Έλλειψη γνώσης των πέντε βασικών συμπτωμάτων του εγκεφαλικού, που συνιστά 1η αιτία αναπηρίας και τρίτη αιτία θανάτου στο βιομηχανικό κόσμο διαπιστώνει μεγάλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο Διεθνές συνέδριο της Αμερικανικής Ένωσης για τα Εγκεφαλικά.

Η άγνοια μάλιστα των συμπτωμάτων είναι μεγαλύτερη στις ομάδες του πληθυσμού που διατρέχουν και το μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι ηλικιωμένοι (άνω των 65 ετών), τα άτομα που έχουν επιβιώσει εγκεφαλικού επεισοδίου και οι άνδρες, είναι οι κατηγορίες του πληθυσμού που κατά κανόνα καλούν για βοήθεια όταν είναι πια αργά. Άγνοια των βασικών συμπτωμάτων παρουσιάζουν επίσης τα άτομα με χαμηλότερο εισόδημα και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο.

Στη μεγάλη έρευνα του Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC) της Ατλάντα, η συντριπτική πλειοψηφία (93%) των ερωτηθέντων φάνηκε να αναγνωρίζει μόνο ένα από τα βασικά προειδοποιητικά σημάδια του εγκεφαλικού, την ξαφνική αδυναμία και το μούδιασμα στη μια πλευρά του σώματος (πρόσωπο, χέρι, πόδι). Δεν ίσχυσε όμως το ίδιο με τα υπόλοιπα τέσσερα συμπτώματα.

Mόλις ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες γνώριζε και τα υπόλοιπα τέσσερα βασικά προειδοποιητικά σημάδια του εγκεφαλικού, που πρέπει να κάνουν κάποιον να αναζητήσει άμεσα βοήθεια, και τα οποία είναι:

ο έντονος πονοκέφαλος
η ξαφνική διαταραχή της όρασης στο ένα ή στα δύο μάτια
η σύγχυση, ο αποπροσανατολισμός και η δυσκολία στην ομιλία
η ξαφνική ζάλη, η απώλεια της ισορροπίας, η έλλειψη συντονισμού κινήσεων κι η δυσκολία στο περπάτημα

Η δράση της ενδοφλέβιας θρομβολυτικής θεραπείας που χρησιμοποιείται σε αυτές τις περιπτώσεις, μειώνεται εκθετικά με το χρόνο και το καλύτερο είναι να χορηγείται εντός 60 λεπτών από την έναρξη του επεισοδίου (εντός της λεγόμενης “χρυσής ώρας”). Ποσοστό 70% των ασθενών φτάνουν όμως στο νοσοκομείο μετά τη μία, “χρυσή” ώρα.

Υποδιάγνωση

Ωστόσο, πολλοί ασθενείς, αν και φτάνουν εγκαίρως στο νοσοκομείο, δεν λαμβάνουν αμέσως την αγωγή. Γιατί; Μελέτη του Πανεπιστημίου Γουέην διαπίστωσε τραγική υποδιάγνωση των εγκεφαλικών επεισοδίων κυρίως σε νεαρούς ασθενείς από τους γιατρούς στα επείγοντα περιστατικά. Στο πλαίσιο της μελέτης υποδιάγνωση εγκεφαλικού διαπιστώθηκε:

σε έναν 18χρονο που ένιωθε μούδιασμα στην αριστερή του πλευρά, αλλά θεωρήθηκε ότι είχε πάθει δηλητηρίαση από αλκοόλ
σε μια 37χρονη που παρουσίαζε δυσκολία στην ομιλία και διαγνώστηκε με παραλήρημα
σε μια 48χρονη που έφτασε στο νοσοκομείο παραπονούμενη για θολή όραση και δυσκολία στο περπάτημα και στο συντονισμό των μυών, αλλά οι γιατροί της είπαν ότι έπασχε από διαταραχή του έσω-ωτός.

Σχολιάζοντας τα ευρήματά τους, οι ερευνητές τόνισαν ότι οι γενικοί γιατροί είναι προφανώς λιγότερο εξοικειωμένοι με την εμφάνιση εγκεφαλικών επεισοδίων σε νέους ασθενείς, κάτω των 50 ετών, και πρότειναν πιο προσεκτική εξέταση των νέων ασθενών που προσκομίζονται στα εξωτερικά ιατρεία με συμπτώματα όπως ίλιγγο ή ναυτία. Ομοίως, οι ασθενείς με συμπτώματα που θυμίζουν εγκεφαλικό, ακόμη κι αν είναι πολύ μικροί σε ηλικία, πρέπει να κατευθύνονται άμεσα στο νοσοκομείο.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, κάθε λεπτό που η βλάβη στην ροή της κυκλοφορίας μένει χωρίς επιδιόρθωση, παθαίνουν δύο εκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα. Σαράντα οκτώ ή εβδομήντα δύο ώρες μετά το επεισόδιο, οι δυνατότητες παρέμβασης των γιατρών είναι πια ελάχιστες.

