Σήμερα αναμένεται να επαναληφθεί η δίκη του πρώην υπουργού Τάσου Μαντέλη και των συγκατηγορουμένων του, για την υπόθεση του χρηματικού ποσού που είχε λάβει από τη Siemens. Η δίκη είχε αρχίσει το Νοέμβριο στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων και είχε διακοπεί λόγω κωλύματος συνηγόρων υπεράσπισης και αφού προηγουμένως το δικαστήριο με ανάλογη εισαγγελική πρόταση απέρριψε αιτήματα αναβολής που υποβλήθηκαν.

Στην υπόθεση, πλην του πρώην υπουργού, κατηγορούνται άλλα τέσσερα πρόσωπα που έχουν εμπλακεί στην υπόθεση του ποσού των 450 χιλιάδων μάρκων που έλαβε ο κ. Μαντέλης σε δύο δόσεις το 1998 και το 2000 ως αντάλλαγμα -κατά την κατηγορία- για την επιλογή της Siemens επί θητείας του στο υπουργείο Μεταφορών, για την ψηφιοποίηση των κέντρων του ΟΤΕ.

Ο ίδιος ο πρώην υπουργός αρνείται από την αρχή την κατηγορία της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων και υποστηρίζει ότι τα επίμαχα χρήματα ήταν προεκλογική χορηγία από τη γερμανική εταιρία και όχι ανταλλάγματα ή δώρα σχετιζόμενα με την επίμαχη σύμβαση 8002 του 1997 μεταξύ ΟΤΕ και Siemens.

Στο εδώλιο μαζί με τον κ. Μαντέλη, παραπέμπονται οι Γεώργιος Τσουγκράνης επιχειρηματίας και κουμπάρος του κ. Μαντέλη, Αντωνία Μάρκου εφοριακή υπάλληλος, Ηλίας Γεωργίου πρώην στέλεχος της ελληνικής Siemensκαι Αριστείδης Μαντάς συνεργάτης του βασικού κατηγορούμενου.

Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα (αριθμ. 1828/2013), ο πρώην υπουργός κατηγορείται ότι έλαβε από τα λεγόμενα «μαύρα ταμεία» της γερμανικής εταιρείας συνολικό ποσό 450.000 γερμανικών μάρκων.

Τα χρήματα είχαν εμβαστεί σε δόσεις σε λογαριασμό στη Γενεύη τον οποίο είχε ανοίξει -όπως ο ίδιος παραδέχεται – χρησιμοποιώντας την κωδική ονομασία ROCOS, ο κ. Γιώργος Τσουγκράνης.

Μέρος των χρημάτων διακινήθηκε μέσω λογαριασμού σε ελβετική τράπεζα της κ. Μάρκου, η οποία ωστόσο υποστηρίζει ότι τον εν λόγω λογαριασμό ουσιαστικά χρησιμοποιούσε ο συγκατηγορούμενός της Ηλίας Γεωργίου.

Οι κατηγορούμενοι, κατά περίπτωση, αντιμετωπίζουν την κατηγορία της ενεργητικής δωροδοκίας κατά μόνας και από κοινού, άπαξ και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.