Μια νέα επιστημονική έρευνα έρχεται να συνδέσει την ημέρα πραγματοποίησης ενός χειρουργείου με τις πιθανότητες να επιβιώσει ο ασθενής! Συγκεκριμένα, όπως διαπίστωσαν βρετανοί ερευνητές, αν κάποιος κάτσει στο χειρουργικό κρεβάτι Παρασκευή, έχει 44% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει απ’ ό,τι αν χειρουργούνταν τη Δευτέρα.

Ο κίνδυνος, μάλιστα, αυξάνεται αν η επέμβαση πραγματοποιηθεί μέσα στο Σαββατοκύριακο!

Για την εκπόνηση της μελέτης, οι ερευνητές της σχολής Δημόσιας Υγείας του Imperial College του Λονδίνου ανέλυσαν πάνω από 4 εκατ. προγραμματισμένες χειρουργικές επεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν σε δημόσια βρετανικά νοσοκομεία μεταξύ των ετών 2008 – 2011, στη διάρκεια των οποίων 27.582 ασθενείς πέθαναν στις επόμενες 30 μέρες μετά το χειρουργείο. Το ποσοστό αυτό σημαίνει ότι ο μέσος κίνδυνος θανάτου είναι μόλις 0,67%.

Το χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας εμφανίζονταν στους ασθενείς που χειρουργήθηκαν τη Δευτέρα. Από εκεί και πέρα, κάθε μέρα οι θάνατοι αυξάνονταν σταδιακά και κορυφώνοντας μέσα στο Σαββατοκύριακο, όπου ο κίνδυνος θανάτου ήταν αυξημένος κατά 82% σε σχέση με τη Δευτέρα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι στο διήμερο της αργίας σπάνια γίνονται προγραμματισμένα χειρουργεία, συνεπώς σε απόλυτο αριθμό ο αριθμός των θανάτων ήταν μικρός.

Οι ερευνητές απέδωσαν τα παραπάνω ευρήματα στη μείωση της ιατρικής και νοσοκομειακής φροντίδας, όσο περνάνε οι μέρες της εβδομάδας. «Οι πρώτες 48 ώρες μετά από μια επέμβαση είναι συχνά η πιο κρίσιμη περίοδος για τους χειρουργημένους ασθενείς», σημείωσε ο επιδημιολόγος και επικεφαλής της έρευνας Πολ Αϊλίν.

«Έτσι, αν η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών είναι χαμηλότερη μέσα στο Σαββατοκύριακο, όπως έχουν δείξει και ορισμένες προηγούμενες μελέτες, είναι αναμενόμενο να εμφανίζονται υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας όχι μόνο στους ασθενείς που χειρουργούνται μέσα στο Σαββατοκύριακο, αλλά και σε όσους κάνουν επέμβαση προς το τέλος της εβδομάδας, οπότε η μετεγχειρητική φροντίδα τους πέφτει μέσα στο Σαββατοκύριακο, όταν πιθανώς υπάρχει μικρότερη διαθεσιμότητα προσωπικού, υλικών και διαγνωστικών υπηρεσιών».

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal.