Ο πρωτεργάτης της ιρανικής επανάστασης του 1979 θα έμενε στο τιμόνι της χώρας για 10 χρόνια, εγκαινιάζοντας τη δικής του έμπνευσης ισλαμική θεοκρατία στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Ο Χομεϊνί πρότεινε και εφάρμοσε εκτεταμένα μια νέα μορφή διακυβέρνησης, μετατρέποντας το κοσμικό κράτος σε μια οντότητα όπου βασίλευε η κατά γράμμα τήρηση των διδαχών του Κορανιού, με την εξουσία να περιέρχεται εξολοκλήρου στον κλήρο, διατηρώντας βεβαίως για τον εαυτό του το ισόβιο καθεστώς του αδιαφιλονίκητου θρησκευτικού και πολιτειακού ηγέτη.

Στα δικά του χρόνια θα εγκαινιαζόταν μάλιστα η τεταμένη περίοδος σχέσεων του Ιράν με τη Δύση, κληρονομιά που διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας, ενώ του χρεώνεται και ο πόλεμος με το Ιράκ στην προσπάθεια να γενικεύσει το θεοκρατικό του μοντέλο και στα γειτονικά μουσουλμανικά κράτη.

Ο Μεγάλος Αγιατολάχ θα άφηνε το στίγμα του ανεξίτηλο στο Ιράν, την ίδια στιγμή που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα…

Πρώτα χρόνια

Ο Ρουχολάχ Μουσαβί (που μεταφράζεται «εμπνευσμένος από τον Θεό») γεννιέται στις 24 Σεπτεμβρίου 1902 σε οικογένεια σιιτών λογίων στο μικρό ιρανικό χωριό του Χομεΐν. Αργότερα βέβαια θα χρησιμοποιήσει το τοπωνύμιο ως επίθετο, γινόμενος γνωστός ως Ρουχολάχ Χομεϊνί. Το 1903, πέντε μόλις μήνες μετά τη γέννηση του αγοριού, ο πατέρας του δολοφονείται.

Ο Χομεϊνί αναθρέφεται λοιπόν από τη μητέρα και τη θεία του, με τις δύο γυναίκες να πεθαίνουν ωστόσο το 1918 από επιδημία χολέρας. Τα οικογενειακά βάρη πέφτουν πλέον στον μεγαλύτερο αδερφό του, την ίδια ώρα που η βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια ισχυρίζεται ότι είναι απόγονος του προφήτη Μωάμεθ. Ο Χομεϊνί μεγαλώνει λοιπόν σύμφωνα με τις διδαχές του Ισλάμ, ενώ και τα δύο αδέλφια θα λάβουν αργότερα τον τίτλο του «αγιατολάχ», του σκληροπυρηνικού ιεράρχη των σιιτών δηλαδή που είναι άτεγκτα προσηλωμένος στο γράμμα των νόμων της θρησκείας.

Ο μικρός Χομεϊνί διακρίνεται στα σπορ, την ίδια στιγμή που οι επιδόσεις του στο τοπικό θρησκευτικό σχολείο είναι αξιοσημείωτες. Εξαιτίας αυτού, ο μεγαλύτερος αδελφός του αποφασίζει να τον στείλει στο Σουλταναμπάντ το 1920 για να φοιτήσει στην περίφημη ισλαμική σχολή του Yazdi Ha’iri. Η θρησκευτική ακαδημία μετακομίζει ωστόσο στο Qom το 1923, με τον Χομεϊνί να ακολουθεί: προσηλωμένος στις ισλαμικές του σπουδές, ο Χομεϊνί διακρίνεται στην τάξη, την ίδια στιγμή που γίνεται δάσκαλος για τους νεότερους μαθητές τη σχολής…

Θρησκευτικός ηγέτης

Όταν ο Ha’iri πέθανε στη δεκαετία του ’30, τον διαδέχτηκε ο αγιατολάχ Boroujerdi ως η σημαντικότερη θρησκευτική φιγούρα του Qom, ο οποίος σύντομα κατάφερε να κερδίσει τον σεβασμό του μαθητή του. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι τόσο ο Ha’iri όσο και ο Boroujerdi θεωρούσαν ότι η θρησκεία δεν έπρεπε να ασχολείται με κυβερνητικά και πολιτειακά θέματα. Όσο λοιπόν ο ηγέτης του Ιράν, σάχης Ρεζά, αποδυνάμωνε δραστικά και παραγκώνιζε τους θρησκευτικούς ηγέτες προωθώντας ένα πιο κοσμικό κράτος, οι κορυφαίες θρησκευτικές μορφές της χώρας παρέμεναν σιωπηλές, ενθαρρύνοντας ταυτόχρονα τους οπαδούς τους να κάνουν το ίδιο.

