Μετά τον πρόσφατο καταστροφικό σεισμό στην Ιταλία ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος συνιστά ψυχραιμία, δεδομένου ότι ο σεισμός και ειδικά στη χώρα μας είναι ότι πιο φυσιολογικό.

Ο κ. Παπαζάχος σημειώνει πως: «Θα πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα δεν υπάρχει η επιστημονική γνώση να ξέρουμε με την επιθυμητή ακρίβεια το πού και πότε θα γίνει σεισμός. Γνωρίζουμε όμως με αρκετή ακρίβεια τις αναμενόμενες βλάβες σε επίπεδο 50ετίας στον ελληνικό χώρο και η γνώση αυτή έχει ενσωματωθεί στους ισχύοντες αντισεισμικούς κανονισμούς. Άρα υπάρχει επαρκής προστασία από τους ισχυρούς σεισμούς, αρκεί να χτίζουμε σπίτια με τη σωστή αντισεισμική προστασία»..

Όσο για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα και τι πρέπει να περιμένουμε ο καθηγητής Γεωφυσικής υπογραμμίζει ότι «στην Ελλάδα έχουμε κατά μέσο όρο ένα σεισμό με μέγεθος 6.3 ή μεγαλύτερο. Λέγοντας κατά μέσο όρο, εννοούμε ότι μπορεί ένα και δύο έτη να έχουμε μικρότερους μέγιστους σεισμούς και σε μία επόμενη χρονιά να έχουμε 2 ή και 3 ισχυρούς σεισμούς. Υπήρχαν περίοδοι στον ελληνικό χώρο με μειωμένη ή αυξημένη σεισμικότητα, π.χ. η δεκαετία 1950-1060 είχε μερικούς από τους καταστρεπτικότερους σεισμούς του 20ου αιώνα στην Ελλάδα, όπως π.χ. το μεγαλύτερο σεισμό της Ευρώπης τον 20ο αιώνα (Αμοργός, μεγέθους 7.5 Ρίχτερ). Όμως, στο επίπεδο της ανθρώπινης ζωής (75-80 έτη σήμερα στην Ελλάδα) η μέση σεισμικότητα είναι πρακτικά αμετάβλητη. Άρα, η προφανής απάντηση είναι ότι μεγάλους σεισμούς περιμένουμε πάντοτε στην Ελλάδα, και θα συμβούν είτε το θέλουμε είτε όχι».

Όσο για το ποιες περιοχές όμως βρίσκονται στο «κόκκινο» όσον αφορά μιας μικρής ή μεγαλύτερης έντασης σεισμικής δόνησης ο κ. Παπαζάχος δηλώνει ότι «η έρευνα πάνω στα θέματα της πρόγνωσης των σεισμών, κατά συνέπεια και των συνεπειών τους, έχει δείξει ότι παραμένει προς το παρόν εντελώς ανέφικτος ο στόχος της βραχυπρόθεσμης πρόγνωσης, δηλαδή δεν μπορούμε να ξέρουμε τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες το που, πότε και πόσο μεγάλος σεισμός θα συμβεί στην Ελλάδα ή οπουδήποτε αλλού. Η γνώση αυτή δεν υπάρχει, ούτε στην Ελλάδα, ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Η μακροπρόθεσμη πρόγνωση (επίπεδο δεκαετιών) έχει επιτευχθεί εδώ και πολλά χρόνια και (αν και έχει ακόμα προβλήματα) έχει ενσωματωθεί στους αντισεισμικούς κανονισμούς». Όπως συμπληρώνει «τα τελευταία έτη γίνεται μία προσπάθεια για την μεσοπρόθεσμη πρόγνωση (πρόγνωση με αβεβαιότητα λίγων ετών), με στόχο να βοηθήσει την πολιτεία να οργανώσει καλύτερα τα μέτρα ετοιμότητας. Όμως αυτή η γνώση είναι ακόμα σε ερευνητικό και όχι επιχειρησιακό επίπεδο, έχει αβεβαιότητες και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί από τους πολίτες για την προσωπική τους προστασία. Κατά συνέπεια η αναφορά από ορισμένους σε «κόκκινες περιοχές», «ώριμα ρήγματα» και άλλες παρόμοιες εκφράσεις όχι μόνο στερείται επιστημονικής βάσης (σε παγκόσμιο επίπεδο), αλλά και αποπροσανατολίζει την κοινωνία και την πολιτεία από το πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή την ανάγκη αποτελεσματικής αντισεισμικής πρόληψης και προστασίας».

 

Όσον αφορά στο «καυτό» θέμα της προστασίας κτιρίων, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει ότι « αν και η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα στο θέμα της αντισεισμικής προστασίας των κατασκευών, κυρίως με την ανάπτυξη και επικαιροποίηση των Αντισεισμικών Κανονισμών που επηρεάζουν τις νέες κατασκευές, αλλά και ειδικών κανονισμών όπως ο Κανονισμός Επεμβάσεων (ένας από τους λίγους παγκοσμίως) που αφορούν τις κατασκευές που έχουν πληγεί από σεισμό, ελάχιστα πράγματα γίνονται για τον υφιστάμενο δομικό ιστό, δηλαδή τα παλαιά κτίρια. Τα κτίρια αυτά είναι χτισμένα με παλαιούς κανονισμούς ή και χωρίς κανένα κανονισμό ή επίβλεψη από μηχανικό(τα περισσότερα κτίρια της επαρχίας). Για τα κτίρια αυτά δεν υπάρχει καμία συστηματική μέριμνα».

Μάλιστα, προσθέτει ότι «νομοθετικές παρεμβάσεις όπως η νομιμοποίηση αυθαιρέτων, χωρίς κανένα έλεγχο αντισεισμικής επάρκειας των κτιρίων που νομιμοποιούνται, οδηγεί στην επιδείνωση της κατάστασης». Επιπλέον, πρόσθεσε ότι, «όπως είπα και πριν, η πρόληψη είναι το μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης και βρίσκεται σήμερα σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο».

Τέλος, όσο για τους φόβους μας αν ο πρόσφατος καταστροφικός σεισμός στην Ιταλία πόσο επηρεάζει και μπορεί να προκαλέσει μια σεισμική δραστηριότητα και στην Ελλάδα, ο κ. Παπαζάχος δηλώνει κατηγορηματικά: «Η Ιταλία ανήκει σε μία εντελώς διαφορετική σεισμοτεκτονική ενότητα, με εντελώς ανεξάρτητη σεισμικότητα. Σεισμοί της τάξης μεγέθους 6.0 ως 6.5 της κλίμακας Ρίχτερ, όπως ο πρόσφατος σεισμός στην Ιταλία, δεν μπορούν να επηρεάσουν παρά μόνο την κοντινή περιοχή της κεντρικής ιταλικής χερσονήσου».