«Η Ελλάδα έχει πλέον το δικαίωμα να ζητά χρόνο από όσους ζητούν να κοπούν συντάξεις, ώστε να αποδείξει πόσο αποδίδει το νέο σύστημα, το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ το πρώτο δίμηνο είναι ακόμη υψηλότερο», δήλωσε σήμερα ο υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων Τάσος Πετρόπουλος.

«Δεν είναι έκπληξη, είχαμε προετοιμάσει αναλυτικά το σχέδιο για την καλύτερη είσπραξη εισφορών», είπε ο κ. Πετρόπουλος μιλώντας «Στο Κόκκινο» για το πλεόνασμα που επετεύχθη το πρώτο δίμηνο φέτος στον ΕΦΚΑ.

Πλέον, «το 80% των ασφαλισμένων ελεύθερων επαγγελματιών καταβάλλουν την ελάχιστη εισφορά και οι αγρότες κατά το 90% του αγροτικού πληθυσμού (μαζί με κτηνοτρόφους και αλιείς) καταβάλλουν την ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά», συμπλήρωσε, «αυτό σημαίνει μεγαλύτερη δυνατότητα καταβολής από περισσότερους και οδηγεί σε αυτό το καλό αποτέλεσμα».

Έτσι, συνέχισε ο κ. Πετρόπουλος, «το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου τα έσοδα του ΕΦΚΑ ήταν 4,976 δισ. ευρώ και οι δαπάνες 4,935 δισ. ευρώ, ενώ για τον δεύτερο μήνα δεν έχουν εισπραχθεί όλες οι εισφορές» λόγω παράτασης ως τις 13 Απριλίου, «θα πάμε πολύ καλύτερα».

«Η κυβέρνηση στα δύο αυτά χρόνια αντιμετώπισε τα πιο εκρηκτικά και άμεσα προβλήματα το πρώτο διάστημα, με την ανθρωπιστική κρίση, εν συνεχεία και ταυτόχρονα σχεδιάζουμε το μέλλον της χώρας σε αναπτυξιακά ζητήματα, αυτά θέλουν χρόνο για να αποδώσουν… το ΕΦΚΑ άρχισε να αποδίδει», ανέφερε ο κ. Πετρόπουλος. «Καλύπτουμε τις συντάξεις, πληρώνουμε τις εισφορές στον ΕΟΠΥΥ για πρώτη φορά πλήρως. Για πρώτη φορά, το 2016 εξοφλούνται όλα και μένει και πλεόνασμα κοντά στα 50 εκατ. ευρώ, δεν έχει γίνει ποτέ ξανά στο παρελθόν».

Ειδικά εν μέσω της σκληρής διαπραγμάτευσης, πλέον «έχουμε το δικαίωμα να λέμε ότι πρέπει να μας δώσουν χρόνο αυτοί που πιέζουν να κόψουμε συντάξεις, να αποδείξουμε πόσο αποδίδει το νέο σύστημά μας, να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των ασφαλισμένων στην κοινωνική ασφάλιση. Γιατί αν δεν παίρνεις μέτρα που στηρίζουν τα δικαιώματα των ασφαλισμένων είναι αυτονόητο ότι θα εγκαταλείψουν ένα σύστημα που δεν παρέχει αξιοπρεπείς συνθήκες».

Τόνισε επίσης ότι όλα αυτά γίνονται χωρίς «καμία ενίσχυση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτός βάζει ουσιαστικά την ασφαλιστική δαπάνη του Δημοσίου για την ασφάλιση των δημόσιων υπαλλήλων, την εισφορά του ως εργοδότη».

Προέβλεψε επίσης ότι στο μέλλον θα αποδώσει ακόμη περισσότερο αυτή η αρχιτεκτονική του νέου συστήματος.