Η ίδια μάλιστα γραμμή θρησκευτικής ουδετερότητας ακολουθήθηκε από το ιερατείο ακόμα και όταν ο γιος του σάχη, Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί, στράφηκε στις ΗΠΑ για βοήθεια στην προσπάθειά του να καταστείλει τις μαζικές διαδηλώσεις για δημοκρατική μεταρρύθμιση που δονούσαν την Τεχεράνη στη δεκαετία του 1950.

Ο Χομεϊνί ένιωθε ωστόσο φιμωμένος από την παθητική στάση που κρατούσαν οι μουσουλμάνοι ηγέτες, την ώρα που έβλεπε ότι η χώρα εγκατέλειπε τις ισλαμικές της ρίζες. Μην μπορώντας βέβαια να μιλήσει ανοιχτά για αυτό που θεωρούσε ως απόπειρα απο-ισλαμισμού του Ιράν, στράφηκε στη διδασκαλία.

Καλλιέργησε μεθοδικά μια ομάδα έμπιστων μαθητών γύρω του, οι οποίοι θα γίνονταν αργότερα οι φανατικότεροι υποστηρικτές του κατά τη διάρκεια των ημερών του ως ισλαμιστής επαναστάτης. Στις 31 Μαρτίου 1961, ο αγιατολάχ Boroujerdi πέθανε και ο Χομεϊνί ήταν πλέον αρκετά γνωστός και σεβαστός για να τον διαδεχτεί στη θέση του θρησκευτικού ηγέτη. Την ίδια εποχή εκδίδει τα γραπτά του πάνω σε μια σειρά θρησκευτικών θεμάτων, με τη φήμη του να εκτοξεύεται ανάμεσα στους σιίτες Ιρανούς.

Το 1962, ο Χομεϊνί αρχίζει να αμφισβητεί ανοιχτά τις προθέσεις και τα πεπραγμένα του σάχη. Η πρώτη του πράξη περιφρόνησης της κοσμικής εξουσίας θα είναι η συσπείρωση των θρησκευτικών ηγετών ενάντια στην κυβερνητική τροπολογία που ήθελε να εκδιώξει από τη δημόσια ζωή τον θρησκευτικό όρκο των εκλεγμένων στο Κοράνι.

Τον Ιούνιο του 1963, ο Χομεϊνί εκφωνεί πύρινο λόγο στον οποίο ισχυρίζεται ότι αν ο σάχης δεν άλλαζε πολιτική κατεύθυνση, τότε οι μέρες του στην εξουσία θα ήταν μετρημένες. Ως αποτέλεσμα, ο θρησκευτικός ηγέτης συλλαμβάνεται και φυλακίζεται, με πλήθος κόσμου να διαδηλώνει στους δρόμους για την απελευθέρωσή του και να συναντά τη βίαιη κυβερνητική καταστολή. Ακόμα και στο πλαίσιο αυτό της κρατικής τρομοκρατίας, ο λαός συνεχίζει να διαμαρτύρεται για τον Χομεϊνί για περισσότερο από μία εβδομάδα.

Ο Χομεϊνί αποφυλακίζεται τελικά τον Απρίλιο του 1964 και του επιτρέπεται να επιστρέψει στο Qom. Ο σάχης συνεχίζει να καλλιεργεί στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ, την ίδια στιγμή που ο Χομεϊνί τον κατηγορεί για παθητικότητα στη στάση του με το Ισραήλ. Παρά το ιστορικό της κράτησής του, ο αγιατολάχ όχι μόνο δεν κρατά το στόμα του κλειστό, αλλά κλιμακώνει την κριτική του: σε πύρινο λόγο το φθινόπωρο του 1954, δηλώνει πως το Ισραήλ είναι έτοιμο να καταλάβει το Ιράν, την ίδια στιγμή που η Αμερική θεωρεί τους Ιρανούς σκλάβους στα δυτικά ιδεώδη.

Τα χρόνια της εξορίας

Ο Χομεϊνί συλλαμβάνεται και πάλι, ενώ λίγο αργότερα θα απελαθεί στην Τουρκία. Ο τουρκικός νόμος τού απαγορεύει ωστόσο να φορά τα παραδοσιακά άμφια του σιίτη ιερωμένου, με τον ίδιο να μην μπορεί να δεχτεί την προσβολή: μετακομίζει στο Ιράκ τον Σεπτέμβριο του 1965, όπου και θα παραμείνει σε καθεστώς εξορίας για τα επόμενα 13 χρόνια.

