυττούν / και να την χειροκροτούν
Τον εβράβευσαν οι πρώτοι / κι ο καθείς εχειροκρότει / μα κι εγώ χειροκροτούσα / τον κυρίαρχον μετ’ άλλων / συμπατριωτών εξάλλων / και με στέφαν’ από μούντζαις / πλησιάζω στεφανώνων / της υπομονής τον όνον!

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr