Στη διελκυστίνδα της Κεντρικής Επιτροπής μεταφέρεται η μετωπική σύγκρουση του Αλέξη Τσίπρα με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και τους διαφωνούντες του ΣΥΡΙΖΑ, στη σκιά της διαφαινόμενης ρήξης.

Η Κεντρική Επιτροπή θα συνεδριάσει εκτάκτως στον απόηχο των σκληρών δηλώσεων του κ. Τσίπρα προς τους διαφωνούντες στη συνέντευξη που παραχώρησε την Τετάρτη στο Κόκκινο, στην οποία υπογράμμισε ότι «εκβιασμένη ενότητα δεν υπάρχει», ενώ κατηγόρησε την Αριστερή Πλατφόρμα και για λαθροχειρία αναφορικά με το δημοψήφισμα, καθώς όπως είπε χαρακτηριστικά «το 63% του Όχι δεν ήταν ένα μεγάλο ΝΑΙ στη δραχμή».

Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να στείλει ξεκάθαρο μήνυμα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, καλώντας όσους διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική να παραδώσουν την έδρα τους, όπως ορίζει το καταστατικό του κόμματος. «Είναι θέμα αποτελεσματικότητας, είπε ο πρωθυπουργός, θα πρέπει οι συλλογικές αποφάσεις να τηρούνται από όλους τους βουλευτές, αλλιώς οι βουλευτές που διαφωνούν θα πρέπει να παραδίδουν τις έδρες τους, όπως ορίζει το καταστατικό», τόνισε για τους αντάρτες.

Συμπλήρωσε πως «παραείναι σουρεαλιστικό να λες ότι συμφωνείς με την κυβέρνηση και να μην στηρίζεις τις αποφάσεις της», ενώ έριξε και το καρφί για την Αριστερή Πλατφόρμα: «Με έχει εκπλήξει η στάση ορισμένων συντρόφων. Είπαν μετά τη συμφωνία: ‘Εσύ ψηφίζεις και εμείς δρέπουμε τις δάφνες της ιδεολογικής καθαρότητας’».

Ο κ. Τσίπρας άσκησε σφοδρή κριτική στους «αντάρτες» του ΣΥΡΙΖΑ, προαναγγέλοντας πρόωρες εκλογές «εάν δεν έχουμε κοινοβουλευτική πλειοψηφία», ενώ αναφορικά με τα διαδικαστικά επανέλαβε την πρόθεσή του για συντεταγμένη σύγκληση έκτακτου Συνεδρίου στις αρχές Σεπτεμβρίου.

Το μεγάλο στοίχημα για τον πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ είναι να αποδείξει πως ελέγχει το κόμμα του με τους νυν συσχετισμούς στο ανώτατο κομματικό όργανο, καθώς έχει ήδη χάσει την πλειοψηφία του οργάνου, όταν τάχθηκαν εναντίον της συμφωνίας και της κυβερνητικής πολιτικής τα 109 από τα 201 μέλη της ΚΕ. Την ίδια ώρα θα επιχειρήσει να ανοίξει τον «κομματικό» ΣΥΡΙΖΑ στον «κοινωνικό» όπως έχει προαναγγείλει, επιδιώκοντας την εναρμόνιση της ευρείας κοινωνικής βάσης, όπως έχει διαμορφωθεί, με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Το που θα γείρει τελικά η πλάστιγγα στο ΣΥΡΙΖΑ κρέμεται από μία κλωστή, ενώ βαρύνουσας σημασίας για τις ραγδαίες εσωκομματικές εξελίξεις θα είναι η στάση που θα τηρήσουν οι «53», οι οποίοι μέχρι στιγμής βρίσκονταν αιωρούμενοι ανάμεσα σε στήριξη και «άδειασμα» του Αλέξη Τσίπρα. Υπενθυμίζεται ότι τα «παρών» στις δύο ψηφοφορίες για τα προαπαιτούμενα προέρχονταν από βουλευτές της κίνησης των 53. Σύμφωνα με πληροφορίες ωστόσο κατόπιν συνεδρίασης την Τρίτη, οι 53 αποφάσισαν να στηρίξουν τον Αλέξη Τσίπρα στο αίτημά του για έκτακτο Συνέδριο. Η απόφαση αλλάζει τις ισορροπίες καθώς 45 μέλη της κίνησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι και μέλη της Κ.Ε, με πολλούς εξ αυτών να συγκαταλέγονται στους 109 που είχαν υπογράψει ενάντια στη συμφωνία.

Το διακύβευμα της συνεδρίασης της ΚΕ, η οποία αναμένεται να είναι ιδιαίτερα φορτισμένη, με κατηγορίες ένθεν κακείθεν για την ιδεολογική καθαρότητα της κάθε πλευράς, θα είναι… επί της διαδικασίας. Το κρίσιμο επίδικο για το Συνέδριο είναι κατά πόσο τελικά θα αποφασιστεί η διεξαγωγή έκτακτου Συνεδρίου, στο οποίο οι σύνεδροι εκλέγονται από τις οργανώσεις του κόμματος ή Διαρκούς Συνεδρίου, που είναι ουσιαστικά σύγκληση του τελευταίου Συνεδρίου με δεδομένη τη σύνθεση του Σώματος. Οι «προεδρικοί» επιδιώκουν ένα έκτακτο Συνέδριο, στο οποίο θα μπορέσουν να έχουν εξασφαλιστεί οι συσχετισμοί και η αριθμιτική υπεροχή έναντι των διαφωνούντων, καθώς τυχόν σύνθεση του Συνεδρίου με τα δεδομένα του 2013 εκτιμάται ότι μπορεί να θέσουν εν αμφιβόλω την επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα.

Επί τάπητος αναμένεται να ρίξει ο πρωθυπουργός, ο οποίος θα ανοίξει τη συνεδρίαση της ΚΕ με την ομιλία του στις 10:00 και το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος μεταξύ των μελών του ΣΥΡΙΖΑ σε περίπτωση που χρειαστεί να τοποθετηθεί το κόμμα για τη συμφωνία για τη νέα δανειακή σύμβαση μέσα στον Αύγουστο. Η πρόταση αυτή κατατέθηκε από τον υπουργό Εσωτερικών, Νίκο Βούτση στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ της Τρίτης και ουσιαστικά θα «πετάξει» το μπαλάκι των τελικών αποφάσεων στα 30.000 μέλη του κόμματος. Το ενδεχόμενο αυτό ωστόσο συναντά ισχυρές αντιδράσεις από την πλευρά της Αριστερής Πλατφόρμας, που τονίζει ότι μεταξύ αυτών βρίσκονται και πολλά μέλη που εγγράφηκαν στο κόμμα με τη δυναμική των τελευταίων δύο ετών και παραμένουν έκτοτε ανενεργά.

Ολόκληρη η ανακοίνωση των «53»

Να χαράξουμε πορεία ενότητας κι απεγκλωβισμού από το Μνημόνιο

(Ενωμένοι να απεγκλωβιστούμε από το μνημόνιο)

1. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η συμφωνία που επιβλήθηκε από τους δανειστές στην ελληνική κυβέρνηση, συνιστά πραξικόπημα που βιάζει την εκφρασμένη στις εκλογές και το δημοψήφισμα θέληση του λαού. Με μέσο την απειλή για πλήρη διάλυση του τραπεζικού συστήματος, που θα οδηγούσε σε άτακτη χρεοκοπία και οικονομική κατάρρευση, οι δανειστές επέβαλαν ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας το οποίο βρίσκεται στον αντίποδα τόσο του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, των αναγκών της κοινωνίας, καθώς και της προοπτικής για ανάκαμψη. Παρά τις μεγάλες προσπάθειες της κυβέρνησης για να αποφευχθούν τα χειρότερα, τα μέτρα που προβλέπονται στη συμφωνία, επιτείνουν τις υφεσιακές τάσεις της οικονομίας και, κυρίως, δημιουργούν ένα περιβάλλον κοινωνικής απορρύθμισης. Χωρίς να παραβλέπουμε τη δέσμευση για την αναδιάρθρωση του χρέους, δεν μπορούμε να αρνηθούμε το προφανές: το 3ο Μνημόνιο συνεχίζει το δρόμο των δύο προηγούμενων. Ακόμα χειρότερα, διατηρεί το καθεστώς μερικής αναστολής της λαϊκής κυριαρχίας, αφού το βασικό τμήμα της κυβερνητικής πολιτικής επιβάλλεται έξωθεν, με τρόπο που εύλογα ανακαλεί στις μνήμες συνθήκες αποικιοκρατίας. Η συμφωνία αυτή δεν είναι οικονομικά βιώσιμη και πολιτικά δεν είναι διαχειρίσιμη από μια κυβέρνηση της αριστεράς. Φυσικά, όσο λάθος θα ήταν να ωραιοποιήσει κανείς τη συμφωνία, άλλο τόσο λάθος είναι να αρνηθεί κανείς ότι ο εκβιασμός που την επέβαλε, ήταν απολύτως υπαρκτός.

