Συνομιλώντας με την Έφη Αχτσιόγλου, καταλαβαίνεις από την αρχή πως υπάρχουν δύο πολιτικοί κόσμοι. Ο δικός της -και των συντρόφων της- και εκείνος του αντιπάλου.

Συγκρουσιακή εκεί που χρειάζεται, διαλλακτική όταν επιλέγει. Δυναμική, όπως και να έχει. Γνωρίζει πως οι εθνικές εκλογές 2019 δε θα είναι μια εύκολη υπόθεση για το κόμμα της αλλά παρουσιάζεται αισιόδοξη για την εκλογική μάχη με τη Νέα Δημοκρατία που ακολουθεί και την έκβαση της τελικής αναμέτρησης.

Θα ήθελε να έχει, η ίδια και η κυβέρνηση, περισσότερο χρόνο ώστε να πετύχουν περισσότερα για το λαό. Γι’ αυτό ζητάει να ανανεωθεί η εμπιστοσύνη του κόσμου. Τώρα που ενδεχομένως υπάρχει περισσότερη πολιτική ελευθερία, μπορεί, μέχρι το 2023, να οικοδομηθεί μια νέα χώρα.

Η Εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ και δεύτερη στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας μίλησε στο newsbeast.gr. Πιστεύει πως η Ελλάδα, παρά τα απανωτά μνημόνια, δεν είναι μια φτωχή και εξηγεί πώς μπορεί να έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη. Ορίζει τις δικές της πολιτικές κόκκινες γραμμές και μας λέει τι θα άλλαζε, αν μπορούσε να γυρίσει πίσω στο χρόνο…

– Μπορεί να είστε ένα σχετικά νέο πρόσωπο στην πολιτική σκηνή του τόπου αλλά αφήσατε ήδη το στίγμα σας. Είστε μια δυναμική γυναίκα. Μία από τις έξι γυναίκες που πρέπει να προσέξουμε τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times. Σε προσωπικό επίπεδο πού θέλετε να το φτάσετε; Ποιο είναι το όραμά σας;

Ξέρετε τα τελευταία χρόνια ήταν, μεταξύ άλλων, μια καλή άσκηση στο πόσο επισφαλές είναι να κάνουμε μακροπρόθεσμες προβλέψεις για το προσωπικό μας μέλλον. Η διάσταση του απρόβλεπτου τελικά δεν αφορά μόνο τις μεγάλες ιστορικές αφηγήσεις, αλλά διαπερνά την καθημερινότητα του καθενός και της καθεμίας από εμάς. Και αυτή είναι μια χρήσιμη υπόμνηση. Όπως φαντάζεστε, δεν είχα προσχεδιάσει το ότι κάποια στιγμή θα είχα την τιμή, και την ευθύνη, να βρεθώ επικεφαλής του υπουργείου Εργασίας. Στο πνεύμα αυτό, πιστεύω ότι οι προσωπικοί μας στόχοι μεταβάλλονται μέσα στο χρόνο και συναρτώνται από συλλογικές αναζητήσεις και προβληματισμούς. Και το δικό μου όραμα είναι ακριβώς αυτό: να μπορώ με τη δουλειά και τη σκέψη μου, από όποια θέση, να συμβάλλω σε ένα συλλογικό σχέδιο που έχει στο επίκεντρό του την ανάδυση ενός νέου υποδείγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.

[sidequote]Είναι αναμφίβολα μια δύσκολη μάχη, μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, αλλά είναι μια μάχη ανοιχτή. Δεν είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία δύσκολη συγκυρία και πιστεύω ότι και αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε[/sidequote]

– Το διάστημα των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς, είχατε βιώσει φόβο για μια πιθανή αποτυχία η οποία θα μπορούσε να είχε αντίκτυπο στον κόσμο αλλά και θα σας στιγμάτιζε; Πόσο αλλάζει ένας άνθρωπος όταν γίνεται υπουργός;

Δεν ήταν ακριβώς φόβος. Ήταν μια βαθιά αγωνία που προέκυπτε από την επίγνωση ότι κάθε απόφαση, κάθε λέξη από το κείμενο της συμφωνίας, θα επηρέαζε τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων. Αυτό εμπεριέχει ένα τρομακτικό φορτίο ευθύνης. Και αυτό το φορτίο ευθύνης το νιώθαμε όλοι και όλες που είχαμε συμμετοχή στη δύσκολη φάση της διαπραγμάτευσης. Και αν κρατάω κάτι από την εμπειρία της διαπραγμάτευσης, είναι ότι παλέψαμε για πολλά. Και αυτό το «πολλά» εμπεριέχει και την υπεράσπιση δικαιωμάτων και υποδομών που ήταν στο στόχαστρο, εμπεριέχει όμως και την προσπάθεια να κερδίσουμε περισσότερα.

Πολλά περισσότερα από όσα ήταν διατεθειμένοι να μας παραχωρήσουν οι θεσμοί και σίγουρα πολλά περισσότερα από όσα θα επεδίωκε ή θα κατάφερνε η εγχώρια αξιωματική αντιπολίτευση. Και η αντίδρασή της με βοήθησε στο να αλλάξω σε κάτι. Να συνειδητοποιήσω ότι δεν είναι ζητούμενο να είναι όλοι ευχαριστημένοι από τις αποφάσεις σου. Ζητούμενο είναι να νιώθεις ότι έπραξες το καλύτερο δεδομένων των συνθηκών για τα συμφέροντα των πολλών, των ανώνυμων, των εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στη χώρα αυτή.

– Ποια είναι τα όρια της δικής σας ηθικής; Μέχρι πού φτάνει; Πότε αρχίζουν οι κόκκινες γραμμές σας;

– Πριν τις Ευρωεκλογές, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, υπήρχε η αίσθηση πως οδεύατε στην κάλπη αφ’ υψηλού. Το τελευταίο διάστημα η εικόνα δείχνει να έχει αλλάξει. Χαμηλοί τόνοι και άλλη στρατηγική. Μήπως τελικά δεν είχατε εκτιμήσει σωστά την πραγματική εικόνα που επικρατούσε στην κοινωνία;

Είναι προφανές ότι μετά από κάθε εκλογικό αποτέλεσμα, οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να αποδεχτούν και να ερμηνεύσουν το μήνυμα που στέλνει η κοινωνία. Ως προς το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν συμφωνώ ότι ήταν υφολογικό το ζήτημα. Αυτό που ανέδειξε το αποτέλεσμα είναι ότι οι ανάγκες και οι προσδοκίες της κοινωνίας μας ήταν μεγαλύτερες απ’ όσα μπορέσαμε να κάνουμε τα τέσσερα αυτά χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν πολλά βήματα αλλά το ότι ο κόσμος περίμενε περισσότερα. Καλούμαστε λοιπόν να μιλήσουμε ακριβώς για το τι ορίζουμε ως περισσότερα.

Γνωρίζουμε όλοι ότι τώρα, για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, μπορούμε να κάνουμε αυτήν την συζήτηση και ο λόγος είναι απλός: γιατί η κρίση και τα μνημόνια είναι οριστικά πίσω μας. Η επίγνωση αυτή τροφοδοτεί και το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη μέρα: σχεδιάζουμε και οραματιζόμαστε την Ελλάδα στην οποία η κρίση θα είναι οριστικά το παρελθόν. Και για αυτόν τον λόγο, τώρα που έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε περισσότερα, έχει εξαιρετική σημασία η επιλογή που θα κάνει ο ελληνικός λαός. Αν θα προχωρήσουμε με ένα σχέδιο για περισσότερες θέσεις εργασίας με αυξημένους μισθούς και δικαιώματα, για καλύτερη υγεία και παιδεία, για δικαιότερη φορολογία ή θα επιστρέψουμε στις πολιτικές που δημιούργησαν και όξυναν την κρίση.

– Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αναδειχθεί πρώτο κόμμα; Γυρίζει η μεγάλη διαφορά που διαμορφώθηκε στις Ευρωεκλογές ή θα ψάξετε μια διαχειρίσιμη ήττα και μετά επιθετική αντιπολίτευση;

Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αναδειχθεί πρώτο κόμμα. Είναι αναμφίβολα μια δύσκολη μάχη, μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, αλλά είναι μια μάχη ανοιχτή. Δεν είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία δύσκολη συγκυρία και πιστεύω ότι και αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε. Οι εθνικές εκλογές έχουν το δικό τους ισχυρό διακύβευμα, το οποίο δεν συνδέεται με αυτό τον ευρωεκλογών. Και οι πολίτες ξέρουν ότι ψηφίζουν για τη ζωή τους. Ξέρουν ότι η ψήφος τους αφορά την πολιτική που θα ασκηθεί από την αμέσως επόμενη μέρα στη χώρα, εν προκειμένω αν θα προχωρήσουμε με ένα σχέδιο εμβάθυνσης των κατακτήσεών μας στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, ή αν θα προχωρήσουμε με το ακραία νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του κ. Μητσοτάκη, επιστρέφοντας στην ουσία στο δρόμο που μας οδήγησε πριν χρόνια στην κρίση.

