Ο εισηγητής της φασιστικής ιδεολογίας και ένας από τους «κακούς» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν χρειάζεται καμία απολύτως σύσταση. Ο μεγαλομανής και αλαζόνας Μουσολίνι ήρθε πραξικοπηματικά στα πολιτικά πράγματα της Ιταλίας μόνο και μόνο για να φέρει την καταστροφή και τον όλεθρο τόσο στη χώρα όσο και στην οικουμένη ολόκληρη, μέσα από τον διαβόητο «Άξονα» και τη συμμαχία του με τον Αδόλφο Χίτλερ. Παρά το γεγονός ότι η Ιταλία εξελίχθηκε γρήγορα στον αδύναμο κρίκο του «Άξονα» και η μεγαλομανία του δικτάτορα βρισκόταν σε πλήρη αναντιστοιχία με τις επιχειρησιακές ικανότητες των ενόπλων δυνάμεών του, αυτό δεν εμπόδισε τον Μουσολίνι να ριχτεί με τα μούτρα στον πόλεμο, παρά τη συντριπτική ήττα που υπέστη μάλιστα ο ιταλικός στρατός στα βουνά της Πίνδου από τις ελληνικές δυνάμεις. Το μόνο τέλος που άξιζε στον δικτάτορα, ο οποίος κυβέρνησε με πυγμή από το 1922-1943, έμελλε να δοθεί από το ζοφερό πνευματικό του παιδί, το φασιστικό κόμμα, που τον ανέτρεψε από την εξουσία και τον συνέλαβε τελικά. Κι αν η διάσωσή του από τις ειδικές δυνάμεις του ναζιστικού στρατού κρίνεται εντυπωσιακότατη, ούτε κι αυτή δεν θα του έδινε την πολυπόθητη ελευθερία. Ο «Ντούτσε» πέρασε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του ως αιχμάλωτος ηγέτης-μαριονέτα του σκιώδους καθεστώτος Σαλό, πριν βρει τελικά φρικτό θάνατο από τα χέρια των ιταλών αντιστασιακών. Κι όλα μάλιστα ξεκίνησαν από έναν 20χρονο νεαρό, φανατικό θιασώτη του αντιπολεμικού κινήματος και λιποτάκτη του στρατού, που συνελήφθη από την ελβετική αστυνομία γιατί συμμετείχε στη διοργάνωση γενικής απεργίας! Ποιος θα πίστευε ότι ο σοσιαλιστής επαναστάτης και ακραία φιλειρηνιστής Μουσολίνι θα εξελισσόταν στον μεγαλομανή δικτάτορα της Ιταλίας; Πρώτα χρόνια Γεννημένος στις 29 Ιουλίου 1883 σε χωριό της ιταλικής επαρχίας Εμίλια-Ρομάνια, ο Μπενίτο Αντρέα Μουσολίνι μεγαλώνει μέσα σε οικογένεια που εμφορείται από σοσιαλιστικές ιδέες: ο σιδηρουργός πατέρας του ήταν ταυτοχρόνως και αριστερός συνδικαλιστής, ενώ της ίδιας πολιτικής κατεύθυνσης ήταν και η δασκάλα μητέρα του (αν και θεοσεβούμενη καθολική). Ο μικρός Μπενίτο διαπρέπει στο σχολείο και επιδεικνύει σημάδια ευστροφίας, αν και η έλλειψη πειθαρχίας και το εκρηκτικό και βίαιο ταμπεραμέντο του θα του φέρουν συνεχώς προβλήματα με τις σχολικές Αρχές. Παρά το πολυτάραχο βέβαια των πρώτων αυτών χρόνων του και τις συνεχείς αποβολές του, απότοκο του πάθους του πατέρα του για τον επαναστατικό σοσιαλισμό και την ανυπακοή κόντρα σε κάθε εξουσία, ο Μπενίτο αποφοιτεί από το σχολείο με το δίπλωμα του δημοδιδάσκαλου (1901) και για σύντομο χρονικό διάστημα θα διδάξει σε σχολικές αίθουσες… Παθιασμένος σοσιαλιστής Η σχολική αίθουσα ωστόσο θα αποδεικνυόταν ιδιαιτέρως μονότονη για τον Μουσολίνι, που εγκαταλείπει την καριέρα του εκπαιδευτικού μόλις την επόμενη χρονιά. Ειρηνιστής και αντιμιλιταριστής, λιποτακτεί από τον ιταλικό στρατό και καταφεύγει στην Ελβετία, για να αποφύγει τη σύλληψη. Εκεί, κάνοντας πλήθος χειρωνακτικών δουλειών, έρχεται σε επαφή με τα έργα των θεωρητικών του