2. Το μείζον ερώτημα είναι πώς φτάσαμε στο σημείο να τεθεί με πραγματικούς όρους το δίλημμα «άτακτη χρεοκοπία ή μνημόνιο». Πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να κρυφτούμε πίσω από ασαφείς διατυπώσεις. Το γεγονός ότι βρεθήκαμε τελικά βρεθήκαμε ενώπιον του τραγικού διλήμματος, συνιστά ήττα της στρατηγικής της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Διαψεύστηκαν από την ίδια την πραγματικότητα οι βασικές θέσεις μας ότι μπορεί να γίνει ανεκτή μια εναλλακτική οικονομική πολιτική στο πλαίσιο της υφιστάμενης ευρωζώνης, καθώς και ότι το ευρωπαϊκό δημοκρατικό κεκτημένο θα αρκούσε για να αποτρέψει τον στραγγαλισμό ενός ολόκληρου λαού.

Παρασυρμένοι από τις κατεπείγουσες ανάγκες της κοινωνίας καθώς και από έναν πολιτικό βολονταρισμό που παρέβλεπε τους πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης, δεν αντιληφθήκαμε εγκαίρως ότι οι κυρίαρχοι της Ευρώπης ήταν απολύτως αποφασισμένοι να καταβάλουν το οικονομικό κόστος (όσο βαρύ και αν ήταν αυτό) προκειμένου να καταπνίξουν ένα παράδειγμα εναλλακτικής πολιτικής με πανευρωπαϊκή εμβέλεια. Επιπλέον, υποτιμήσαμε τις αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στην ευρωζώνη: από τη μια μεριά έχει ενισχυθεί η χρηματοπιστωτική θωράκιση απέναντι στον «ελληνικό κίνδυνο», από την άλλη, το Grexit συνιστά απειλή για ένα μόνο μέρος της ευρωπαϊκής ηγεσίας, ενώ για ένα άλλο αποτελεί μέρος του προγράμματος της.

3. Είναι προφανές ότι οι αδυναμίες και οι λάθος εκτιμήσεις δεν περιορίστηκαν μόνο στο πεδίο της διαπραγμάτευσης και του ευρωπαϊκού μας σχεδίου: Από τις επιλογές στις διοικήσεις των τραπεζών έως τη σύνθεση της διαπραγματευτικής ομάδας, και από την ασάφεια στη διαπραγματευτική γραμμή έως τη μη προετοιμασία εναλλακτικού σχεδίου για την αντιμετώπιση του χρηματοπιστωτικού στραγγαλισμού (σχεδίου όχι ιδέας), πολλά πράγματα δεν έγιναν όπως έπρεπε. Στο διάστημα των έξι μηνών διακυβέρνησης δεν εφαρμόσαμε με επάρκεια το σχέδιό μας, που εμπεριείχε τομές, συγκρούσεις και ρήξεις με το παλαιό μνημονιακό και συντηρητικό καθεστώς. Παράλληλα, σε τομείς που δεν επηρεάζονταν από τη διαπραγμάτευση δεν δόθηκε διαφορετικός τόνος ούτε ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τον τρόπο της διακυβέρνησης –ο προκλητικός Γ. Πανούσης είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Συνολικά, όμως, η αντίληψη της λαϊκής συμμετοχής και παρέμβασης, το πνεύμα και το μήνυμα των πλατειών, δυστυχώς, δεν ήταν στη στόχευση της κυβέρνησης, η οποία, ως εκ τούτου, δεν αξιοποίησε την υπαρκτή λαϊκή διαθεσιμότητα.

Για τα λάθη αυτά, όλοι και όλες θα πρέπει να αναλάβουμε σήμερα μερίδιο ευθύνης, ανεξαρτήτως αν σε αυτήν την ευθύνη δεν αντιστοιχούν σε όλους ίσα μερίδια. Η Κεντρική Επιτροπή παρακολουθεί την παράκαμψη των συλλογικών κομματικών διαδικασιών καθώς και τη δική της υποβάθμιση να συνεχίζονται. Παρά τις προηγούμενες ρητές αποφάσεις της δεν βρέθηκε τρόπος να τα αποτρέψει. Εκ των πραγμάτων, δηλαδή από το τελικό αποτέλεσμα, προκύπτει καθαρά ότι η αποκλειστική διαχείριση όλων των κρίσιμων σχεδιασμών και αποφάσεων από την κυβέρνηση δεν ωφέλησε. Οι συλλογικές εκτιμήσεις και επεξεργασίες εξακολουθούν να παραμένουν, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, ο πιο ασφαλής δρόμος.

