Τις παρουσιάσεις της για τη μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής στην Ε.Ε παρουσίασε σήμερα η ευρωπαϊκή επιτροπή τονίζοντας πως η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος αποτελεί κύριο άξονα της θαλάσσιας πολιτικής τής.

Σχετικά με τον έλεγχο και την προέλευση των ψαριών η Τερέζα Άλβες, σεφ στο επάγγελμα τόνισε: «Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε από πού προέρχονται τα ψάρια, γιατί οι πελάτες προβληματίζονται ολοένα και περισσότερο για οικολογικά ζητήματα. Θέλουν να γνωρίζουν τι τρώνε και από πού προέρχεται αυτό που τρώνε. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό σημαίνει κατά πόσον τα ψάρια είναι υγιή και που αλιεύθηκαν».

Την άποψή της ότι η ευαισθητοποίηση των καταναλωτών απέναντι στη βιώσιμη αλιεία δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο επιβεβαιώνει και έρευνα του WWF σύμφωνα με την οποία το 88% των ευρωπαίων καταναλωτών θέλουν να καταναλώνουν θαλασσινά προϊόντα από αποθέματα που παράγονται με υπεύθυνο τρόπο.

Στη Cedeira, στη βόρεια Ισπανία, οι αλιείς ζουν από την αλιεία μικρής κλίμακας. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι μέτοχοι μιας μικρομεσαίας επιχείρησης που αναλαμβάνει την πώληση των αλιευμάτων τους.

«Πρέπει να πιάνουμε λιγότερα, αλλά μεγαλύτερα ψάρια. Έτσι, το κέρδος είναι μεγαλύτερο… Όταν είναι μικρά, χρειάζονται 50 ψάρια για να γεμίσει ένα κιβώτιο αξίας 50 ευρώ. Αλλά ένα μεγάλο ψάρι πιάνει μόνο του 50 ευρώ. Αυτή είναι η διαφορά», υποστηρίζει ο Αγκουστίν Περέζ Πέρνας, επικεφαλής της Ένωσης Αλιέων της Cedeira.

Στη μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθετεί μια βιώσιμη προσέγγιση για τα αποθέματα ψαριών, αξιοποιώντας όσο το δυνατόν καλύτερα την ευρωπαϊκή αλιεία. Και τα αποτελέσματα θα είναι ακόμη καλύτερα, εάν οι Ευρωπαίοι καταναλωτές σκέφτονταν πριν κάνουν την επιλογή τους. «Ο καταναλωτής έχει μεγάλη σημασία. Όταν ο καταναλωτής πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ και επιλέγει ένα προϊόν, αποφασίζει με το πιρούνι του», τονίζει η αρμόδια επίτροπος της Ε.Ε. για την αλιευτική πολιτική, Μαρία Δαμανάκη.