Τα ταχυφαγεία “στο απόσπασμα”

Δεκάδες έρευνες το τελευταίο διάστημα συσχετίζουν τον αριθμό των φαστ φουντ σε μια γειτονιά με τα προβλήματα υγείας των κατοίκων. Ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, στο ίδιο συνέδριο διαπίστωσαν ότι στις περιοχές με πολλά εστιατόρια γρήγορου, έτοιμου φαγητού υπήρχαν στατιστικά περισσότερες πιθανότητες να πάθουν εγκεφαλικό και πρότειναν ειδικά προγράμματα πρόληψης ως αντίβαρο στο άνοιγμα πολλών τέτοιων επιχειρήσεων σε έναν τόπο.

Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες βρήκαν πως όσοι κατοικούν σε περιοχές με πολλά ταχυφαγεία είχαν 13% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ισχαιμικού επεισοδίου. Με διαφορετικούς όρους, υπολογίζεται ότι κάθε φαστφουντάδικο που ανοίγει σε μια περιοχή αυξάνει το σχετικό κίνδυνο των κατοίκων κατά 1%.

“Πρέπει να υπάρξει στόχευση στις κοινωνίες όπου υπάρχουν πολλά τέτοια καταστήματα σαν μέρη όπου μπορούμε να παρέμβουμε και να βελτιώσουμε την υγεία των κατοίκων”, τόνισε ο επικεφαλής της επιδημιολογικής μελέτης, καθηγητής νευρολογίας και επιδημιολογίας κ. Λιούις Μόργκενστερν. “Είναι απλά η κατανάλωση ανθυγιεινών γευμάτων, η έλλειψη πιο υγιεινών επιλογών ή κάτι άλλο που υπάρχει σε αυτές τις γειτονιές και έχει να κάνει με την κακή υγεία των κατοίκων;”, σημείωσε ο ίδιος δίνοντας το στίγμα για περισσότερες τέτοιες μελέτες.

Η θετική δράση του τσαγιού και του καφέ

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Λος Άντζελες (UCLA) θέλησαν να εξετάσουν το κατά πόσο η κατανάλωση τσαγιού μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης εγκεφαλικού στους ανθρώπους, κάτι που έχει ήδη διαπιστωθεί από δεκάδες έρευνες σε ζώα.

Αναλύοντας δέκα μελέτες από διάφορες περιοχές του κόσμου, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι καταναλώνοντας τρία ποτήρια τσάι την ημέρα κάποιος μπορεί να μειώσει τον κίνδυνό του να πάθει εγκεφαλικό κατά 21% και πρότειναν καθημερινή κατανάλωση πράσινου ή μαύρου τσαγιού για την πρόληψη των ισχαιμικών επεισοδίων.

Όσο για τον καφέ, ενώ η δράση του στη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου είναι διαπιστωμένη, η τυχόν προστατευτική του δράση εναντίον του εγκεφαλικού δεν ήταν γνωστή. Μελέτη του ίδιου Πανεπιστημίου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όσο περισσότερα φλιτζάνια καφέ καταναλώνει ένας ενήλικας, τόσο μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης εγκεφαλικού διατρέχει.

Οι κυλιόμενες βάρδιες

Ένα νέο παράγοντα κινδύνου για τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια παρουσίασαν στο συνέδριο ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ.

Οι εναλλασσόμενες βάρδιες που διαταράσσουν τον κιρκάδιο ρυθμό των ατόμων, και που μέχρι σήμερα είχαν συνδεθεί με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, λόγω της έκκρισης της ουσίας κατεχολαμίνης στον οργανισμό, συσχετίστηκαν πλέον και με τα εγκεφαλικά.

Η μελέτη, σε δείγμα 80.180 ατόμων, οδήγησε στη διαπίστωση ότι κάθε πενταετία δουλειάς σε βάρδιες, αυξάνει τον κίνδυνο για ισχαιμικό επεισόδιο κατά 4%. Οι επιστήμονες που παρουσίασαν τη μελέτη, επεσήμαναν ωστόσο ότι περισσότερη έρευνα είναι αναγκαία προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα δεδομένα και να μελετηθούν οι υποκείμενοι μηχανισμοί του συγκεκριμένου παράγοντα κινδύνου.