Η κυβέρνηση θα επιμείνει στην ανάγκη υιοθέτησης εναλλακτικών μέτρων με στόχο να αμβλυνθούν τα προαπαιτούμενα που αφορούν στη φορολογία του αγροτικού εισοδήματος.

Στοιχεία της πρότασης που έχει προετοιμαστεί να «ρίξει» η κυβέρνηση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών, περιλαμβάνει έγγραφο του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Βαγγέλη Αποστόλου, το οποίο διαβιβάστηκε στη Βουλή στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Στο έγγραφο ο υπουργός ενημερώνει για τα βασικά στοιχεία της πρότασης της ελληνικής κυβέρνησης αναφορικά με το ασφαλιστικό του αγροτικού κόσμου.

Ταυτόχρονα, ο κ. Αποστόλου χαρακτηρίζει θέμα άμεσης προτεραιότητας και αιχμής, για το οποίο η κυβέρνηση θα αγωνιστεί, τη φορολόγηση του αγροτικού εισοδήματος, σημειώνοντας ότι θα επιμείνει, κατά τη συζήτηση με τους εταίρους, για τις επιπτώσεις και την άμβλυνση του, έχοντας ως αιχμές δύο εργαλεία:

-τον πραγματικό προσδιορισμό του αγροτικού εισοδήματος μέσα από την τήρηση βιβλίων εσόδων-εξόδων, εκτός των μικρών, όπως θα προσδιοριστούν, παραγωγών.

«Η αυστηροποίηση και ο έλεγχος του συστήματος θα βοηθήσει σημαντικά τους πραγματικούς επαγγελματίες παραγωγούς φορολογικά, θα συμβάλλει στην άνοδο των τιμών παραγωγού, θα περιορίσει τη φοροδιαφυγή, θα περιορίσει τις παράνομες εισαγωγές και ελληνοποιήσεις, θα συμβάλλει στην ιχνηλασιμότητα των προϊόντων και θα μειώσει αισθητά τις τιμές καταναλωτή», επισημαίνει το υπουργείο.

-επισημαίνεται ακόμη ότι η κυβέρνηση επιδιώκει άμβλυνση των προαπαιτουμένων για τη φορολογία του αγροτικού εισοδήματος και με τον επανακαθορισμό της έννοιας του επαγγέλματος του αγρότη, στοχεύοντας στη διαφορετική και διαφοροποιημένη μεταχείρισή του.

«Είναι σίγουρο ότι από τη διαδικασία αυτή θα προκύψει ουσιαστικό όφελος τόσο για τον αγρότη, από τον συμψηφισμό του ΦΠΑ εισροών-εκροών, όσο και για το Δημόσιο, από την αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ», αναφέρει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και προσθέτει ότι η κυβέρνηση «καταθέτει στη συζήτηση με τους εταίρους διάφορες εναλλακτικές λύσεις, των οποίων η βασική φιλοσοφία είναι τα φορολογικά βάρη να κατανεμηθούν δίκαια, σύμφωνα με την πραγματική φοροδοτική δυνατότητα των φορολογουμένων, με ιδιαίτερη μέριμνα για τους μικρομεσαίους αγρότες».

Αναφέρει επίσης ότι για τον υπολογισμό του καθαρού γεωργικού εισοδήματος, η κυβέρνηση επιδιώκει να αναγνωριστούν ως τεκμαρτή δαπάνη, μέρος της αμοιβής της ατομικής οικογενειακής εργασίας, καθώς οι αποσβέσεις κεφαλαίων και παγίων, αλλά και άλλες δαπάνες, όπως η διευρυμένη και πραγματική χρήση του εργόσημου, κυρίως σε εργαζόμενους μετανάστες εργάτες γης που προσεγγίζουν σήμερα τους 300.000. Στο βαθμό δε που η διαπραγμάτευση περιλάβει και τις ενισχύσεις, η κυβέρνηση επιδιώκει αφορολόγητο όριο, όπως ήδη έχει εφαρμοστεί (12.000 ευρώ), μεταφέροντας μεγαλύτερα φορολογικά βάρη στα υψηλότερα ποσά.

Ασφάλιση του αγροτικού πληθυσμού

Στο ίδιο έγγραφο γίνεται αναφορά και στη μάχη που δίνει η κυβέρνηση για το ζήτημα της ασφάλισης του αγροτικού πληθυσμού, και αποκαλύπτεται ότι εντός του πλαισίου της συζήτησης με τους εταίρους είναι η διασφάλιση της κατώτατης εθνικής σύνταξης. Όπως ειδικότερα επισημαίνει στο έγγραφό του ο υπουργός, με την απαίτηση των δανειστών για εξορθολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΓΑ και εξομοίωση με αυτές των λοιπών ταμείων, αναδεικνύεται, εκτός του δυσβάσταχτου για χιλιάδες αγρότες μέτρου, και το πραγματικό πρόβλημα της μη βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος.

Ήδη, σήμερα, είναι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ πάνω από 1.300.000 αγρότες και οι μισοί περίπου είναι συνταξιούχοι. Η δημόσια δε δαπάνη για τη συντήρηση του οργανισμού υπερβαίνει το 85%. «Κατόπιν τούτων, προτάσεις για τη διασφάλιση κατώτατης εθνικής σύνταξης της τάξεως των 385-390 ευρώ/μήνα (έναντι 320 που είναι σήμερα), όπως για όλους τους εργαζόμενους, από ενιαίο ταμείο, και αυξημένη σύνταξη σύμφωνα με τις εισφορές των αγροτών, στο βαθμό που διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και του ΟΓΑ, βρίσκονται εντός του πεδίου συζήτησής μας», αποκαλύπτει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, τονίζει δε ότι «ο ΟΓΑ πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί ως αυτόνομος φορέας ασφάλισης των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών, με τις κατάλληλες παρεμβάσεις». Όπως αναφέρει οι παρεμβάσεις αυτές είναι «η σε βάθος χρόνου -5ετία τουλάχιστον- σταδιακή εναρμόνιση των εισφορών του ΟΓΑ με εκείνες του ΙΚΑ και η ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικής κατηγορίας σε συσχέτιση με το εισόδημα».