Με τίτλο «για την ΕΕ, μια Ελλάδα χωρίς συλλογικές συμβάσεις», η ιταλική εφημερίδα «Il Manifesto» δημοσιεύει σήμερα αναλυτική συνέντευξη του αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Δημήτρη Παπαδημούλη.

Στη συνέντευξη γίνεται αναφορά στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, στο μέλλον της Ευρώπης και στο κρίσιμο θέμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Με αναφορά στα αποτελέσματα της συνόδου των Βερσαλλιών, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει:

«Αποτελεί την επιβεβαίωση ότι από τα πέντε σενάρια που παρουσίασε ο Γιούνκερ με τη Λευκή Βίβλο, είχε ήδη αποφασιστεί να εφαρμοσθεί το τρίτο. Θα πρέπει να δούμε, τώρα, το περιεχόμενο και την κατεύθυνση αυτής της επιτάχυνσης. Θα περιέχει την κοινωνική ατζέντα ή την φορολογική εναρμόνιση για την καταπολέμηση της σκανδαλώδους φοροδιαφυγής και φοροαπαλλαγής από μέρους των μεγάλων πολυεθνικών; Θα δημιουργηθεί, για παράδειγμα, ένα ταμείο για την καταπολέμηση της ανεργίας, όπως πρότεινε ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν;».

Σε σχέση με τα υπέρ και κατά αυτής της νέας πορείας, ο αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου υπογραμμίζει ότι «η Γερμανία θέλει μια Ευρώπη «α λα καρτ», η οποία να τρέχει σαν λαγός εκεί όπου υπάρχει το συμφέρον τον ισχυρών και να προχωρά σαν χελώνα -ή και σαν κάβουρας- σε θέματα όπως το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των τραπεζικών καταθέσεων». Συμπληρώνει δε, ότι στον τομέα της ασφάλειας πρέπει να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνεργασία, «διότι είναι ένα θέμα που δεν μπορούμε να αφήσουμε στην Λε Πεν ή στα συρματοπλέγματα του Ορμπάν».

Απαντώντας στην ερώτηση αν θα καταφέρει η Ελλάδα να συμπεριληφθεί στην πρώτη ομάδα χωρών της Ένωσης πολλαπλών ταχυτήτων, ο κ. Παπαδημούλης τονίζει:

«Το σημαντικό είναι να αποφύγουμε μια ευρωζώνη πολλαπλών ταχυτήτων. Η πρόκληση για την Ελλάδα, η οποία έκανε τεράστιες θυσίες και μεταρρυθμίσεις, είναι να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να μείνει στην πρώτη ομάδα χωρών. Και κατά την άποψη του εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτη Σχοινά, αυτή είναι η πρόκληση. Το αναφέρω διότι διετέλεσε ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, αλλά είναι στους αντίποδες σε σχέση με τα όσα δήλωσε στο Λονδίνο ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Άδωνις Γεωργιάδης:«Αν θέλετε να αγοράσετε Ελλάδα, αγοράστε τώρα, είναι φθηνά». Ξεκάθαρο θράσος, από το στέλεχος ενός κόμματος που οδήγησε την Ελλάδα στη χρεοκοπία».

Όσον αφορά τις συνομιλίες με τους δανειστές, ο Δημήτρης Παπαδημούλης δηλώνει ότι «είναι πολύ σημαντικό να επιτευχθεί η τεχνική συμφωνία πριν από το Γιούρογκρουπ της 20ής Μαρτίου» και υπενθυμίζει ότι «ο Τόμας Βάιζερ δήλωσε πως, αν υπάρχει η βούληση όλων, η συμφωνία μπορεί να κλείσει μέχρι την Παρασκευή». Σε σχέση με τη μέθοδο που πρέπει να ακολουθηθεί, υπογραμμίζει πως «χρειάζονται αμοιβαίες υποχωρήσεις και αποδοχή, από όλες τις πλευρές, των στατιστικών στοιχείων της Κομισιόν και της Eurostat», διότι «όλοι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θεωρούν τα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου υπερβολικά απαισιόδοξα, ενώ, όταν κυβερνούσαν το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία, οι προβλέψεις ήταν υπερβολικά αισιόδοξες».

«Δεν είναι μόνον συμφέρον της Ελλάδας να επιτευχθεί συμφωνία», διότι «μια συμφωνία είναι αναγκαία για όλη την Ευρώπη, η οποία δεν έχει κανέναν λόγο να προσθέσει ένα στοιχείο αβεβαιότητας και κρίσης στην νοτιοανατολική της περιοχή», καθιστά σαφές ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εκτιμά πως «στην εποχή του Τραμπ και του Ερντογάν, δεν είναι καθόλου συνετό να παίζει κανείς παιχνίδια αποσταθεροποίησης, από τη στιγμή που τα ελληνοτουρκικά σύνορα είναι και εκείνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία».

Αναφερόμενος, δε, στις λεπτομέρειες των συνομιλιών με τους θεσμούς, ο κ. Παπαδημούλης δήλωσε στην «Ιl Manifesto»:

«Δεν συζητούνται, πλέον, περαιτέρω μέτρα ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, μέσα από τις συντάξεις και στο αφορολόγητο, αλλά συνολικά μέτρα με ουδέτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Κάτι που σημαίνει ότι στα όποια αρνητικά μέτρα συμφωνηθούν, θα υπάρχει και ισοφάριση από θετικά μέτρα, για τη στήριξη της ανάπτυξης. Το ΔΝΤ, αν θέλει να εμμένει, θα πρέπει να εμμείνει παραπάνω για μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους και στο θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, λέγοντας όχι στο 3,5% για δέκα χρόνια. Όλοι οι οικονομολόγοι του κόσμου θεωρούν ότι πρόκειται για απαίτηση εντελώς παράλογη. Οι δε Ευρωπαίοι φίλοι μας που μας λένε να κάνουμε μια ακόμη προσπάθεια, θα έπρεπε να δείξουν μεγαλύτερο ρεαλισμό και εξυπνάδα σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους».

Σε ερώτηση της ιταλικής εφημερίδας αν ζητά από την Ευρώπη να καταφέρει να βρει μια ενιαία στάση, ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου απαντά:

«Ναι, διότι είναι πολύ αντιφατική. Όπως υπογραμμίζει, πλέον και ο γερμανικός Τύπος, φτάνει να δούμε τις δηλώσεις του κ. Σόιμπλε, ο οποίος τονίζει πως θέλει οπωσδήποτε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα, αλλά δεν κάνει ούτε ένα βήμα πίσω σε σχέση με τα όσα ζητά το Ταμείο για το χρέος και τα πλεονάσματα. Πιστεύω πως στην πρόσφατη συνάντησή τους, η Κριστίν Λαγκάρντ και η Άγγελα Μέρκελ προσπάθησαν να λύσουν ακριβώς αυτή την αντίφαση».

Σχετικά, τέλος, με τα δικαιώματα των εργαζομένων και τα πλήγματα που έχουν δεχθεί, ο Δ. Παπαδημούλης εξηγεί:

«Είναι παράλογο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να υπογράψει συμφωνία με το Μπαγκλαντές, να του ζητά να καθιερώσει συλλογικές διαπραγματεύσεις, και να το αρνείται στην Ελλάδα. Θεωρώ ότι είναι ασύλληπτο, για μια χώρα μέλος της ΕΕ να αποκλείεται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Οι ίδιοι οι δανειστές, σε συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση, πριν σχεδόν ένα χρόνο δημιούργησαν μια επιτροπή ειδικών, η οποία κατέληξε σε δώδεκα συστάσεις. Μέσα σε αυτές, κορυφαία θέση έχει η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα. Οι τελευταίες δηλώσεις Γιούνκερ ενισχύουν τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης και η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωβουλευτών -και της Κεντροδεξιάς- στηρίζει το αίτημα αυτό».