Βακτήρια που τρέφονται από το πετρέλαιο δύνανται να εξυγιάνουν το οικοσύστημα του Σαρωνικού ή να διευκολύνουν τη συλλογή του πετρελαίου, μετά τη ρύπανση που προκλήθηκε από τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ». Οι μικροβιακοί πληθυσμοί με τις απορρυπαντικές ιδιότητες έχουν απομονωθεί από το ηφαίστειο της Σαντορίνης, την παραλία στον Ασπρόπυργο και τη λίμνη Κουμουνδούρου, και σύμφωνα με επιστήμονες του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) αποτελούν μία ερευνητικά τεκμηριωμένη αποτελεσματική και, κυρίως, φυσική λύση, για να απομακρυνθούν οι υδρογονάνθρακες από τη θάλασσα και τις παραλίες, που έχουν υποστεί τη μόλυνση.

«Μέσα από τη δική μας έρευνα (δύο διδακτορικά, ένα Μάστερ και αρκετές εργασίες των φοιτητών μας), έχει συγκεντρωθεί ένας αρκετά σημαντικός αριθμός βακτηρίων στη μικροβιακή συλλογή του εργαστηρίου μας (ATHUBA), εκ των οποίων άλλα αποικοδομούν το πετρέλαιο και άλλα το συσσωρεύουν σε μπάλες. Στην πρώτη περίπτωση γίνεται ταχύτερα η εξυγίανση του οικοσυστήματος χωρίς επιπλέον επιπτώσεις, ενώ στη δεύτερη περίπτωση γίνεται ευκολότερη η συλλογή του πετρελαίου με τα μηχανικά μέσα», αναφέρει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Δρ Αλέξανδρος Σαββίδης, Υπεύθυνος Ποιότητας και αναλυτής στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας του Τομέα Βοτανικής του ΕΚΠΑ.

Εδώ και 16 χρόνια η εξειδικευμένη στη Μικροβιακή Βιοτεχνολογία ερευνητική ομάδα του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ, υπό την καθοδήγηση της διευθύντριας του Εργαστηρίου, καθηγήτριας Αμαλίας Καραγκούνη, ασχολείται με τους μικροοργανισμούς, οι οποίοι χρησιμοποιούν το πετρέλαιο σαν πηγή άνθρακα και ενέργειας. Πιο συγκεκριμένα, η ομάδα ερευνά τη βιοαποικοδόμηση του πετρελαίου με χρήση ενδογενών βακτηρίων απομονωμένων από ελληνικά ακραία περιβάλλοντα, όπως το ηφαίστειο της Σαντορίνης, περιοχές απόθεσης πετρελαϊκών αποβλήτων, θαλάσσιες ακτές που συνορεύουν με διυλιστήρια κ.α.

«Ακόμα και σήμερα δεν είναι αργά να εφαρμοστούν τέτοιες μέθοδοι στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού η διαδικασία της αποκατάστασης θα πάρει σίγουρα μήνες ή και χρόνια», επισημαίνει ο κ. Σαββίδης, διαβεβαιώνοντας πως «έχουμε τη δυνατότητα στο εργαστήριο να κάνουμε συνεχή παραγωγή τέτοιων μικροβιακών πληθυσμών».

Ερωτηθείς εάν τα συγκεκριμένα «πετρελαιοφάγα» βακτήρια θα μπορούσαν να επιβαρύνουν με οποιονδήποτε τρόπο το θαλάσσιο οικοσύστημα, ο κ. Σαββίδης διαβεβαιώνει πως «δεν υπάρχει κίνδυνος από τη χρήση τους, καθώς είναι βακτήρια μη παθογόνα του φυσικού περιβάλλοντος».

«Η αγαπημένη τους τροφή είναι το πετρέλαιο και όταν αυτό εξαντληθεί θα αδρανοποιηθούν, γιατί δεν θα έχουν πλέον πηγή άνθρακα και ενέργειας και θα μείνουν άπραγα στο περιβάλλον, χωρίς να δημιουργήσουν κανένα πρόβλημα», εξηγεί.

Σε ό, τι αφορά στην έκταση και το βάθος της ρύπανσης στον Σαρωνικό, ο ερευνητής λέει πως «οι συνιστώσες που καθορίζουν την εξάπλωση είναι η ποσότητα του πετρελαίου που διέρρευσε, οι καιρικές συνθήκες, το είδος του οικοσυστήματος που έχει υποστεί τη μόλυνση κ.λπ.», συνεπώς, «πλήρη εικόνα της εξάπλωσης θα έχουμε όταν συνεκτιμηθούν όλες αυτές οι παράμετροι με ακρίβεια». «Θα χρειαστεί ενδελεχής έλεγχος και πολύς χρόνος», εκτιμά.