Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 73 χρόνων από το άγνωστο μπλόκο των Γερμανών Ναζί κατακτητών στην Αγιάσο (28-3-1944), οι «Φίλοι Ιστορικής Μνήμης και Πολιτιστικής Δημιουργίας», συνεχίζοντας τις αναφορές τους σε πτυχές της αντιφασιστικής πάλης του λαού της Λέσβου, θύμισαν το ιστορικό των γεγονότων εκείνων των ημερών.

Στις αρχές του 1944 στη Λέσβο συγκροτούνται τμήματα του εφεδρικού ΕΛΑΣ που μαζί με την τοπική ηγεσία του ΕΑΜ εδρεύουν στην Αγία Παρασκευή, με σκοπό τη δημιουργία «Ελεύθερης Περιοχής της Λέσβου» με κέντρο την Αγία Παρασκευή και τον περιορισμό των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στην περιοχή της Μυτιλήνης.

Στην Αγιάσο το κλίμα «ζεστάθηκε» από τις Αποκριές κείνης της χρονιάς. Ο καρνάβαλος, με τη μορφή του Αστρονόμου, προφητεύει το τέλος του φασισμού και τον ερχομό της λευτεριάς. Στο «Χάνι» της εκκλησίας της Παναγίας, μέσα σε μια καμαρούλα, στεγάζεται το «Αναγνωστήριο», ένα ναός πνεύματος και λαϊκού πολιτισμού. Το Μάρτιο του 1944 η κεντρική οργάνωση του ΕΑΜ Λέσβου αποφάσισε να γιορταστεί η εθνική επέτειος στα διάφορα μέρη του νησιού με ανοιχτές οργανωμένες εκδηλώσεις, χωρίς όμως να προκληθούν οι γερμανικές αρχές κατοχής, για να αποφευχθούν ενδεχόμενα αντίποινα. Οι Γερμανοί την παραμονή της εθνικής επετείου προχώρησαν σε συλλήψεις στην πόλη της Μυτιλήνης προκειμένου να εκφοβίσουν το ντόπιο πληθυσμό.

Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, στην Αγιάσο, όταν έγινε γνωστή η απόφαση αυτή, καταρτίζεται πλατιά επιτροπή που θα οργάνωνε το γιορτασμό, με τη συμμετοχή του παπά Χριστόφα Κανιμά, του Διοικητή Χωροφυλακής Αγιάσου Εμμανουήλ Βαποράκη, του δάσκαλου Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη, του Στρατή Καβαδέλη, του Λεωνίδα Κουζέλη και άλλων. Ο παλαίμαχος κομμουνιστής Προκόπης Μπουρλής θυμόταν ότι στο κελί του παπά Κανιμά πραγματοποιήθηκε μια από τις συνεδριάσεις της επιτροπής οργάνωσης του γιορτασμού. Στις 24 Μαρτίου 1944 γίνεται η τελική σύσκεψη της ΕΠΟΝ Αγιάσου στο σπίτι του Μιχάλη Ι. Πασχαλιά, κάτω ακριβώς απ’ το κτίριο όπου στεγαζόταν η Υποδιεύθυνση Χωροφυλακής Αγιάσου. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης φτάνει από τη Μυτιλήνη ο ΕΑΜίτης σύνδεσμος Απόστολος Τριανταφύλλου, για να αναφέρει την απόδραση από τη Γκεστάπο του Μανώλη Λαμπαδαρίδη και την έγκριση πραγματοποίησης της εκδήλωσης.

Στις 25 Μαρτίου, αφού η εκδήλωση προπαγανδίστηκε τις προηγούμενες μέρες σ’ όλο το χωριό, η πλατεία της αγοράς και οι γύρω δρόμοι κατακλύζονται από πρωτοφανή κοσμοσυρροή. Η ΕΠΟΝ αναλαμβάνει το οργανωτικό βάρος της εκδήλωσης. Χώρος της γιορτής ορίστηκε το κεντρικό καφενείο «Καφενταρία». Μετά την τέλεση της δοξολογίας, εκφωνούνται οι ομιλίες για την εθνική επέτειο και για το νόημά της και απαγγέλλονται πατριωτικά ποιήματα.

Ενώ όμως το πρόγραμμα εξελίσσεται κανονικά, μια ομάδα νεολαίων, μεταξύ των οποίων ο Όμηρος Κοντούλης, ο Μιχάλης Συνοδινός, ο Θωμάς Σπλιαδής, η Κορνηλία Νιγδέλη, ο Γιάννης Βέτσικας, ο Γιάννης Κουρβανιός και άλλοι, βγαίνουν από το Αναγνωστήριο, που στεγαζόταν – όπως προείπαμε – στο «Χάνι» της εκκλησίας, κρατώντας την ελληνική σημαία. Τη σηκώνουν ψηλά και φωνάζουν συνθήματα κατά των Γερμανών και υπέρ των Συμμάχων. Ο ασυγκράτητος αυθορμητισμός τους πυροδοτεί τον πατριωτισμό των Αγιασωτών και σα φωτιά ξαπλώνεται σ’ όλη την Αγιάσο.

Ο ανθρώπινος αυτός χείμαρρος ξεχύνεται στους κεντρικούς δρόμους του χωριού τραγουδώντας αντάρτικα και αντιστασιακά τραγούδια. ΕΠΟΝίτισες ΕΠΟΝνίτες, κρατούν τη γαλανόλευκη και οδηγούν την πορεία διαδήλωση προς το Σταυρί. Εκεί ο Μιχάλης Συνοδινός από το γεφύρι με φλογερή ομιλία του προς το πλήθος καταφέρεται ανοιχτά κατά της γερμανικής κατοχής, παροτρύνοντας τον κόσμο να αγωνιστεί για λευτεριά και καλύτερη ζωή. Από κει τα πλήθη κρατώντας την ελληνική σημαία κατευθύνθηκαν προς το Ηρώο όπου και κατέθεσαν στεφάνι!

Αντίδραση

Φοβούμενοι την αντίδραση των Ναζί, οι Αγιασώτες τοποθέτησαν σκοπούς πάνω σε υψώματα, από τους Λάμπου Μύλους ως την Αγιάσο, που θα ειδοποιούσαν με φωτιές και καπνούς στην περίπτωση που θα εμφανιζότανε οι Γερμανοί. Οι σκοπιές συνεχίστηκαν για δυο ακόμα μέρες, χωρίς να πραγματοποιηθεί καμιά ανησυχητική κίνηση Γερμανών προς το χωριό. Έτσι, την τρίτη μέρα τα μέτρα ασφαλείας χαλάρωσαν και για τον πρόσθετο λόγο ότι είχε χιονίσει πάρα πολύ και το κρύο ήταν τσουχτερό.

Οι Γερμανοί, που είχαν ήδη μάθει τα καθέκαστα, διάλεξαν εκείνη ακριβώς τη μέρα για να χτυπήσουν αιφνιδιαστικά, υπολογίζοντας στον εφησυχασμό του κόσμου. Νωρίς το απόγευμα οι καταχτητές κυκλώνουν το χωριό, στήνουν τα πολυβόλα τους σε επίκαιρα σημεία (Νοσοκομείο, Φαμάκα, Ελβετία, Περασιά κ.λπ.) και αρχίζουν να πολυβολούν όποιον βλέπουν. Έντρομοι οι κάτοικοι κλείνονται στα σπίτια τους. Όσοι όμως έχουν λόγους ν’ αποφύγουν τους Γερμανούς, ορμούν προς τα βουνά.

Απ’ τα περάσματα του Απέσου και της Περασιάς καταφέρνουν να περάσουν και να ξεφύγουν πολλοί απ’ αυτούς που είχαν λογαριασμούς με τον κατακτητή, παρά τους συνεχιζόμενους πολυβολισμούς. Όχι όμως όλοι. Κοντά στον Άγιο Σπυρίδωνα σκοτώνεται ο Στρατής Ηλιογραμμένου Γραμμέλης. Και λίγο πιο πάνω από την παλιά Ηλεκτρομηχανή η 11χρονη Μαριάνθη Δημητρίου Μαϊστρέλη. Πολλοί τραυματίζονται, μα φροντίζουν να θεραπευτούν στο σπίτι τους για ευνόητους λόγους. Στους τραυματίες αναφέρονται ο Παναγιώτης Καρετέλης, ο Σαράντος Μαλιάκας, ο Αγγελής Καραγιάννης και ελαφρότερα αρκετοί άλλοι.

Σε ένα σπιτάκι στην κάτω είσοδο του χωριού συνεδριάζουν πολλά στελέχη της οργάνωσης. Χτυπιούνται απ’ τους κατακτητές και τραυματίζεται σοβαρά ο φλογερός ΕΠΟΝίτης Στρατής Ιωάννου Πασχαλιάς. Οι Γερμανοί τρέχουν να τον συλλάβουν. Πάνω του έχει ένα χαρτί με ονόματα κι ένα περίστροφο. Ο Πασχαλιάς μασάει και καταπίνει το χαρτί με τα ονόματα, αλλά δεν προλαβαίνει να πετάξει το όπλο, στοιχείο που θα τον ενοχοποιούσε.

Τον συλλαμβάνουν σε κακά χάλια, τον κατεβάζουν στο νοσοκομείο της Μυτιλήνης και, αφού θεραπεύεται, τον περνούν από στρατοδικείο, τον καταδικάζουν σε θάνατο και τον εκτελούν στα Τσαμάκια στις 17 Ιουνίου του 1944. Όσο βρισκόταν στο νοσοκομείο ο Πασχαλιάς, η Οργάνωση μελετούσε σχέδια απελευθέρωσής του με ένοπλη επιδρομή, αλλά δεν ήταν δυνατός ο κατάλληλος εξοπλισμός της ομάδας που θα αναλάμβανε το εγχείρημα, γι’ αυτό και η ιδέα εγκαταλείφθηκε.

Με ομήρους

Οι Γερμανοί φεύγοντας το βράδυ της 28γης Μαρτίου για τη Μυτιλήνη, παίρνουν μαζί τους 40 ομήρους. Τους κλείνουν στο εκεί κτίριο του Διδασκαλείου. Όμως, όταν τις επόμενες μέρες επιτίθενται οι κομάντος του Ιερού Λόχου για να τους απελευθερώσουν και τους προτείνουν να φύγουν, αυτοί δεν έφυγαν, γιατί νόμιζαν πως ήταν προσχεδιασμένη ενέργεια των Γερμανών, με σκοπό να τους εξωθήσουν στη δραπέτευση και καραδοκώντας έξω από το κτίριο να τους σκοτώσουν. Δεν είχαν πιστέψει πως επρόκειτο για Έλληνες κομάντος.

Τις επόμενες μέρες οι Γερμανοί τους άφησαν όλους ελεύθερους, επειδή ακριβώς εκτίμησαν το γεγονός ότι δεν είχαν φύγει.

Στις 29 Μαρτίου, οι Γερμανοί ξαναγυρίζουν στην Αγιάσο, ζητούν την παράδοση εκείνων που θεωρούν υπεύθυνους για τα γεγονότα. Των Στρατή Καβαδέλη, Στρατή Ηρ. Αναστασέλη ή Τασιού, Σωκράτη Φραντζή, Όμηρου Κοντούλη, Μαρίκας Κοντούλη, Βασίλη Νουλέλη, Πάνου Τζανετή και άλλων.

Ο μοίραρχος Βαποράκης βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Είναι μέλος της επιτροπής γιορτασμού, αλλά σαν καλός πατριώτης έχει αποκρύψει το περιστατικό. Μάλιστα δεν το έχει καταχωρήσει ούτε στο «βιβλίο συμβάντων». Οι Γερμανοί τον κακοποιούν και τον κλείνουν στο Διδασκαλείο. Από εκεί τον μεταφέρουν στο στρατόπεδο Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη. Η αντιστασιακή οργάνωση της Αγιάσου πήρε υπό την προστασία τους την οικογένεια του πατριώτη αξιωματικού παραμερίζοντας παλιότερες βαριές πικρίες. Οι πληροφορίες που υπάρχουν λένε πως τελικά επέζησε.

Από τους παραπάνω καταζητούμενους οι δύο, ο Παναγιώτης Τζανετής και η Μαρίκα Κοντούλη, φυγαδεύονται στη Μικρά Ασία τον Απρίλιο του 1944. Οι άλλοι περνούν σε κατάσταση παρανομίας μέχρι να ’ρθει η απελευθέρωση.

Ο γιορτασμός της 25ης Μάρτη πληρώθηκε ακριβά απ’ τους Αγιασώτες. Έδωσαν τρεις νεκρούς, πολλούς τραυματίες, σαράντα ομήρους – που ώσπου να απελευθερωθούν ήταν το «σαράκι» όλης της Αγιάσου – και πολλούς καταδιωκόμενους πατριώτες, που πέρασαν στην παρανομία μέχρι την απελευθέρωση. Πατριωτικές εκδηλώσεις έγιναν και σ’ άλλα χωριά. Αλλά μόνο στην Αγιάσο πήραν ανοιχτό αντιφασιστικό χαρακτήρα.