«Δεν συζητάμε για απολύσεις στο Δημόσιο, το προσδιορίζω ρητά και κατηγορηματικά», τόνισε σήμερα, μιλώντας στο δημαρχείο Μεταμόρφωσης, ο πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, με την εξαίρεση όπως διευκρίνισε, «των περιπτώσεων παράνομων διορισμών ή ακραίων πειθαρχικών παραπτωμάτων».

Ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε στην αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα, λέγοντας ότι απαιτείται «μια επαναξιολόγηση των οργανωτικών δομών, με σύγχρονα οργανογράμματα. Απαιτείται καθορισμός αρμοδιοτήτων με περιγραφές ρόλων και περιγράμματα θέσεων. Οργανωτικές δυνατότητες που θα δίνουν ευκαιρίες στους δημόσιους υπαλλήλους, όχι απλά να επιτελέσουν την αποστολή τους, αλλά και να αξιολογηθούν για το παραγόμενο έργο τους».

Ο κ. Μητσοτάκη έδωσε έμφαση στην έννοια της αξιολόγησης» εξηγώντας πως «οι παρεχόμενες υπηρεσίες από τους δημοτικούς υπαλλήλους, από τους δημόσιους υπαλλήλους, πρέπει να αξιολογούνται. Πρέπει να αξιολογούνται εσωτερικά από τους προϊσταμένους και πρέπει να αξιολογούνται και εξωτερικά από τους δημότες».

Αναφορικά με το πώς αντιλαμβάνεται η Νέα Δημοκρατία το ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε: «Σέβομαι και τιμώ το ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης ως ένα πραγματικά κύτταρο δημοκρατίας. Και όταν αναφέρομαι στην τοπική αυτοδιοίκηση, δεν αναφέρομαι μόνο στους αιρετούς εκπροσώπους των δημοτών αλλά και στους εργαζόμενους των δήμων, οι οποίοι σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες κρατούν τους δήμους όρθιους». Ωστόσο, πρόσθεσε, η τοπική αυτοδιοίκηση στη χώρα μας σήμερα, χρειάζεται μια ουσιαστική αναδιάρθρωση: «Χρειάζεται μια αναδιάρθρωση στον τρόπο με τον οποίο συνεργάζεται με την κεντρική εξουσία. Χρειάζεται μια αναδιάρθρωση ως προς το πλέγμα των αρμοδιοτήτων, που συγχέουν πολλές φορές τις αρμοδιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης με τις αρμοδιότητες της Περιφέρειας, της αποκεντρωμένης διοίκησης και του κεντρικού κράτους.

Και μια ουσιαστική αναμόρφωση του “Καλλικράτη”, η οποία θα λάβαινε τη μορφή ενός νέου θεσμικού χάρτη συνολικά για την τοπική αυτοδιοίκηση, κάτι το οποίο εγώ αποκαλώ “πολυεπίπεδη διακυβέρνηση”. Να προσδιορίσουμε δηλαδή, ποιος κάνει τι, επιτέλους, σε αυτήν τη χώρα. Θα έπρεπε να είναι η πρώτη πολιτική προτεραιότητα της κυβέρνησης, αντί να την απασχολεί το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Μια παρέμβαση που εκτιμώ ότι κινείται σε λάθος κατεύθυνση, διότι θα καταστήσει τους δήμους πρακτικά μη κυβερνήσιμους» συμπλήρωσε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι η κινητικότητα είναι «εργαλείο καλύτερης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου.

«Το τεράστιο πρόβλημα της απόφασης του Eurogroup, που είναι απόρροια μιας άλλης απόφασης, που λήφθηκε το Μάιο του 2016, είναι ότι εγκλωβίζει την ελληνική κυβέρνηση σε μεσοπρόθεσμα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Έχουμε, δηλαδή, ένα εξαιρετικά ασφυκτικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής, το οποίο πηγαίνει πολύ πέρα από το  2018» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Υποστήριξε δε, ότι «δεν μπορέσαμε ποτέ αξιόπιστα, ως χώρα, να πάμε στην Ευρώπη και να πούμε εμείς κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις, υλοποιούμε το πρόγραμμα ως προς το διαρθρωτικό του σκέλος, χωρίς αστερίσκους. Δώστε μας εσείς τώρα, λίγο παραπάνω δημοσιονομικό χώρο».

