Για αναβάθμιση των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας-Ρωσίας σε ένα νέο επίπεδο κάνει λόγο σε συνέντευξή του στο ρωσικό πρακτορείο Tass ενόψει της επίσκεψής του στη Μόσχα στις 8 Απριλίου και χαρακτηρίζει τις κυρώσεις κατά της Μόσχας ως «έναν δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά».

«Μπορούμε να έχουμε μια βάσιμη συνεργασία που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να εξάγει τα αγροτικά της προϊόντα στη Ρωσία» τονίζει ο Αλέξης Τσίπρας.

«Γνωρίζετε ότι τα προηγούμενα χρόνια υπήρχε ένα χτύπημα στις σχέσεις αυτές (σ.σ. της Ευρώπης με τη Ρωσία) καθώς οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις δεν έκαναν ό,τι μπορούσαν προκειμένου να αποτραπεί αυτή η χωρίς νόημα πολιτική των κυρώσεων εν μέσω των εντάσεων στην Ουκρανία», αναφέρει.

Στη συνέντευξή του υπενθυμίζει την ένταση που δημιουργήθηκε τις πρώτες ημέρες της ανάληψης των καθηκόντων του όταν έλαβε επιστολή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ «ο οποίος θέωρησε δεδομένη την θέση της Ελλάδας υπέρ των κυρώσεων». «Κάλεσα τόσο αυτόν όσο και την Φεντερίκα Μογκερίνι και τους είπα: Μην σκέφτεστε ότι οι ελληνικές θέσεις είναι δεδομένες, η κατάσταση έχει αλλάξει και τώρα υπάρχει άλλη κυβέρνηση στην Ελλάδα. Και τώρα θα πρέπει να μας ρωτάτε πριν πάρετε αποφάσεις» εξιστορεί ο Έλληνας πρωθυπουργός.

«Δεν συμφωνούμε με τις κυρώσεις» ξεκαθαρίζει ο Αλέξης Τσίπρας.

Ο Ελληνας πρωθυπουργός επεσήμανε ότι ο οικονομικός πόλεμος είναι τακτική αδιεξόδου.

«Εγώ υποστηρίζω τη διπλωματία» τονίζει. «Θεωρώ ότι οι συμφωνίες του Μινσκ και η τήρησή τους είναι σημαντικό επίτευγμα. Εκτιμώ ότι θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια προκειμένου να σταματήσει η ένταση με Ουκρανία».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα του TASS, ο κ. Τσίπρας τόνισε πως κατά την πρώτη του συμμετοχή στην Σύνοδο της ΕΕ στις 19-20 Μαρτίου στις Βρυξέλλες, δήλωσε στους πρωθυπουργούς και στους επικεφαλής των κρατών: «πείτε μου πώς φαντάζεστε τη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη; Την βλέπετε με την Ρωσία στην αντίθετη πλευρά ή με την Ρωσία στη διαδικασία ενός διαλόγου και αμοιβαίας κατανόησης;».

Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, ο Έλληνας πρωθυπουργός συνέχισε λέγοντας «δεν έλαβα απάντηση από πολλούς από αυτούς. Κατά την άποψή μου, η απάντηση είναι σαφής. Η νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει την Ρωσία».

Οι σχέσεις Ελλάδας και Ρωσίας, κατά τον πρωθυπουργό, έχουν μεγάλη προοπτική ανάπτυξης, πρωτίστως στους τομείς της ενέργειας και του τουρισμού.

«Νομίζω ότι οι δυνατότητες να ενισχύσουμε τις σχέσεις μας συνδέονται και με τον τουρισμό, αλλά και με ποικίλες πολιτιστικές δραστηριότητες» εκτίμησε ο πρωθυπουργός, λέγοντας ότι εκτός από τις πολύ σημαντικές συναντήσεις του με τον πρόεδρο Β.Πούτιν, τον πρωθυπουργό Ντ.Μεντβιέντεφ και τον πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλο, «θα έχω τη δυνατότητα να δώσω διάλεξη σε ένα από τα κεντρικά Πανεπιστήμια της Μόσχας», γεγονός, που αναδεικνύει «τη δυνατότητα ανταλλαγών και συνεργασίας σε εκπαιδευτικό επίπεδο μεταξύ ελληνικών και ρωσικών Πανεπιστημίων, η οποία είναι επίσης πολύ σημαντική πλευρά της εδραίωσης των αμοιβαίων σχέσεών μας».

Όπως είπε ο κ.Τσίπρας, Ελλάδα και Ρωσία συνδέονται με κοινές ρίζες, κοινούς αγώνες, κοινή πίστη και πολιτισμό. «Η χώρα σας είναι πλούσια από πολιτιστική άποψη και ο ελληνικός πολιτισμός είναι η κοιτίδα του παγκόσμιου. Νομίζω ότι στους τομείς αυτούς μπορούμε να έχουμε πολύ συγκεκριμένες σχέσεις και να ενισχύσουμε τους δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών» ανέφερε, επισημαίνοντας ότι το Πολιτιστικό έτος Ελλάδας – Ρωσίας, το 2016, αποτελεί μια σπουδαία ευκαιρία για την ανάπτυξη των σχέσεων αυτών.

«Το 2015 εορτάζουμε από κοινού τα 70χρονα της Μεγάλης Αντιφασιστικής Νίκης, της νίκης των λαών επί του ναζισμού» είπε ο Α.Τσίπρας, σημειώνοντας ότι «η επέτειος αυτή έχει πολύ μεγάλη σημασία τόσο για τον ρωσικό, όσο και για τον ελληνικό λαό. Οι λαοί μας σφυρηλάτησαν τις αδελφικές τους σχέσεις, διότι διεξήγαν κοινό αγώνα σε κρίσιμες και σημαντικές ιστορικές στιγμές». Ελλάδα και Ρωσία πλήρωσαν περισσότερο όλων, με το αίμα τους στον αγώνα κατά του φασισμού και αυτό είναι το κοινό θεμέλιο, όπως και η κοινή πίστη, υπογράμμισε ο πρωθυπουργός στο ρωσικό κρατικό πρακτορείο.

«Σ’ αυτές τις ρίζες πρέπει να δώσουμε έμφαση, να μη μείνουμε μόνο στις καλές προθέσεις. Ας κοιτάξουμε πώς είναι δυνατόν να καταστήσουμε τις σχέσεις των δύο χωρών και λαών μας πιο ουσιαστικές σε επίκαιρα προβλήματα. Διαθέτουμε ένα εξαίρετο παρελθόν κοινού αγώνα και κοινής προόδου προς τα εμπρός, μπορούμε να έχουμε κι ένα υπέροχο μέλλον» υπογράμμισε.