– Πώς θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, εάν συνεχίσει και μετά τις εκλογές να είναι κυβέρνηση, να δημιουργήσει 500.000 νέες θέσεις εργασίας την επόμενη τετραετία;

Δεσμευόμαστε ότι θα δημιουργήσουμε 500.000 θέσεις εργασίας και με αυτόν τον τρόπο θα αποκαταστήσουμε πλήρως το 1 εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν κατά την διάρκεια της κρίσης. Αυτός ο στόχος είναι απολύτως ρεαλιστικός και στηρίζεται εν πολλοίς στα όσα καταφέραμε αυτήν την τετραετία, όπου δημιουργήσαμε περισσότερες από 400.000 νέες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.

Εδώ υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος. Οι περισσότερες θέσεις εργασίας πρέπει να συνδυάζονται με βελτιωμένες αποδοχές και κατοχυρωμένα δικαιώματα. Γι’ αυτό έχουμε συγκεκριμένο πλάνο που περιλαμβάνει κίνητρα για τη δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης, επέκταση περισσότερων κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, επιδότηση εισφορών για αύξηση του καθαρού μισθού των εργαζομένων. Και στο ζήτημα της ποιότητας των θέσεων εργασίας δώσαμε συγκεκριμένα δείγματα γραφής. Θα σας πω μόνο ένα παράδειγμα από τον κλάδο των ξενοδοχείων: η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων σήμανε ότι οι μέσες μηνιαίες αποδοχές των εργαζομένων αυξήθηκαν κατά 103 ευρώ.

[sidequote]Πάντα υπάρχει η αίσθηση ότι μπορούσες να κάνεις περισσότερα και δεν πρόλαβες. Ωστόσο νομίζω ότι σε επίπεδο απολογισμού υπάρχουν ήδη πολύ σημαντικά πράγματα[/sidequote]

– Τα μνημόνια γονάτισαν τον ελληνικό λαό. Αυτό το αποδέχονται όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Είναι σήμερα η Ελλάδα μια φτωχή χώρα; Μπορεί να ανατραπεί αυτή η κατάσταση;

Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια χώρα σήμερα λιγότερο πλούσια από την αρχή της κρίσης αλλά δεν είναι μια φτωχή χώρα. Η οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, δημιουργούνται χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, τα δημόσια οικονομικά μας είναι ρυθμισμένα και οργανωμένα σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, ο κρατικός προϋπολογισμός πλεονασματικός, τα δημόσια ταμεία εύρωστα με ισχυρά αποθεματικά και το δημόσιο χρέος ρυθμισμένο πια ώστε οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ της. Αλλά αφήνοντας στην άκρη τη διάσταση των οικονομικών μεγεθών, η Ελλάδα δεν είναι μια φτωχή χώρα. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές μας δεν ήμασταν φτωχή χώρα σε αλληλεγγύη, σε ανθρωπιά, σε δημιουργικότητα.

Η δύναμη μας να ξεπερνάμε τις δυσκολίες, η ικανότητα να σκεπτόμαστε και να δίνουμε λύσεις σε συνθήκες κρίσης έδειξε ότι ακόμα είμαστε μια χώρα πλούσια σε ανθρώπους και δημιουργικές δυνάμεις. Δεν υποτιμώ το αναντίρρητο γεγονός ότι στα χρόνια της ύφεσης φτάσαμε στα όρια μίας ανθρωπιστικής κρίσης. Άλλωστε η αντιμετώπιση αυτής της κρίσης ήταν και η πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης μας. Είναι όμως ιδιαιτέρα σημαντικό να θυμόμαστε ότι είμαστε μια κοινωνία με μοναδικές δυνατότητες, προϋπόθεση όμως για την αξιοποίηση τους είναι μια πολιτική που να υπηρετεί τους πολλούς και όχι τους λίγους.

– Η αύξηση του κατώτατου μισθού ήταν και παραμένει ένα σημαντικό νομοθέτημα, μια επιτυχία που σε προσωπικό επίπεδο την καρπώνεστε εσείς και η ομάδα σας. Τι άλλο θα θέλατε να κάνετε και τελικά δεν προλάβατε; Ή δε σας το επέστρεψαν οι καταστάσεις;

Πάντα υπάρχει η αίσθηση ότι μπορούσες να κάνεις περισσότερα και δεν πρόλαβες. Ωστόσο νομίζω ότι σε επίπεδο απολογισμού υπάρχουν ήδη πολύ σημαντικά πράγματα: η κατάργηση του υποκατώτατου μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού, η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η μείωση της αδήλωτης εργασίας κατά περισσότερες από δέκα μονάδες, τα μέτρα που πήραμε για την ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και τον περιορισμό της παραβατικότητας στους χώρους δουλείας, για την τήρηση των ωραρίων και τη δήλωση και πληρωμή των υπερωριών, για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες, για την πληρωμή των μισθών κ.α.

Για να μην αποφύγω όμως την ερώτησή σας θα ήθελα να είχαμε στην διάθεση μας περισσότερο χρόνο και ιδίως περισσότερο χρόνο με πολιτική ελευθερία για να προχωρήσουμε μέτρα για την ενίσχυση των σχέσεων πλήρους απασχόλησης, για την κάλυψη και άλλων τυφλών σημείων που επιτρέπουν παραβατικότητα στην αγορά εργασίας, αλλά και κυρίως για την ενίσχυση της εργασίας των γυναικών. Αυτοί οι στόχοι υπάρχουν στο πρόγραμμά μας για την επόμενη τετραετία και ελπίζω οι πολίτες να μας δώσουν την ευκαιρία να τους επιτύχουμε ώστε η Ελλάδα το 2023, στο τέλος της επόμενης τετραετίας δηλαδή, να είναι μια ριζικά διαφορετική χώρα.

– Ποιο ήταν το μεγαλύτερο καλό που πρόσφερε στον τόπο η κυβέρνησή σας;

Αν μπορούσε κάποιος να βάλει δίπλα-δίπλα το τι παρέλαβε αυτή η κυβέρνηση και το τι αφήνει θα έβλεπε τι έχει αλλάξει στην χώρα. Το 2014 ζούσαμε με το υπαρξιακό άγχος αν η χώρα μας έχει αύριο, σήμερα αυτό το άγχος έχει εξοβελιστεί από τις ζωές μας. Το πιο σημαντικό που κατάφερε η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η χώρα επανήλθε σε μια κανονική πορεία, μπορούμε πλέον να σχεδιάζουμε το μέλλον μας χωρίς την ασφυκτική εξάρτησή μας, πολιτική και οικονομική, από τους δανειστές μας.

Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση μας αναγκάστηκε να πάρει δύσκολες αποφάσεις αλλά αποφάσεις που συνεπάγονταν πολύ λιγότερες θυσίες σε σχέση με το παρελθόν. Ταυτόχρονα στήριξε ουσιαστικά αυτούς που είχαν πληγεί στα χρόνια της κρίσης. Είναι μεγάλο βήμα μπροστά για όλους μας το ότι πηγαίνουμε σε εκλογές με το ερώτημα ποια είναι η καλύτερη προοπτική για την επόμενη τετραετία χωρίς τους περιορισμούς του παρελθόντος.

– Ένα σημαντικό λάθος που αν μπορούσατε σήμερα, ως κυβέρνηση, θα το παίρνατε πίσω ή θα το αλλάζατε;

– Η Νέα Δημοκρατία, αν της δοθεί η ευκαιρία να κυβερνήσει, είναι έτοιμη να μειώσει τη φορολογία. Γιατί δεν το κάνατε εσείς αυτό ώστε να τους προλάβετε και ουσιαστικά αλλά και στη μάχη των εντυπώσεων;

Καταρχήν η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να έχει αλλάξει θέση. Παρακολουθώντας τις πρόσφατες συνεντεύξεις του κυρίου Μητσοτάκη τι καταλαβαίνει κανείς; Υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα για τη φορολογία, αλλά ισχυρές διαβεβαιώσεις λιτότητας για το κοινωνικό κράτος. Δείτε πιο συγκεκριμένα: δήλωσε ότι το 2019 δεν θα προχωρήσει σε καμία μείωση φόρου, υποσχέθηκε για το 2020 τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση (κάτι που η κυβέρνηση ήδη έχει κάνει) και παραπέμπει σε βάθος τετραετίας τις όποιες φοροελαφρύνσεις. Στο ίδιο πνεύμα, δηλώνει ότι για να προχωρήσει σε αυτές θα πρέπει πρώτα να διαπραγματευτεί με τους εταίρους και να έχει την έγκρισή τους.

Εμείς αντίθετα δημιουργήσαμε τον δημοσιονομικό χώρο για να υπάρξει μείωση της φορολογίας και ήδη προχωρήσαμε σε σημαντικές μειώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών και τον ΕΝΦΙΑ, σε κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους συνεταιρισμούς, σε μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων, μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, την ενέργεια και τα τρόφιμα. Για το 2020, θα προχωρήσουμε- εφόσον είμαστε στη διακυβέρνηση- σε μείωση στο 50% της προκαταβολή φόρου, σε κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ, σε περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ, μείωση του συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 11% για όλο το φάσμα των προϊόντων και υπηρεσιών και σε μείωση του πρώτου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος από το 22% στο 20%. Κι αυτές οι φοροελαφρύνσεις θα πραγματοποιηθούν σε συνδυασμό με αντίστοιχο πακέτο κοινωνικών δαπανών, προσλήψεων στην Υγεία και Παιδεία και ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους.

Όμως υπάρχει και μια άλλη κρίσιμη διαφορά. Η Νέα Δημοκρατία θεωρεί πως οι μικρομεσαίοι και οι επιχειρηματικές ελίτ πρέπει να ελαφρυνθούν εξίσου. Η δικιά μας αντίληψη για τις φορολογικές ελαφρύνσεις είναι ότι πρέπει να είναι κλιμακωτές και άρα μεγαλύτερες όσο μικρότερα είναι τα εισοδήματα των πολιτών. Αυτό μας επιτρέπει να διατηρήσουμε τη δημοσιονομική ισορροπία και να προχωρήσουμε και στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών.

[sidequote] Δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Έχουμε τη δυνατότητα να οραματιστούμε την Ελλάδα του 2023, έχουμε τη δυνατότητα να κερδίσουμε το στοίχημα της ανάπτυξης με την κοινωνική πλειοψηφία στο επίκεντρο[/sidequote]

– Ποια στελέχη της Νέας Δημοκρατίας θα θέλατε να είχαν αριστερές αντιλήψεις και τελικά να τα είχατε δίπλα σας, σε κοινό αγώνα, και όχι απέναντί σας;

Είναι δύσκολη αυτή η ερώτηση. Γιατί όμως; Γιατί σκεφτόμαστε, τουλάχιστον από την δική μας πλευρά, ότι οι άνθρωποι είναι αδιαχώριστοι από τις εμπειρίες τους, τις ιδέες του και τις πράξεις τους. Για να πω πιο άπλα, με μια άλλη πολιτική και κοινωνική διαδρομή θα ήμουν διαφορετικός άνθρωπος, όπως θα ήταν και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας που με καλείτε να «επιλέξω». Αυτά που λέμε, αυτά που πιστεύουμε, αυτά που πράττουμε δεν είναι ρόλοι. Επομένως είναι λίγο επισφαλής η υπόθεση του πως θα ήταν ο τάδε ή ο δείνα αν είχε την αντιδιαμετρική ιδεολογική τοποθέτηση.

– Τελικά γιατί αξίζει να ψηφίσει κάποιος ΣΥΡΙΖΑ;

Γιατί στις 7 Ιουλίου θα ψηφίσουμε για τις ζωές μας. Δεν είναι μια ψήφος αφηρημένη ή μία επιλογή ανάμεσα σε δύο συγκλίνοντα σχέδια. Υπάρχει ένα ξεκάθαρο ερώτημα: επιστροφή στο γνώριμο παρελθόν της ανασφάλειας ή συνέχιση της προσπάθειας για ένα νέο οικονομικό και πολιτικό υπόδειγμα. Και από αυτό το βασικό ερώτημα προκύπτει το επόμενο: θα συνεχίσουμε την προσπάθεια να μειώσουμε τις κοινωνικές ανισότητες ή θα εμπιστευτούμε τις τύχες της κοινωνίας σε όσους θεωρούν τις ανισότητες και την όξυνσή τους μία φυσική συνθήκη των κοινωνιών;

Η Νέα Δημοκρατία, συνεπικουρούμενη από μια διάχυτη στα ΜΜΕ καταστροφολογία, προετοιμάζει ήδη το έδαφος για επιστροφή στις συνταγές των χειρότερων ημερών της κρίσης, θεωρώντας όπως λένε οι ίδιοι φυσικό τους σύμμαχο το ΔΝΤ. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Έχουμε τη δυνατότητα να οραματιστούμε την Ελλάδα του 2023, έχουμε τη δυνατότητα να κερδίσουμε το στοίχημα της ανάπτυξης με την κοινωνική πλειοψηφία στο επίκεντρο, έχουμε την ικανότητα να σχεδιάσουμε ένα διαφορετικό κοινωνικό και οικονομικό υπόδειγμα που θα υπηρετεί τα συμφέροντα των πολλών.