«Μέχρι σήμερα, η κοινωνία εμφανιζόταν στο περιθώριο των σχεδιασμών για την ανάπτυξη. Πλέον η κοινωνία τίθεται στο επίκεντρο του σχεδίου» ανέφερε κατά την ομιλία του στο τρίτο Περιφερειακό Αναπτυξιακό Συνέδριο Κρήτης, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης και τόνισε πως στόχος της κυβέρνησης είναι, σε συνέχεια των περιφερειακών συνεδριών, η δημιουργία σταθερών και μόνιμων δομών συμμετοχής της κοινωνίας.

«Ήρθε η ώρα να συνειδητοποιήσουμε ότι το υποκείμενο της ανάπτυξης δεν είναι ούτε το κράτος, ούτε οι αγορές, ούτε οι επιχειρήσεις από μόνες τους, είναι τελικά η ίδια η κοινωνία με τους θεσμούς που η ίδια διαμορφώνει, τις επιλογές που κάνει, το πλαίσιο που δημιουργεί για τη λειτουργία του κράτους, των αγορών, των επιχειρήσεων. Η Κρήτη βρίσκεται ήδη σε τροχιά ανάκαμψης, η οποία μάλιστα είναι ισχυρότερη από τον μέσο όρο της υπόλοιπης χώρας. Κινητήρια δύναμη αυτής της ανάκαμψης είναι η αύξηση της απασχόλησης λόγω του τουρισμού, ασφαλώς, όπως και άλλων ενθαρρυντικών κινήσεων που συντελούνται, ιδίως στον αγροδιατροφικό τομέα.

Σημαντική ώθηση όμως δίνουν και τα ειδικά προγράμματα απασχόλησης, στο πλαίσιο της προτεραιοποίησης που δίνει η κυβέρνηση στη μείωση της ανεργίας. εθνικός στόχος για ανεργία κάτω από 18% το 2020, στην Κρήτη ήδη έχει επιτευχθεί αφού η ανεργία εδώ κινείται ήδη στο 17%, δηλαδή 4 μονάδες κάτω από τον εθνικό μέσο όρο. Αυτές οι τάσεις συνιστούν μια θετική διαφοροποίηση της Κρήτης και μια καλή αφετηρία για το σχεδιασμό του μέλλοντος.

«Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι θέμα μόνο ανισορροπιών, ούτε ήταν μια κρίση μόνο δημοσιονομική. Ήταν μια κρίση του παραγωγικού υποδείγματος και του συστήματος εξουσίας που το στήριζε, ενός πελατειακού, κρατικοδίαιτου και εν πολλοίς ‘παρασιτικού καπιταλισμού’, όπως σήμερα, ακόμη και ορισμένοι από εκείνους που τον εξέθρεψαν, δειλά αναγνωρίζουν. Η απάντηση στην κρίση αυτή δεν μπορεί να είναι ο παρωχημένος νεοφιλελευθερισμός, οι χωρίς όρια ιδιωτικοποιήσεις, η επιλεκτική ικανοποίηση συμφερόντων, οι αυτοματισμοί των αγορών, μια ανάπτυξη χωρίς σχέδιο και κοινωνικές δεσμεύσεις.

«Σήμερα, μέσα από την οδυνηρή εμπειρία της κρίσης η κοινωνία αναγνωρίζει την ανάγκη για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα ορίζει στόχους και προτεραιότητες που θα ανταποκρίνονται σε οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες, και θα αναδεικνύει τα μέσα και τις πολιτικές με τις οποίες οι εν λόγω στόχοι μπορούν να υλοποιηθούν.

»Ορισμένοι λανθασμένα αντιλαμβάνονται τα προβλήματα της χώρας ως αποτέλεσμα ισορροπιών που διαταράχθηκαν και για αυτό την έξοδο από την κρίση την αναζητούν στην αποκατάσταση των ισορροπιών, στην επιστροφή στην πριν από την κρίση κατάσταση. Για αυτό ενώ μιλούν για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, στην πραγματικότητα δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα, παρά μόνο ό,τι καταργεί δικαιώματα των εργαζομένων ή απελευθερώνει τις αγορές από κάθε δημόσια ρύθμιση ή κοινωνική δέσμευση» επισήμανε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.

Αναφερόμενος στα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Δραγασάκης σημείωσε πως ο αυθαίρετος, άναρχος και άνισος τρόπος ανάπτυξης σήμερα είναι εμπόδιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη και προσέθεσε πως «στόχος να αφήσουμε πίσω τις παθογένειες».

Στόχος, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, είναι η βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη να στηριχθεί στην κοινωνικά υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, τη γνώση, την προαγωγή της εργασίας, τη συνεργατικότητα και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση αναπτύσσει ένα θεσμικό οικοσύστημα για τη συμμετοχή των πολιτών: Κοινωνική Οικονομία-Ενεργειακές Κοινότητες-Συλλογικά σχήματα μικροπιστώσεων.

«Ο σχεδιασμός του “αύριό” μας δεν θ’ αφεθεί στις αγορές. Χρειαζόμαστε ολοκληρωμένο σχέδιο που να απαντά στις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες», υπογράμμισε και συμπλήρωσε.

«Για να πετύχουμε το ποιοτικό άλμα που χρειαζόμαστε, δεν αρκεί να κάνουμε ό,τι κάνουν οι άλλες χώρες, ούτε να περιοριστούμε σε ό,τι έγινε αλλού, προ πολλού. Πρέπει να κάνουμε κάτι παραπάνω και κάτι διαφορετικό, να επινοήσουμε εκείνους τους παράγοντες που θα μας επιτρέψουν να επιταχύνουμε τις εξελίξεις και να  κάνουμε το αναγκαίο άλμα».

Οι παράγοντες αυτοί, είναι σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, η επένδυση στην έρευνα και την καινοτομία, η διαμόρφωση νέων οικονομικών υποκειμένων και μιας νέας, κοινωνικά υπεύθυνης επιχειρηματικότητας, και η επένδυση στην ίδια την κοινωνία.

«Πρέπει να το πούμε ανοιχτά∙ οι χώρες, αν δεν επενδύουν στην Παιδεία, την Έρευνα και την Καινοτομία δεν έχουν μέλλον. Αλλά αυτό ισχύει και για τους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις. Όποιες δεν επενδύουν σημαντικό μέρος των κερδών τους στην έρευνα και την καινοτομία δεν θα επιβιώσουν, σε ένα κόσμο που αλλάζει, ταχύτατα», τόνισε και συνέχισε:

«Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μια νέα κοινωνικά υπεύθυνη επιχειρηματικότητα η οποία θα  στρέφεται σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες ποιότητας, υψηλής προστιθέμενης αξίας. Μια επιχειρηματικότητα που επανεπενδύει τα κέρδη της, αξιοποιεί δημιουργικά το ανθρώπινο κεφάλαιό της, σέβεται το περιβάλλον και συνυπολογίζει τα ευρύτερα συμφέροντα της κοινωνίας».