σοσιαλισμού και εντάσσεται στο σοσιαλιστικό κίνημα. Σύντομα θα κερδίσει τη φήμη του ικανού ρήτορα, που μαγνητίζει τα ακροατήριά του, και θα ριχτεί με πάθος στην επαναστατική ιδεολογία, καλώντας τον λαό σε γενικές απεργίες. Δεν θα έπαιρνε βέβαια πολύ στις ελβετικές Αρχές να βάλουν στο στόχαστρο τη σοσιαλιστική δράση του και την οργάνωση μαζικών διαδηλώσεων και το 1904, αφού προηγουμένως φυλακιστεί, εκδιώκεται τελικά από τη χώρα. Αφού ολοκληρώσει -παρά τη θέλησή του- τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις στην Ιταλία, επιστρέφει για δεύτερη φορά στην Ελβετία, πρωτοστατώντας πια στον σοσιαλιστικό αγώνα. Συλλαμβάνεται όμως για άλλη μια φορά και απελαύνεται και πάλι στην Ιταλία, με τις περιπέτειες και τις συλλήψεις του να μην έχουν τέλος! Αφού περάσει από Αυστρία και Λιβύη και διωχθεί και πάλι για την έντονη πολιτική δράση του ως δημοσιογράφος και εκδότης σοσιαλιστικών επιθεωρήσεων, επιστρέφει κάποια στιγμή στην Ιταλία και το 1911 θα τον βρει για άλλη μια φορά πίσω από τα κάγκελα, τώρα ως υποκινητή διαμαρτυριών κατά της εισβολής της Ιταλίας στη Λιβύη. Εν τω μεταξύ, το 1910 παντρεύτηκε τη Rachele Guidi, με την οποία θα αποκτήσουν πέντε παιδιά. Με την αποφυλάκισή του το 1912, οι ιθύνοντες του σοσιαλιστικού κόμματος της Ιταλίας τον τοποθετούν διευθυντή της έγκυρης κομματικής εφημερίδας «Avanti!» («Εμπρός!»). Ο Μουσολίνι άρχισε να γίνεται γνωστός και τα άρθρα του γνώρισαν πιστούς αναγνώστες… Το τέλος της σοσιαλιστικής περιόδου, η Πορεία προς τη Ρώμη και η άνοδος στην εξουσία Παρά το γεγονός ότι ως συνεπής σοσιαλιστής, φιλειρηνιστής, πολέμιος του επεκτατισμού και υποστηρικτής της αρχής της ουδετερότητας καταδίκασε αρχικά την κάθοδο της Ιταλίας στα αιματοβαμμένα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου, σύντομα θα μεταστραφούν οι απόψεις του, θεωρώντας πια τον πόλεμο ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να μετατραπεί η Ιταλία σε μεγάλη δύναμη. Η δραστική αυτή αλλαγή πλεύσης θα τον έφερνε ωστόσο εκτός σοσιαλιστικού συνασπισμού, με τον ίδιο να απορρίπτει πια τις σοσιαλιστικές ιδέες που τόσο είχε παλέψει για να δει πράξη! Ταυτοχρόνως, οι υπέρμετρες φιλοδοξίες του για προσωπική άνοδο είχαν αρχίσει να τον απομακρύνουν από τις πραγματικότητες της εργατικής τάξης και τα κείμενά του δεν χαρακτηρίζονταν πλέον από συνέπεια προς τις σοσιαλιστικές ιδέες. Η απότομη στροφή του από τον σοσιαλισμό στον εθνικισμό υπήρξε ραγδαία. Το 1915 θα βρει τον Μουσολίνι στις τάξεις του ιταλικού στρατού να μάχεται στην εμπροσθοφυλακή ως δεκανέας, τραυματισμός του ωστόσο τον αποστρατεύει πρόωρα και τον στέλνει πίσω στο Μιλάνο και τις εκδοτικές του υποχρεώσεις: ιδρύει την αντιδραστική εφημερίδα «Il Popolo d’ Italia« («Ο λαός της Ιταλίας») και την ομάδα Fasci d’ Azione Rivoluzionaria, με τις ιδέες του να διαπνέονται πια από αντίδραση και υπερπατριωτισμό, την ίδια στιγμή που αντιμετωπίζει πλέον εχθρικά τις διεκδικήσεις των εργατών! Μεταπολεμικά, ο Μουσολίνι βάζει στο στόχαστρο τα πεπραγμένα της ιταλικής κυβέρνησης και την υποχωρητικότητά της στη Συνθήκη των Βερσαλιών, ενώνοντας ταυτοχρόνως τις διάφορες ακροδεξιές εξτρεμιστές ομάδες κάτω από μία μεγάλη ομπρέλα: τον φασισμό του. Τον Μάρτιο του 1919 ιδρύει το Φασιστικό Κόμμα της Ιταλίας με πρόταγμα την άρση των διακρίσεων της κοινωνικής τάξης και την προώθηση των φιλοπατριωτικών αισθημάτων, με την ελπίδα να ανέλθει και πάλι η χώρα στα ένδοξα μεγαλεία του ρωμαϊκού παρελθόντος της. Πέρα από την επίσημη πολιτική γραμμή, ο Μουσολίνι οργανώνει παραστρατιωτικά τάγματα εφόδου, τους διαβόητους «Μελανοχίτωνες» («Μαύρα Πουκάμισα»), τρομοκρατώντας σοσιαλιστές και κάθε πιθανό και απίθανο αντίπαλο. Η μάχη των δρόμων σύντομα θα ανακηρύξει τη φασιστική ιδεολογία του νικητή! Το Partito Nazionale Fascista (PNF – Εθνικό Φασιστικό Κόμμα) εκλέγεται στη Βουλή το 1921, εκμεταλλευόμενο το πολιτικό και κοινωνικό χάος που ο ίδιος συνέβαλε καθοριστικά να δημιουργηθεί. Μέχρι το 1922, με την ιταλική κοινωνία βουτηγμένη στις συρράξεις, τις απεργίες και το κύμα βίας και τρομοκρατίας που έσπερναν τεχνηέντως οι Μελανοχίτωνές του, ο Μουσολίνι ισχυρίζεται όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ότι μόνο αν είχε πλήρως την εξουσία στα χέρια του θα μπορούσε να επαναφέρει την τάξη. Με την ατμόσφαιρα να μυρίζει εμφύλιο πόλεμο και τις τοπικές φασιστικές παρατάξεις πιο δυνατές (και κακόβουλες) από ποτέ, ο Μουσολίνι αποφασίζει να δείξει τη δύναμή του: στις 31 Οκτωβρίου 1922 περισσότεροι από 100.000 φασίστες και Μελανοχίτωνες παρελαύνουν τελετουργικά στη Ρώμη, σε αυτό που θα μείνει στην Ιστορία ως «Πορεία προς τη Ρώμη» (Marcia su Roma). Το πραξικόπημα αναγκάζει τον βασιλιά της Ιταλίας Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’ να του παραδώσει την εξουσία για να αποφύγει τα χειρότερα. Ο Μουσολίνι ορκίζεται με συνοπτικές διαδικασίες πρωθυπουργός, αν και σύντομα θα κουτσούρευε δραστικά τους δημοκρατικούς θεσμούς: μέχρι το 1925 είχε ήδη γίνει δικτάτορας, αναγκάζοντας άπαντες να τον προσφωνούν πλέον «Il Duce» («Ο Ηγέτης»). Πέρα από την απολυταρχική διακυβέρνηση που εισήγαγε, τον μηχανισμό πλήρους φασιστικοποίησης του πολιτικού καθεστώτος της χώρας, τη λογοκρισία, την προπαγάνδα και τη διαβόητη Φασιστική Αστυνομία -που έσπειρε τον τρόμο στην Ιταλία-, στα θετικά του καταμετρώνται το εκτεταμένο πρόγραμμα δημόσιων έργων και ο περιορισμός της ανεργίας, κάτι που θα του φέρει πρόσκαιρη λαοφιλία… Πολεμικές περιπέτειες Ο άλλοτε φιλειρηνιστής και αντιμιλιταριστής Μπενίτο Μουσολίνι ήταν πια οπαδός του δόγματος της άκρας επιθετικότητας και του επεκτατικού εθνικισμού. Κι έτσι, ο μεγαλομανής Ντούτσε, αποφασισμένος να δείξει στην οικουμένη τη δύναμη του φασιστικού του καθεστώτος, εισβάλει στην Αιθιοπία το 1935 καταλαμβάνοντας στα γρήγορα την πρωτεύουσα της αδύναμης χώρας Αντίς Αμπέμπα. Τα νέα εδάφη προσαρτήθηκαν στη νεότευκτη Ιταλική Αυτοκρατορία του, ενώ λίγο αργότερα, το 1936, θα ξαποστείλει τους φασίστες του στον Ισπανικό Εμφύλιο, επιδιώκοντας να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής του προσφέροντας άφθονη στρατιωτική βοήθεια στον επίσης φασίστα στρατηγό Φράνκο, ο οποίος είχε στασιάσει κατά