Στο θέμα της θετικής γνωμοδότησης από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας για το θέμα των εργασιακών εν όψει και της σημερινής διαπραγμάτευσης με την τρόικα, αναφέρθηκε την Πέμπτη ο υφυπουργός Εργασίας Βασίλης Κεγκέρογλου.

«Δεν ήταν μόνο δικιά μας πρωτοβουλία η διαδικασία που ακολουθήθηκε και το αποτέλεσμα στην Γενεύη. Ήταν ουσιαστικά συμφωνημένο, ότι χρειάζεται ένας οργανισμός ο οποίος μπορεί να αξιολογήσει τα πράγματα να μας δώσει την αξιολόγησή του και με βάση αυτό θα αποφασίσουμε», τόνισε, μιλώντας στον Real FM.

Στο ερώτημα μεταξύ ποιων ήταν συμφωνημένο κι αν ήταν σε γνώση και της τρόικας ο υφυπουργός Εργασίας ανέφερε: «Πρώτα απ’ όλα μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, η πρόταση αυτή είχε κατατεθεί στα πλαίσιο της κυβέρνησης και στη συνέχεια με τους δανειστές, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Όχι μόνο το γνώριζαν, αλλά ήταν και με την έγκριση της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής».

Και πρόσθεσε: «29 Απριλίου είχαμε ακρόαση του κ. Ράιντερ από την επιτροπή, στην οποία παραβρέθηκα και εγώ και πλην δύο κομμάτων, όλα τα άλλα, μας παρότρυναν στη συνεργασία με το ILO, με τη διεθνή οργάνωση εργασίας, προκειμένου να δούμε τα θέματα και του κοινωνικού διαλόγου, αλλά και τα συγκεκριμένα θέματα τα οποία υπήρχαν ως εκκρεμότητα. Είναι μία διαδικασία που πιστεύω ότι πολύ σωστά επιλέχθηκε, όχι εκ του αποτελέσματος μόνο, αλλά γιατί τα θέματα αυτά δεν μπορούμε να τα δούμε περιορισμένα κάτω από το πρίσμα, είτε το κυβερνητικό μόνο, είτε το αντιπολιτευτικό».

Στην ερώτηση αν πρόθεση του υπουργείου είναι να προχωρήσει σε αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο, ο κ. Κεγκέρογλου απάντησε: «Δεν υπάρχει καμία συμφωνία για συγκεκριμένες αλλαγές. Ούτως ή άλλως στο θέμα του απεργιακού νόμου η νομοθεσία προβλέπει το 50%+1, αυτό είναι κάτι βασικό για τον νόμο ο οποίος ισχύει. Βεβαίως προβλέπει και τη διαδικασία των βάσεων του συμβουλίου ιδιαίτερα όταν έχουμε πανελλαδικά σωματεία, όπου αυτό πρακτικά είναι δύσκολο. Αλλά το 50%+1 ως αρχή για τη λήψη των αποφάσεων ισχύει, δεν έχει καταργηθεί ποτέ, διευκολύνονται όμως οι περιπτώσεις που έχουμε τεχνική δυσκολία από τον νόμο. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη συμφωνία για το τι πρέπει να αλλάξει. Υπάρχει συμφωνία για περαιτέρω διάλογο και ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους και βεβαίως με ουσιαστική συμβολή της διεθνής οργάνωσης Εργασίας. Άρα δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να ειπωθεί ως συμφωνία για συγκεκριμένες αλλαγές σε συγκεκριμένο φάσμα».