Ήταν στο Ιράκ λοιπόν που ο Χομεϊνί θα συλλάβει την έννοια του θεοκρατικού πολιτικού μορφώματος, αναλύοντας διεξοδικά τη θεωρία του για το πώς μια χώρα βασισμένη στις μουσουλμανικές διδαχές και κυβερνημένη από το ιερατείο θα μπορούσε να τα καταφέρει στο διεθνές στερέωμα. Αρχίζει μάλιστα να διδάσκει τη θεωρία του στο τοπικό θρησκευτικό σχολείο, την ίδια ώρα που μαγνητοφωνεί τα κηρύγματά του και τα περνά λαθραία στον Ιράν, με τις κασέτες να κυκλοφορούν πλέον ευρέως και να πωλούνται μάλιστα στα ιρανικά παζάρια.

Η μεθοδική διδασκαλία της ισλαμικής θεοκρατίας θα τον μετέτρεπε σύντομα στον εμπνευστή μιας ισχυρής αντιπρότασης, εγκαθιδρύοντάς τον στις συνειδήσεις του λαού ως ηγέτη της αντιπολίτευσης στην αυθαιρεσία του σάχη.

Πολιτικός ηγέτης

Το 1975, πλήθη κόσμου μαζεύτηκαν έξω από την περίφημη ιερατική σχολή του Qom ως αποτέλεσμα των «λαθραίων» προειδοποιήσεων του Χομεϊνί για τον κίνδυνο απο-ισλαμισμού της χώρας. Η γενικευμένη χρήση κρατικής βίας για να διαλυθεί ο κόσμος θα έφερνε την οργισμένη απάντηση του Χομεϊνί: σε δήλωσή του χαιρετίζει την υποστήριξη του λαού στα θρησκευτικά ιδεώδη και διακηρύσσει ότι η «ελευθερία από τα δεσμά του ιμπεριαλισμού» είναι πλέον κοντά.

Μέχρι το 1978, οι διαδηλώσεις υποστήριξης στον Χομεϊνί γενικεύονται, με την κυβερνητική καταστολή να γίνεται ολοένα και πιο βίαιη. Ο σάχης συνειδητοποιεί ότι η εξορία του Χομεϊνί στο γειτονικό Ιράκ παραείναι κοντινή για μην ακούγονται τα λόγια του, πρέπει λοιπόν να πάρει μέτρα. Ιρακινοί στρατιώτες προσεγγίσουν τον αγιατολάχ και του δίνουν το τελεσίγραφο: είτε παραμένει στο Ιράκ αλλά εγκαταλείπει την πολιτική δραστηριότητα είτε φεύγει άμεσα από τη χώρα.

Εκδιωγμένος και από το Ιράκ, ο Χομεϊνί καταφεύγει στο Παρίσι, τον τελευταίο του σταθμό πριν από τη θριαμβευτική επιστροφή του στο Ιράν. Όντας στην Ευρώπη, υπεραμύνεται από τις κριτικές που τον ήθελαν διψασμένο για εξουσία, την ίδια ώρα που μεθοδεύει τον γυρισμό του στην πατρίδα.

Το 1979 έμελλε να γίνει η καθοριστική στιγμή του, με την ολιγόμηνη παραμονή του στο Παρίσι να δίνει τη θέση της στην πολυπόθητη επιστροφή του στο Ιράν: φοιτητές, η μεσαία τάξη, ο επιχειρηματικός κόσμος, ακόμα και ο στρατός κατέβηκαν στον δρόμο δηλώνοντας την υποστήριξή τους στον θρησκευτικό ηγέτη. Ο σάχης στρέφεται στην Αμερική για βοήθεια, ο άμεσος κίνδυνος ωστόσο για πραξικόπημα τον αναγκάζει να εγκαταλείψει τη χώρα εσπευσμένα, αφήνοντας τον Χομεϊνί ως τον αδιαφιλονίκητο και λαοφιλή νέο ηγέτη του Ιράν.

Επιστρέφοντας στην πατρίδα, τα πλήθη τον επευφημούν, ο ίδιος στρώνεται ωστόσο αμέσως στη δουλειά, θέτοντας τα θεμέλια του ισλαμικού κράτους που τόσο πολύ ονειρεύτηκε…

Κυβερνητικό έργο

Στην περίοδο της κυβερνητικής του δράσης, ο Χομεϊνί παραγγέλνει στο ανώτερο ιερατείο τη συγγραφή του Ισλαμικού Συντάγματος της χώρας, την ίδια στιγμή βέβαια που δεν λείπουν τα ολοκληρωτικά σχόλια: «Μην ακούτε αυτούς που μιλούν για δημοκρατία. Είναι όλοι κατά του Ισλάμ. Αποζητούν να απομακρύνουν το έθνος μας από την αποστολή του. Θα σπάσουμε τις δηλητηριώδεις πένες όσων μιλούν για εθνικισμό, δημοκρατία και τέτοια εκτρώματα».