4. Ωστόσο, θα ήταν ισοπεδωτικό και άδικο να αγνοήσουμε τις κατακτήσεις της περιόδου. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση μίλησε τη γλώσσα του δικαίου κι εξάντλησε όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, άλλαξε σε μεγάλο βαθμό συνειδήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Το διεθνές trend #This is a coup (“αυτό είναι ένα πραξικόπημα”) δεν αποτελεί παρά την πιο εντυπωσιακή έκφραση της κοινής πεποίθησης ότι η Ελλάδα έπεσε θύμα ωμής επιβολής. Στους έξι μήνες της διαπραγμάτευσης καταρρίφθηκαν οι μύθοι περί αλληλέγγυας και δημοκρατικής Ευρώπης όπως επίσης και περί οπισθοδρομικής και ιδιόρρυθμης Ελλάδας. Ο κόσμος πια γνωρίζει. Το απέδειξε στο εσωτερικό με τη συγκλονιστική λαϊκή έκρηξη του δημοψηφίσματος, με το μεγάλο ταξικό και νεανικό “όχι”. Το απέδειξε και στο εξωτερικό με το πρωτοφανές κύμα διεθνούς αλληλεγγύης. Δεν πρέπει να υποτιμάμε επίσης τις πολιτικές ρωγμές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα που είτε δημιουργήθηκαν είτε αναδείχτηκαν κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Είναι μια σημαντική παρακαταθήκη. Μπορεί στο μέλλον να δώσουν ευκαιρίες για να ενισχυθεί ο αγώνας ενάντια στην αέναη λιτότητα. Εμείς, όμως, από σήμερα θα χρειαστεί να συμβάλουμε σε μια πανευρωπαϊκή συζήτηση και στο συντονισμό της Αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων, ώστε να αξιοποιήσουμε τις υπαρκτές ρωγμές στο αντίπαλο

5. Αυτή τη στιγμή ο μεγάλος κίνδυνος που αντιμετωπίζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση είναι να μετατραπεί η συνθηκολόγηση σε πολιτική γραμμή. Να γίνει αποδεχτό δηλαδή ότι το Μνημόνιο είναι ο ορίζοντας της πολιτικής μας. Η παραδοχή ότι αυτός είναι ο συσχετισμός και δεν μπορούμε να τον αλλάξουμε θα οδηγούσε στην πλήρη εφαρμογή του σχεδίου της «αριστερής παρένθεσης», όχι ως προς τα πρόσωπα αλλά ως προς το πολιτικό περιεχόμενο. Πέραν του ότι η λογική «να εφαρμόσουμε εμείς με τον καλύτερο τρόπο το Μνημόνιο» είναι η επιτομή των αντιλήψεων της νεοφιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας, δεν ευσταθεί και ως ρεαλιστικό πολιτικό σχέδιο. Οι λεπτομερείς προβλέψεις του Μνημονίου σε συνδυασμό με την ασφυκτική επιτήρηση δεν επιτρέπουν εναλλακτικούς τρόπους εφαρμογής του. Η «καλή» εφαρμογή του Μνημονίου γρήγορα θα οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ριζική συστημική μετάλλαξη.

6. Η κατάσταση των πραγμάτων με την οποία είμαστε αντιμέτωποι καθιστά αδήριτη την ανάγκη εκπόνησης ενός καινούργιου στρατηγικού σχεδίου για τον απεγκλωβισμό από τα μνημονιακά δεσμά. Ενός σχεδίου που δεν θα ωραιοποιεί την υφιστάμενη εικόνα, αλλά και δεν θα αποφεύγει κανένα από τα πραγματικά ερωτήματα. Γιατί η όποια ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί ξανά μπροστά στον εκβιασμό της ανατίναξης του τραπεζικού συστήματος. Τις πραγματικές δυσκολίες δεν μπορούμε να τις παρακάμπτουμε με τρικ –λεφτά δεν υπάρχουν ούτε στη Μόσχα ούτε στον Χολαργό. Χρειαζόμαστε επειγόντως να οργανώσουμε νηφάλια τη συζήτηση για ένα σχέδιο παρατεταμένης λαϊκής αντίστασης, ένα σχέδιο που θα ενισχυθεί από το συντονισμό με τους αγώνες των υπόλοιπων ευρωπαϊκών λαών, ένα σχέδιο νίκης των δυνάμεων της εργασίας και της νεολαίας. Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης δεν μπορούμε να φοβηθούμε κανένα ερώτημα είτε σε ό,τι αφορά μία οργανωμένη και σχεδιασμένη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα, είτε σε ό,τι αφορά τους ελιγμούς μέσα στην υφιστάμενη Ευρώπη, είτε ακόμα και για το αν είναι εφικτό και με ποιό τρόπο να κάνει αριστερή πολιτική μια κυβέρνηση μέσα στο σημερινό παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης. Όλα ανοιχτά και όλα πάνω στο τραπέζι ενός διαλόγου που θα καταλήξει σε έκτακτο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.