της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας, πυροδοτώντας έτσι την εμφύλια σύρραξη. Ο αλαζονικός του χαρακτήρας ωστόσο και οι πρώιμες αυτές δειλές στρατιωτικές επιτυχίες κατάφεραν να εντυπωσιάσουν τον άλλο δικτάτορα του καιρού, τον γερμανό ναζιστή Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος επιδίωξε να εγκαθιδρύσει στενές σχέσεις με το φασιστικό καθεστώς του Ντούτσε, τρέφοντας έτσι τη μεγαλομανία του. Ο Μουσολίνι, κολακευμένος από το άνοιγμα του Χίτλερ προς την πλευρά του, υπογράφει το 1939 την πολεμική συμμαχία των δύο χωρών, που ο ίδιος ονόμασε «Άξονα». Την ίδια χρονιά, ο Μουσολίνι προσαρτά την Αλβανία στην πήλινη αυτοκρατορία του και τον επόμενο χρόνο εισέρχεται επισήμως στα χαρακώματα του B’ Παγκοσμίου, κηρύσσοντας στις 28 Οκτωβρίου 1940 τον πόλεμο κατά της Ελλάδας, την εμφατική αρχή του τέλους του! Κι αυτό γιατί η αήττητη ιταλική πολεμική μηχανή, όπως την ήθελε εξάλλου η μεγαλοστομία του Ντούτσε, κατέρρευσε όταν συνάντησε την υποδεέστερη τόσο σε αριθμό όσο και οπλισμό ελληνική δύναμη της Πίνδου, την ίδια στιγμή που οι στρατιωτικές επιδόσεις των Ιταλών δεν υπήρξαν καλύτερες και στα άλλα μέτωπα (Βόρεια Αφρική). Και μόνο με τη γερμανική παρέμβαση τον Απρίλιο του 1941 θα διασωζόταν ο Μουσολίνι στη θέση του, καθώς οι αδυναμίες του στρατού του δεν μπορούσαν πια να κρυφτούν. Η ιταλική πανωλεθρία στο Έπος του 1940 είχε όμως ήδη σημάνει την αρχή του τέλους… Η ήττα της Ιταλίας και οι περιπέτειες του δικτάτορα Το 1942, στην Καζαμπλάνκα, οι Ουίνστον Τσόρτσιλ και Φράνκλιν Ρούσβελτ έδιναν το πράσινο φως για την εισβολή των Συμμάχων στη Σικελία και το τέλος της ιταλικής εμπλοκής στον πόλεμο. Με τα συμμαχικά στρατεύματα να ανηφορίζουν σχεδόν ανενόχλητα την ιταλική χερσόνησο τον Ιούλιο του 1943 και άπαντες να θεωρούν την υπόθεση «Ιταλία» τελειωμένη, η πίεση στον Μουσολίνι από τους δικούς του να παραιτηθεί από τα αξιώματά του γιγαντώθηκε. Ο ίδιος εγκαταλείπει τελικά την εξουσία και με βασιλική διαταγή συλλαμβάνεται. Σύντομα βέβαια γερμανοί κομάντο θα τον απελευθέρωναν από το θέρετρο όπου κρατείτο, με τον ίδιο να μετακινεί την κυβέρνησή του στη Βόρεια Ιταλία, ελπίζοντας να επανακτήσει την επιρροή του και να ανασυστήσει το φασιστικό κράτος του. Στις 4 Ιουνίου 1944 ωστόσο τα συμμαχικά στρατεύματα έμπαιναν στη Ρώμη και κάθε συζήτηση για το ποιος είχε την εξουσία στη χώρα έπαιρνε απρόοπτο τέλος. Ο μεταμφιεσμένος Μουσολίνι και η ερωμένη του Claretta Petacci επιχειρούν να διαφύγουν στην Ελβετία, συλλαμβάνονται ωστόσο από τους ιταλούς αντάρτες της Αντίστασης στις 27 Απριλίου 1945 και εκτελούνται την αμέσως επόμενη μέρα (28 Απριλίου 1945). Τα πτώματά τους μεταφέρθηκαν κατόπιν στο Μιλάνο, όπου κρεμάστηκαν ανάποδα στην κεντρική πλατεία της πόλης, για να παραδοθούν στη χλεύη του πλήθους. Ο ιταλικός λαός υποδέχθηκε τον αφανισμό και τον εξευτελισμό του Ντούτσε χωρίς τύψεις: τους είχε υποσχεθεί ρωμαϊκά μεγαλεία, το μόνο που τους έδωσε ωστόσο η μεγαλομανία του ήταν ανατροπή της κοινής λογικής, πόλεμο και μιζέρια… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr