Την πίστη του ότι τις επόμενες λίγες ημέρες η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος θα ολοκληρωθεί, εκφράζει ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, με άρθρο του στην εφημερίδα Financial Times. Το άρθρο, με τίτλο: «Η Ελλάδα διέψευσε τους καταστροφολόγους – τώρα το ΔΝΤ πρέπει να κάνει αυτό που του αναλογεί» και υπότιτλο: «Μετά από έξι χρόνια ύφεσης, θέτουμε τις βάσεις για την ανάκαμψη», ο πρωθυπουργός σημειώνει ότι η Ελλάδα σημείωσε το 2015 καλύτερες επιδόσεις σε αρκετούς κρίσιμους στόχους και αντίθετα με την πρόβλεψη του ΔΝΤ για ύφεση 2,3%, στην πραγματικότητα υπήρξε μία σταθεροποίηση της οικονομίας με ύφεση μόλις 0,2%. Ο πρωθυπουργός σημειώνει ότι δεν κατανοεί γιατί το ΔΝΤ επιμένει σε αλλαγές στις μεταρρυθμίσεις, με τρόπο που δεν επηρεάζει την απλότητα και την απόδοσή τους, αλλά τις κάνει λιγότερο προοδευτικές, μεταθέτοντας σημαντικό μέρος του βάρους στους σχετικά φτωχούς.

Το άρθρο του πρωθυπουργού έχει ως εξής:

Τον περασμένο Οκτώβριο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεπε ότι η ελληνική οικονομία θα υφίστατο συρρίκνωση κατά 2,3% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Απεναντίας, το 2015 ήταν χρονιά στασιμότητας με συρρίκνωση κατά 0,2%. Το γεγονός αυτό θέτει την οικονομία σε καλύτερη θέση ως προς την επίτευξη μελλοντικών δημοσιονομικών στόχων.

Πράγματι, το 2015 η Ελλάδα υπερέβη αρκετούς σημαντικούς στόχους: Η είσπραξη φορολογικών εσόδων υπερέβη το στόχο κατά 2 δισ. ευρώ. Οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν με μόλις το ένα πέμπτο των πόρων που είχαν διατεθεί προς αυτό το σκοπό. Η ανεργία σε ετήσια βάση μειώθηκε από το 26,5% το 2014 στο 24,9%. Ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής κατέγραψε αύξηση 3,3% το Νοέμβριο 2015 – τη μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα κατέγραψε πρωτιά και στην απορρόφηση διαρθρωτικών πόρων της Ε.Ε., με ρυθμό απορρόφησης ύψους 97%, ενώ ο τουρισμός κατέρριψε ρεκόρ με περίπου 26 εκατ. αφίξεις και έσοδα 15,5 δισ. ευρώ

Γι’ αυτό, λίγοι θα μπορούσαν να αμφιβάλουν ότι το 2016 θα αποτελέσει σημείο καμπής για την οικονομία και την κοινωνία μας. Μετά από έξι χρόνια βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, κατά την οποία η οικονομία απώλεσε το ένα τέταρτο του ΑΕΠ, η Ελλάδα θέτει τώρα τα θεμέλια για βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη. Το πράττει με ένα αξιόπιστο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και δέσμευση να θεραπεύσει χρόνιες θεσμικές παθογένειες που για δεκαετίες αποτέλεσαν πηγή πολλαπλών στρεβλώσεων και κοινωνικών ανισοτήτων.

Δεν είναι εύκολο έργο. Παρότι η δημοσιονομική πορεία προσαρμογής είναι πολύ ηπιότερη και πολύ καλύτερα σχεδιασμένη από ό,τι σε προηγούμενα προγράμματα προσαρμογής, η Ελλάδα αντιμετωπίζει δύσκολες επιλογές και ευαίσθητα διλήμματα πολιτικής εντός ενός αβέβαιου παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος. Την ίδια στιγμή, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της βασικής πρόκλησης που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη: της προσφυγικής κρίσης.

Ένα κύριο άμεσο ορόσημο για να θέσουμε την Ελλάδα σε τροχιά βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης είναι η ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Κατά πολλούς τρόπους, αυτή είναι κομβικής σημασίας καθώς έχει να κάνει με τα περισσότερα δημοσιονομικά και οικονομικά μέτρα που περιλαμβάνει το πρόγραμμα του ESM. Και η κυβέρνησή μας είναι αποφασισμένη να την ολοκληρώσει σύντομα. Προς αυτό το σκοπό, έχουμε φτάσει σε συμφωνία με όλους του ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς που παρακολουθούν το πρόγραμμα σχετικά με το μέγεθος του πακέτου δημοσιονομικών μέτρων τα οποία θα χρειαστεί να εισαχθούν σταδιακά τα επόμενα δύο χρόνια προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2018.

Το πακέτο περιλαμβάνει μια δέσμη μόνιμων μέτρων, εκ των οποίων τα πιο σημαντικά είναι μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος και μία βαθιά μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Η μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος έχει σχεδιαστεί να αποδώσει επιπλέον έσοδα ύψους 1% του ΑΕΠ, ενώ η ασφαλιστική μεταρρύθμιση θα εξοικονομήσει 1,5% του ΑΕΠ ως το 2018 και επιπλέον πόρους αργότερα.

Η ελληνική κυβέρνηση είναι επίσης αποφασισμένη να εισάγει επί μακρό αργούσα νομοθεσία προκειμένου να ενισχύσει την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καπνού και καυσίμων, καθώς και να βελτιώνει διαρκώς την ικανότητα είσπραξης του ΦΠΑ. Το αποτέλεσμα θα είναι σημαντική διεύρυνση της φορολογικής βάσης και βελτιωμένη συμμόρφωση. Και, επίσης, θα αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη στο φορολογικό σύστημα.

Η μεταρρύθμιση στη φορολογία εισοδήματος έχει τρεις στόχους: απόδοση, απλούστευση και προοδευτικότητα. Πράγματι, θα απλοποιήσει το φορολογικό σύστημα και θα μειώσει σημαντικά τα κίνητρα για φοροδιαφυγή. Θα αποδώσει επίσης το δημοσιονομικό αποτέλεσμα που έχουμε συμφωνήσει με τους θεσμούς και, πιο σημαντικό, θα κατανείμει τα βάρη της δημοσιονομικής προσαρμογής με κοινωνικά δίκαιο τρόπο, ζητώντας περισσότερα από αυτούς έχουν περισσότερες σχετικά δυνατότητες να συμβάλλουν.

Η Ελλάδα αδυνατεί να κατανοήσει γιατί το ΔΝΤ επιμένει στην αλλαγή του σχεδιασμού των μεταρρυθμίσεων κατά τρόπο που αφήνει ανέγγιχτη την απόδοση και την απλούστευση αλλά καθιστά τη μεταρρύθμιση σημαντικά λιγότερο προοδευτική, μεταφέροντας ένα αξιοσημείωτο μέρος των βαρών στους σχετικά φτωχότερους.

Η κυβέρνησή μας επανεξελέγη με εντολή να επιτύχει το διττό στόχο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και αξιοπιστίας, αφενός, και της κοινωνικής δικαιοσύνης και της άρσης των αδικιών, αφετέρου. Η φιλοδοξία μας – με άλλα λόγια, η μονάδα μέτρησης της επιτυχίας μας – είναι να σχεδιάσουμε νέα εργαλεία και να διαμορφώσουμε πολιτικές που επιτυγχάνουν αυτούς τους στόχους εντός ενός περιβάλλοντος οικονομικής αλληλεξάρτησης, και με σεβασμό στους σφιχτούς δημοσιονομικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζουμε.

Η μεταρρύθμισή μας στο φορολογικό σύστημα είναι ένα καλό παράδειγμα του πού σκοπεύουμε. Η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος του ESM με πεισματική επιμονή να αγνοείται το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας δεν υπηρετεί τις αξίες με τις οποίες η Ευρώπη έχει ευημερεύσει.

Αλλά έχω εμπιστοσύνη ότι τις επόμενες μέρες η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί. Και είμαι βέβαιος ότι το 2016 θα αποτελέσει έτος κοινωνικής και οικονομικής καμπής για την Ελλάδα, που θα αποκαταστήσει την υπερηφάνεια και την αισιοδοξία του λαού της, και θα κάνει τη χώρα παράδειγμα βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.