7. Θέλουμε ένα συνέδριο στρατηγικού επανακαθορισμού. Δεν θέλουμε ένα συνέδριο ξεκαθαρίσματος λογαριασμών και διάσπασης. Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν ούτε προδότες ούτε τζάμπα μάγκες. Σε αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη συγκυρία, δεν χρησιμεύουν σε τίποτα οι κραυγές και οι απλοποιήσεις. Η πόλωση, η ανθρωποφαγία και το κυνήγι μαγισσών απλά θα φέρουν τη διάσπαση η οποία με τη σειρά της θα καταστήσει ακόμα πιο μεγάλη και διαρκή την ήττα. Περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε αυτοσυγκράτηση και συντροφική αλληλεγγύη. Είναι επείγον να αποκατασταθεί η δημοκρατία στο εσωτερικό μας και το συλλογικό “εμείς”, που το προηγούμενο διάστημα τραυματίστηκαν σοβαρά. Η συλλογική λειτουργία των οργάνων του κόμματος, η συντροφική αντιμετώπιση των διαφορετικών απόψεων και εν τέλει η σύνθεσή τους, είναι ζητούμενο και αναγκαία προϋπόθεση για τη διέξοδο από τη σημερινή κρίση. Αν είχε υπάρξει η συλλογική λειτουργία και άρα η συνεννόηση στο εσωτερικό μας, πολλά από αυτά που σήμερα εμφανίζονται ως αδιέξοδα, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.

8. Εμείς από τη μεριά μας θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να περιφρουρηθεί η ιδεολογική ταυτότητα και να αποτραπεί η μνημονιακή μετάλλαξη του κόμματος. Θα εργαστούμε σκληρά για την ενότητα και θα αρνηθούμε επιλογές, που, ανεξάρτητα προθέσεων, οδηγούν στη ρήξη και τη διάσπαση. Διεκδικούμε να δοθεί, με ουσιαστικό και συντεταγμένο τρόπο, ο λόγος στα μέλη του κόμματος και της Νεολαίας. Να δοθεί χώρος και χρόνος, έτσι ώστε, η συζήτηση, ο αναγκαίος αναστοχασμός, η αντιπαράθεση των απόψεων να καταλήξουν σε σύνθεση, όπως γίνονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Δεν συμφωνούμε με διαδικασίες εξπρές, που απλώς θα βάλουν σφραγίδα σε ένα τραυματικό και ασφαλώς επιζήμιο για την κοινή μας υπόθεση, διαζύγιο. Τα μέλη του κόμματος δεν είναι “εκλέκτορες”, “ψηφοφόροι”, “οπαδοί” σχηματισμένων στρατοπέδων. Είναι αγωνιστές και αγωνίστριες, σε μια μάχη που απαιτεί δράση και σκέψη, αντίσταση και προβληματισμό. Συνεπώς, δεν βάζουμε την υπογραφή μας σε προτάσεις ασφυκτικού χρόνου, σε συνέδρια και δημοψηφίσματα, που η δυνατότητα συνθετικών απαντήσεων, δεν θα είναι απλώς περιορισμένη, θα είναι ανύπαρκτη. Θέλουμε να δώσουμε μια ανάσα στο διάλογο, μια ευκαιρία στην ενότητα.

Η πρότασή μας για συντεταγμένη πορεία προς το συνέδριο του κόμματος, με όλα τα πολιτικά και στρατηγικά επίδικα στο τραπέζι του διαλόγου, απαιτεί βεβαίως, για αυτό το χρονικό διάστημα, ένα είδος «μορατόριουμ», σεβασμό στη διαφορετική άποψη και επιλογή.

Γνωρίζουμε άλλωστε ότι το “ναι”, το “όχι”, το “παρών” στη Βουλή δεν προέκυψαν με ευκολία, προέκυψαν βασανιστικά, με γνώμονα τις ανάγκες των φτωχών, των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων. Οι επιλογές αυτές, δεν μπορεί παρά να είναι σεβαστές, μέρος του διαλόγου μπροστά στο κυρίαρχο συνέδριό μας.