Εν τω μεταξύ, ο αυτοεξόριστος σάχης βρίσκει καταφύγιο στη σχετικά απρόθυμη να τον δεχτεί Αμερική, με τα αντίποινα να είναι άμεσα: Ιρανοί καταλαμβάνουν την αμερικανική πρεσβεία της Τεχεράνης στις 4 Νοεμβρίου 1979 και κρατούν 60 αμερικανούς ομήρους, με τον Χομεϊνί να βλέπει το γεγονός ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να διατρανωθεί η νέα ιρανική περιφρόνηση στην επιρροή των Δυτικών. Ως απάντηση, η διακυβέρνηση Κάρτερ θα εγκαινίαζε την ψυχροπολεμική περίοδο των σχέσεων της Αμερικής με το Ιράν, επιβάλλοντας εμπάργκο στο πετρέλαιο και άλλες κυρώσεις.

Ο Χομεϊνί θα αποδεικνυόταν ωστόσο εξίσου ανάλγητος στις κραυγές του κόσμου για πολιτική αλλαγή και κοινωνική δικαιοσύνη με τον διεφθαρμένο σάχη που τόσο πολύ πολέμησε: βίαιες καταστολές όλων των συγκεντρώσεων εναντίον του, εκτελέσεις των εμπνευστών κάθε κινήματος ανυπακοής στη θεοκρατία του και μια σειρά ακόμα από μέτρα που «μύριζαν» (θεοκρατικό) ολοκληρωτισμό. Ταυτόχρονα, οι θεωρίες και οι πεποιθήσεις του διδάσκονταν πλέον στα δημόσια σχολεία, την ίδια στιγμή που διόρισε τους συμπαθούντες στο έργο του κληρικούς σε όλες τις βαθμίδες της διακυβέρνησης, από τη μικρότερη πόλη μέχρι και τα ύπατα πολιτειακά αξιώματα.

Ήταν βέβαια και το άλλο: ο Χομεϊνί πίστευε ακράδαντα ότι οι ιδέες πάνω στις οποίες είχε χτιστεί το νέο Ιράν έπρεπε απαραίτητα να «εξαχθούν» και στα άλλα μουσουλμανικά κράτη, όπως το έθετε κομψά. Αυτά ήταν τα «ψιλά γράμματα» πίσω από τον πόλεμο που κήρυξε στο Ιράκ, ο οποίος θα διαρκούσε 8 χρόνια και θα κατέληγε σε εκατόμβη νεκρών και οικονομική πανωλεθρία. Και ήταν ακριβώς η αμερικανική παρεμβολή για λογαριασμό του Ιράκ που θα ανάγκαζε τον Χομεϊνί να δεχτεί την κατάπαυση του πυρός, με τον ίδιο να βλέπει τον συμβιβασμό ως «περισσότερο φονικό και από το ίδιο το δηλητήριο».

Στις ζοφερές του πρακτικές περιλαμβάνεται φυσικά και η παραγγελία που έδωσε για την εξόντωση του περίφημου ινδού συγγραφέα Σαλμάν Ρούσντι το 1989, όταν κυκλοφόρησε το περίφημο βιβλίο του «Σατανικοί Στίχοι», το οποίο είδε ο αγιατολάχ ως ευθεία προσβολή στον προφήτη Μωάμεθ.

Ο Χομεϊνί ανακοίνωσε επισήμως την καταδίκη σε θάνατο του συγγραφέα εγκαινιάζοντας μια απίστευτη περιπέτεια δέκα ετών, στα οποία ο Ρούσντι θα ζούσε κρυμμένος και θα μετακινούταν συνεχώς από σπίτι σε σπίτι, υπό τη διαρκή παρουσία ένοπλων φρουρών ασφαλείας.

Θάνατος

Λίγο μετά την έκδοση του φετφά για τον θάνατο του Ρούσντι, ο Μεγάλος Αγιατολάχ Ρουχολάχ Μουσαβί Χομεϊνί θα πέθαινε, με το ημερολόγιο να δείχνει 3 Ιουνίου 1989. Το Ιράν παραμένει μια εν πολλοίς θεοκρατική κοινωνία, με τα έργα και τις γραφές του Χομεϊνί να συνεχίζουν να επηρεάζουν καθοριστικά τη δοκιμαζόμενη κοινωνία…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr