Στο ερώτημα αν θα μπορούσε η μεσογειακή διατροφή να αποτελέσει τον κύριο μηχανισμό πρόληψης των καρδιαγγειακών νοσημάτων και του καρκίνου επιχειρούν να απαντήσουν δεκάδες επιστημονικές μελέτες που έγιναν μετά το 1950 σε περιοχές της Ευρώπης. Σήμερα, συζητήθηκαν για μια ακόμη φορά, με αφορμή μια νέα επιστημονική έρευνα με θέμα: «Μεσογειακή διατροφή: Τα οφέλη, το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον».

«Η μεσογειακή διατροφή αποτελεί ασπίδα στην αντιμετώπιση του μεταβολικού συνδρόμου δηλαδή του αθροίσματος των παραγόντων κινδύνου μεταβολικής αιτιολογίας για καρδιαγγειακές ασθένειες και διαβήτη», τόνισε η καθηγήτρια του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου κλινική φαρμακοποιός Μαρία Σκουρολιάκου, η οποία συμπλήρωσε ότι σειρά μελετών δείχνει πως μία χαμηλού γλυκαιμικού φορτίου, τροποποιημένη, μεσογειακού τύπου διατροφή είναι αποτελεσματική στη διαχείριση του μεταβολικού συνδρόμου.

Στη «Μελέτη των Επτά Χωρών» αναφέρθηκε κατά την τοποθέτηση της, η Άρτεμις Σιμοπούλου M.D, Πρόεδρος του Κέντρου Γενετικής, Διατροφής και Υγείας (The Centerfor Genetics, Nutrition and Health) – Ουάσιγκτον, ΗΠΑ, η οποία, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι η μελέτη έδειξε πως οι θάνατοι από στεφανιαία νόσο στην Ελλάδα, στην Ιαπωνία και στην Ιταλία είναι σε χαμηλότερα επίπεδα συγκρινόμενα με άλλες χώρες. Η Μελέτη των Επτά Χωρών σχεδιάστηκε για να διερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στη διατροφή και τις καρδιαγγειακές παθήσεις αναφορικά με την ύπαρξη των λιπαρών οξέων στη διατροφή.

Μετά από 5 -15 έτη παρακολούθησης, το ποσοστό θνησιμότητας από στεφανιαία νόσο στη νότια Ευρώπη ήταν 2 έως 3 φορές χαμηλότερο σε σχέση με τη βόρεια Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Η θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο, στην περιοχή της Κρήτης, ήταν πολύ χαμηλότερη συγκρινόμενη με τις άλλες εννέα περιοχές της Νότιας Ευρώπης. Αυτά τα ευρήματα μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο πληθυσμός της Κρήτης θεωρείται ότι έχει το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στο Δυτικό κόσμο, αν και ο μέσος όρος της χοληστερίνης στον πληθυσμό της Κρήτης ήταν παραπλήσιος με τις υπόλοιπες περιοχές της Μεσογείου», εξήγησε η κ. Σιμοπούλου.

Η υιοθέτηση της μεσογειακής διατροφής από ενήλικες και παιδιά στις μεσογειακές χώρες έχει αναφερθεί ότι είναι χαμηλή έως μέση και επηρεάζεται από κοινωνικοοικονομικούς, γονεϊκούς παράγοντες και παράγοντες του σύγχρονου τρόπου ζωής. Όπως εξήγησε η κ. Σιμοπούλου, το μυστικό των Κρητικών αποδείχθηκε ότι ήταν η συχνή κατανάλωση ψαριών. «Οι κρητικοί έτρωγαν παστές σαρδέλες και ρέγγες πλούσιες σε Ω3, άγρια χόρτα και σαλιγκάρια.Τα σαλιγκάρια της Κρήτης, όπως αποδείχθηκε από έρευνα που έγινε και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας είχαν περισσότερα Ω3», συμπλήρωσε. Σύμφωνα με την κ. Σιμοπούλου, δεν είναι μόνο το ελαιόλαδο που διαφοροποιεί την διατροφή των Κρητικών, αλλά και πολλές άλλες τροφές που δυστυχώς υπάρχουν όλο και πιο σπάνια στο τραπέζι των σημερινών κατοίκων της Κρήτης, με αποτέλεσμα να στερούνται τα πολύτιμα Ω3 και Ω6.

Η Μ. Σκουρολιάκου εξήγησε ότι η υιοθέτηση της μεσογειακής διατροφής από ενήλικες και παιδιά στις μεσογειακές χώρες έχει αναφερθεί ότι είναι χαμηλή έως μέση και «επηρεάζεται από κοινωνικοοικονομικούς, γονεϊκούς παράγοντες και παράγοντες του σύγχρονου τρόπου ζωής», ενώ αναφερόμενη στα συμπληρώματα διατροφής, είπε ότι αποτελούν τροποποιημένα τρόφιμα, λειτουργικά τρόφιμα, συμπυκνωμένες πηγές θρεπτικών ή άλλων ουσιών (π.χ. ένζυμα, φυσικά έλαια) με θρεπτική ή φυσιολογική επίδραση, των οποίων ο σκοπός είναι να συμπληρώνει την κανονική διατροφή. Ωστόσο, επισήμανε ότι η μεσογειακή διατροφή μειώνει κατά 40% τις επιπτώσεις στεφανιαίας νόσου και κατά 50% τη θνησιμότητα από την ίδια νόσο.