Κερδίζουν έδαφος τα «έξυπνα» και οικολογικά έπιπλα, με τους καταναλωτές να θέτουν ως βασικό κριτήριο για την απόκτησή τους και την αντικατάσταση των συμβατικών τους επίπλων με αυτά το κριτήριο της τιμής σε συνάρτηση με την ποιότητα.

Οι τρεις προϋποθέσεις που θέτουν οι Έλληνες καταναλωτές αναφορικά με την αλλαγή των συμβατικών επίπλων με «έξυπνα» και οικολογικά, αφορούν την υγεία των ατόμων, τη βοήθεια που μπορούν να προσφέρουν στην περιβαλλοντική προστασία, αλλά και τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους.

Ο σημερινός καταναλωτής που ανήκει στην 3η ηλικία φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος για τα περιβαλλοντικά ζητήματα, γεγονός το οποίο θα πρέπει οι επιχειρήσεις να το εντάσσουν στον επιχειρηματικό σχεδιασμό και τη στρατηγική τους.

Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα που διεξήχθη στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος GSF (Green Smart Furniture), με επιστημονικά υπεύθυνο τον καθηγητή του ΤΕΙ Θεσσαλίας Δρα Ι. Παπαδόπουλο. Στόχος της έρευνας, στην οποία συμμετείχαν επίσης οι Δρ. Μάριος Τρίγκας, Γλυκερία Καραγκούνη MSc, Αικατερίνη Παπαδοπούλου, Βασιλική Μωραϊτη, Αικατερίνη Τριπολιτσιώτη και Ευανθία Πλατογιάννη του Τμήματος Σχεδιασμού και Τεχνολογίας Ξύλου και Επίπλου, της Σχολής Τεχνολογικών Εφαρμογών του ΤΕΙ Θεσσαλίας, ήταν η καταγραφή των απόψεων των καταναλωτών σχετικά με τα οικολογικά έπιπλα.

Οι προτιμήσεις των καταναλωτών, ως προς τις λειτουργίες που θα μπορούσε να έχει ένα «έξυπνο» έπιπλο, προσανατολίζονται κυρίως στην ευκολία συντήρησης και καθαριότητας, την εύκολη μετακίνησή του, την ασφάλεια και υποβοήθηση του ατόμου για αλλαγή θέσης στο έπιπλο ή προσαρμογή των διαστάσεών του ως προς τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά του ατόμου.

Εστιάζοντας ακόμη περισσότερο σε συγκεκριμένο είδος επίπλου, το οποίο οι ερωτώμενοι θα επιθυμούσαν να είναι ένα «έξυπνο» και οικολογικό έπιπλο, η πλειοψηφία (49,5%) δήλωσε ότι αυτό είναι το κάθισμα- είτε καρέκλα είτε καναπές -και ακολουθούν, με πολύ χαμηλότερα ποσοστά, το κρεβάτι (25,1%), η κουζίνα (12,1%), το τραπέζι και οι αποθηκευτικοί χώροι (ντουλάπια), με ποσοστά 7% και 6,3% αντίστοιχα.

Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα αποτελέσματα που αφορούν το επιπλέον χρηματικό ποσό που είναι διατεθειμένοι οι καταναλωτές να πληρώσουν προκειμένου να αποκτήσουν ένα «έξυπνο» και οικολογικό έπιπλο. Είναι σημαντικό ότι η σχετική πλειοψηφία (27,4%) δηλώνει διατεθειμένη να πληρώσει επιπλέον 5-10% της τιμής που έχει ένα συμβατικό έπιπλο για ένα «έξυπνο» και οικολογικό έπιπλο. Αν σε αυτό το ποσοστό προσθέσουμε και αυτούς, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν από 1-5% επιπλέον (22,4%) και από 11-15% επιπλέον (18,6%), τότε ένα ποσοστό της τάξεως του 68% των συμμετεχόντων στην έρευνα, είναι διατεθειμένο να πληρώσει έως και 15% περισσότερο σε σχέση με ένα συμβατικό έπιπλο.

Με βάση, λοιπόν, όλα τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα τεχνολογικά, οικολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά που μπορεί να ενσωματώνει ένα «έξυπνο» και οικολογικό έπιπλο, στην ερώτηση το πόσο θα ενδιέφερε τους συμμετέχοντες (στην έρευνα) η αγορά ενός τέτοιου επίπλου, η πλειοψηφία απάντησε από «αρκετά» (41,6%) έως «πάρα πολύ» (28,6%), ενώ μόλις το 1,5% αυτών δήλωσε πως δεν θα τον ενδιέφερε καθόλου.

«Παρατηρείται, λοιπόν, το φαινόμενο, με βάση και το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, ύπαρξης μιας “κρίσιμης” μάζας του καταναλωτικού κοινού για την ανάπτυξη της αγοράς των “έξυπνων” και οικολογικών επίπλων και στη χώρα μας, στην οποία θα μπορούσαν να εστιάσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην παρούσα περίοδο της οικονομικής κρίσης», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαδόπουλος.

Επιπλέον, το είδος του προϊόντος στο οποίο κατευθύνει η παρούσα έρευνα, δημιουργεί προϋποθέσεις για πραγματοποίηση πωλήσεων και σε αγορές του εξωτερικού (εξωστρέφεια). Τέλος, η έρευνα υποδεικνύει, σύμφωνα με τον ίδιο, ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την συγκεκριμένη εξειδικευμένη αγορά (niche market), ιδιαίτερα στην περίοδο ανάκαμψης της οικονομίας.

Επομένως, η στροφή στη συγκεκριμένη αγορά οδηγεί σε βέβαιη απόκτηση σημαντικών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων. Συμπερασματικά, επισημαίνει ο κ. Παπαδόπουλος, παρά την οικονομική κρίση και τις δραματικές της συνέπειες στο οικογενειακό εισόδημα αλλά και τον κλάδο του επίπλου στη χώρα μας, οι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν επιπλέον για την προστιθέμενη αξία που θα έχει ένα προϊόν επίπλου με τεχνολογικές και οικολογικές καινοτομίες, το οποίο ικανοποιεί συγκεκριμένες ανάγκες τους.

Επιπλέον, τα συγκεκριμένα αποτελέσματα, αποτελούν ένα αισιόδοξο μήνυμα προς τον κλάδο κατασκευής επίπλων, ότι, δηλαδή, θα πρέπει να εστιάσουν στη διαφοροποίησή τους από τον ανταγωνισμό, καινοτομώντας με την παραγωγή και διάθεση προϊόντων επίπλων με υψηλή προστιθέμενη αξία για τον καταναλωτή, γεγονός που μπορεί να τους εξασφαλίσει ένα μερίδιο της εσωτερικής αγοράς αρκετά σημαντικό και πολύ περισσότερο να δώσει ώθηση και στην εξωστρέφεια τους (εξαγωγές).

Η έρευνα
Η έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο- ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ)- Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ ΙΙΙ, Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε τυχαίο δείγμα 399 ερωτώμενων καταναλωτών από διάφορες περιοχές της χώρας.