Ο κ. Μητσοτάκης αναγνώρισε ότι «αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για την επόμενη κυβέρνηση. Το 3,5% είναι ένα πολύ ασφυκτικό πλαίσιο για να μπορούμε να κάνουμε πιο τολμηρά πράγματα στη φορολογία».

Ωστόσο υπογράμμισε ξανά την αποφασιστικότητά του να κινηθεί στην κατεύθυνση της μείωσης της φορολογίας και επανέλαβε ότι «χρειαζόμαστε μια Συμφωνία Αλήθειας και ειλικρίνειας στις σχέσεις που διέπουν το κεντρικό Κράτος, τις φορολογικές αρχές και την επιχειρηματική κοινότητα».

Υποστήριξε δε ότι η μείωση της φορολογίας θα συμβαδίζει με την φορολογική συμμόρφωση: «Όλοι ξέρουμε» είπε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας «ότι με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, ο καθένας κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να μειώσει την φορολογητέα ύλη. Εάν οι φορολογικοί συντελεστές μειωθούν – και εγώ είμαι αποφασισμένος να κινηθώ σε αυτήν την κατεύθυνση – θα πρέπει να βελτιωθεί, ταυτόχρονα, και η φορολογική συμμόρφωση. Θα πρέπει στους πραγματικούς ελέγχους – και όχι τους εκβιαστικούς ελέγχους – όποιος πραγματικά φοροδιαφεύγει, να υποστεί τις συνέπειες αυτής της πολιτικής».

Εξέφρασε την βεβαιότητά του ότι όταν προκηρυχθούν εκλογές, η Νέα Δημοκρατία θα τις κερδίσει. «Η πολιτική αλλαγή» είπε ο κ. Μητσοτάκης «όταν με το καλό έρθει, θα μας δώσει ένα πρώτο περιθώριο σχετικής ευημερίας από πλευράς αγορών. Αυτό πρέπει να το εκμεταλλευτούμε γιατί θα κλείσει γρήγορα. Καμία κυβέρνηση δεν έχει σήμερα μεγάλη πίστωση χρόνου. Πρέπει να πάρουμε τις όποιες δύσκολες αποφάσεις στην αρχή, ώστε να μπορέσουμε να ελπίζουμε ότι έτσι θα βάλουμε μπρος την αναπτυξιακή διαδικασία».

‘Ασκησε έντονη κριτική στην κυβέρνηση για την ατολμία που επιδεικνύει στο θέμα των μεταρρυθμίσεων, λέγοντας: «Σε μια οικονομία, που έχει χάσει το 25% του πλούτου της, η θεωρία του “ελατηρίου” έχει μία βάση. Αλλά το ελατήριο δεν θα εκτιναχθεί από μόνο του. Χρειάζονται μια σειρά από στοχευμένες πολιτικές. Ωστόσο, αν τελικά εκτιναχθεί, μπορεί πράγματι η ανάκαμψη να είναι απότομη και να μας εκπλήξει όλους ευχάριστα. Δεν θα έρθει, όμως, η ανάκαμψη με αυτήν την κυβέρνηση. Αυτή η κυβέρνηση, κατά βάθος δεν πιστεύει στην ελληνική οικονομία και για τις όποιες διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που είναι σύμφωνες με την υποστήριξη  του επιχειρείν. Τις υλοποιεί με πολύ μεγάλη δυσκολία, χωρίς να τις πιστεύει και ταυτόχρονα, βάζοντας η ίδια προσχώματα στην πολιτική, την οποία καλείται να υπακούσει».

Ο κ. Μητσοτάκης έδωσε και το πλαίσιό του για τις επενδύσεις: «Αν δεν υπάρχει πλούτος, δεν μπορεί και να συντηρηθεί το Κράτος. Δεν μπορούν να πληρωθούν μισθοί, δεν μπορούν να πληρωθούν συντάξεις. Και ο πλούτος παράγεται μέσα από τις επενδύσεις. Εγώ χρησιμοποιώ τον όρο ιδιωτικές επενδύσεις, όχι ξένες επενδύσεις. Οι ξένες επενδύσεις είναι ευπρόσδεκτες και απαραίτητες αλλά δεν θα λύσουν από μόνες τους το πρόβλημα. Αυτό, το οποίο με ενδιαφέρει είναι το τι θα σας κάνει  να υλοποιήσετε ένα επενδυτικό σχέδιο, το οποίο μπορεί να έχετε στα σκαριά γιατί βλέπετε ένα άνοιγμα στην αγορά».