Τη δική του εκδοχή για όσα τον έφεραν στη θέση του πειθαρχικά ελεγχόμενου δίνει με γραπτή δήλωσή του ο αντιπρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Νίκος Αγγελάρας, ύστερα από τη δημοσιοποίηση της πειθαρχική δίωξης σε βάρος του από τον υπουργό Δικαιοσύνης Μιλτιάδη Παπαϊωάννου.

Σύμφωνα με όσα λέει ο ανώτατος δικαστής :

Θεωρώ καθήκον μου να υπερασπισθώ το ήθος, την ακεραιότητα και την επιστημονική κατάρτιση οκτώ ανώτατων και ανώτερων δικαστικών λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου που ομόφωνα αποφασίσαμε δύο φορές μάλιστα ότι κωλύεται η υπογραφή των σχεδίων συμβάσεων για τα σχολικά βιβλία.

ΙΙ. Με την πρώτη Δικαστική πράξη –Απρίλιος 2011- ο διαγωνισμός που διήρκεσε δέκα και πλέον μήνες κρίνεται παράνομος. Συνεπώς, από το χρονικό αυτό σημείο η Υπουργός Παιδείας, αν και είχε πλήρη γνώση των παρανομιών, δεν προχώρησε, ως όφειλε χάριν του δημοσίου συμφέροντος, στην άρση αυτών. Το Τμήμα, με απόφασή του – Ιούνιος 2011-, έκρινε για δεύτερη φορά μέσα σε δύο μήνες και για τους ίδιους λόγους ότι ο διαγωνισμός είναι παράνομος.

ΙΙΙ. Δεν υπήρξε καθυστέρηση στην έκδοση της συγκεκριμένης ή οποιαδήποτε άλλης απόφασης του Τμήματος και δεν έχει παραβιασθεί ποτέ διάταξη νόμου. Άλλωστε οι διατάξεις που καθορίζουν σύντομο χρόνο έκδοσης για τις κατηγορίες αυτές υποθέσεων έχουν κριθεί μη συμβατές με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ (Πρακτικό Συμβουλίου της Επικρατείας σε Ολομέλεια και σε Συμβούλιο15/2006).

ΙV. Την 1η και 4η Ιουλίου, κατά τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχα, με πρωτοβουλία της Υπουργού Παιδείας, της γνωστοποίησα ότι εμμένω στην ορθότητα της κρίσης αυτής. Το αποδέχθηκε και τελικώς μου ζήτησε βοήθεια για την ανεύρεση λύσης, την οποία και προσέφερα χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Μάλιστα δε, με έφερε σε συνεννόηση με το νομικό σύμβουλο του Υπουργείου Παιδείας.

V. O πραγματικός και μοναδικός λόγος καθυστέρησης στη χορήγηση των βιβλίων είναι ο παράνομος διαγωνισμός και η δεκάμηνη ολιγωρία των ανωτάτων οργάνων του Υπουργείου Παιδείας. Επιρρίπτονται ανύπαρκτες ευθύνες σε υπηρέτες θεσμών που προασπίζονται τη νομιμότητα, τη διαφάνεια και που αποτρέπουν την παράνομη κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος.