Τρεις υποθέσεις Σύρων αιτούντων άσυλο, που κρατούνταν στη Λέσβο με σκοπό την άμεση επαναπροώθησή τους προς την Τουρκία, και τις οποίες χειρίστηκε το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), κρίθηκαν παραδεκτές από τις δευτεροβάθμιες Επιτροπές Προσφυγών. Τα μέλη των Επιτροπών ανέτρεψαν πρωτοβάθμιες αποφάσεις που είχαν θεωρήσει, για τους συγκεκριμένους αιτούντες, την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα. Αυτά γνωστοποίησε προφορικά σήμερα το Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Λέσβου στον δικηγόρο του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, Στρατή Σκουντιανέλλη, όπως ο ίδιος ανέφερε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Αυτό σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες υποθέσεις θα παραπεμφθούν εκ νέου στις αρμόδιες ελληνικές Αρχές για να εξετασθούν επί της ουσίας. Όμως, όπως διευκρινίζει ο κ. Σκουντιανέλλης, και οι τρεις θετικές αποφάσεις παραμένουν ανεπίδοτες, αν και «κανένας βάσικος λόγος δεν υπάρχει που να καθυστερεί την επίδοση».

Σε αυτές τις τρεις θετικές αποφάσεις συγκαταλέγεται η υπόθεση ενός Σύρου, που ήρθε «στο φως» τις προηγούμενες ημέρες ως η πρώτη απόφαση των δευτεροβάθμιων Επιτροπών. Ο αιτών εργάστηκε για λίγους μήνες στην Τουρκία, γεγονός που θεωρήθηκε κατά την πρωτοβάθμια κρίση ως «επαρκής “σύνδεσμος” με τη χώρα αυτή», όπως εξηγεί το ΕΣΠ σε σχετική ανακοίνωσή του. Ωστόσο, όπως συμπληρώνει, αυτή η πρώτη απόφαση παρέκαμψε, «τόσο τα μαζικά περιστατικά βίαιων αρνήσεων εισόδου και επαναπροωθήσεων που διαπράττονται από την Τουρκία, όσο και το γεγονός ότι το Καθεστώς Προσωρινής Προστασίας που χορηγείται από την τελευταία στους Σύρους είναι ελεύθερα ανακλητό, αναβάλλει επ’ αόριστον την εξέταση τυχόν ασκηθέντος αιτήματος ασύλου, απαγορεύει την ελεύθερη κυκλοφορία σε όλη την επικράτεια και την υποβολή αιτήματος πολιτογράφησης, ενώ καταστρατηγεί το δικαίωμα στη νόμιμη εργασία με δυσανάλογους και επαχθείς αριθμητικούς περιορισμούς».

Η νομική υπηρεσία του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες υποστήριξε την υπόθεση, όπως και τις υποθέσεις άλλων εννεά αιτούντων άσυλο, των οποίων η αίτηση κρίθηκε απαράδεκτη σε πρώτο βαθμό από το Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου Λέσβου, με αιτιολογία βασιζόμενη στην παραδοχή ότι η Τουρκία πρέπει να θεωρηθεί γι’ αυτούς «ασφαλής τρίτη χώρα». Η νομική υπηρεσία του ΕΣΠ κατέθεσε προσφυγές πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα και οι πρώτες εξετάστηκαν στις 5 Μαΐου. Ωστόσο, αν και οι δικηγόροι του Συμβουλίου περίμεναν ότι οι πρώτες αποφάσεις θα εκδίδονταν μέχρι τις 11 Μαΐου, μόλις την περασμένη Παρασκευή, 20 Μαϊου, δόθηκε προφορική επιβεβαίωση από τις Αρχές «ότι αρκετές από τις αποφάσεις των προσφυγών είναι θετικές, αλλά δεν μπορούσαν να τις επιδόσουν στον προσφεύγοντα, ούτε να μας δώσουν αντίγραφο, γιατί υπήρχε κάποιο ζήτημα», όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δικηγόρος του ΕΣΠ, Ελένη Κουτσουράκη.

Σχολιάζοντας την πρώτη απόφαση που δημοσιοποιήθηκε, η κ. Κουτσουράκη σημειώνει: «Η πρώτη απόφαση δεν σώζει μόνο τον προσφεύγοντα αιτούντα άσυλο από παραβιάσεις των δικαιωμάτων του, αλλά προστατεύει και την Ελλάδα από βέβαιες μελλοντικές καταδικαστικές αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων» και τη χαρακτηρίζει ως «ένα πολύ θετικό πρώτο βήμα». «Για μένα το σημαντικό είναι ότι τέτοιου είδους αποφάσεις προστατεύουν και τους πρόσφυγες και την Ελλάδα», σχολιάζει και προσθέτει: «Δεν μπορεί η Ελλάδα να επωμιστεί μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επειδή στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούν ότι θα πετύχουν διαχείριση του προσφυγικού με τη μετατόπιση του βάρους στο εξωτερικό της ΕΕ, δηλαδή στην Τουρκία. Πρέπει να αναζητήσουν βιώσιμες λύσεις, διαφορετικού τύπου, που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα». Μετά την έκδοση της δευτεροβάθμιας απόφασης, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στον αρμόδιο υπουργό να καταθέσει αίτηση ακύρωσης, «ακόμα όμως και αν ασκηθεί, και μέχρι να αποφανθεί για την περίπτωση ο διοικητικός δικαστής, ο πρόσφυγας παραμένει στην Ελλάδα», εξηγεί η κ. Κουτσουράκη.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Διεθνούς Αμνηστίας, Έλληνας αξιωματούχος επιβεβαίωσε στην ανθρωπιστική οργάνωση ότι συνολικά «εκκρεμούν περίπου 100 υποθέσεις ενώπιον των δευτεροβάθμιων Επιτροπών». Το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες ζητά να υπάρξει εξατομικευμένη εξέταση των υποθέσεων ασύλου από τις αρμόδιες Αρχές και να εξασφαλιστεί η πρόσβαση των αιτούντων σε νομική συνδρομή.