Επιφυλάξεις διατηρούν διεθνείς αναλυτές και οικονομολόγοι γύρω από τις σκέψεις της ελληνικής κυβέρνησης να δοκιμάσει τις δυνάμεις της με μία έξοδο στις αγορές, την ώρα που το οικονομικό επιτελείο εξετάζει τις ευνοϊκές συνθήκες και το ζωηρό ενδιαφέρον των επενδυτών για να ανοίξει το βιβλίο προσφορών. Της Αθηνάς Δημητρακοπούλου Ενώ ενθαρρύνουν τις οποιεσδήποτε εξελίξεις που θα αποτελούν ενδείξεις οικονομικής ανάκαμψης, τονίζουν παράλληλα ότι μία τέτοια κίνηση πρέπει να βρει οπωσδήποτε ικανοποιητική ανταπόκριση, προκειμένου να «κλειδώσουν» και οι προϋποθέσεις για μία σειρά εξίσου επιτυχημένων μελλοντικών εκδόσεων. Εάν πάντως η Ελλάδα βγει στις αγορές και σημειώσει επιτυχία, είναι πιθανό να προκαλέσει την ανησυχία των πιστωτών της καθώς μέσω της… αυτονομίας που θα αναπτύξει ενδεχομένως να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις που έχει για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό που υπήρξε στις αρχές της εβδομάδας εξαιτίας των διαρροών που είδαν το φως της δημοσιότητας, φαίνεται πως η διαδικασία επιστρέφει σε στάση αναμονής. Ζητούμενο, σε κάθε περίπτωση, είναι η κυβέρνηση να τα καταφέρει καλύτερα από την κυβέρνηση Σαμαρά που τον Απρίλιο του 2014 άντλησε κεφάλαια 3 δισ. ευρώ με επιτόκιο 4,95%. Για «γενναία κίνηση» εκ μέρους της Ελλάδας κάνει λόγο σε δήλωσή του στο newsbeast.gr ο Claus Vistesen, επικεφαλής αναλυτής της Pantheon Macroeconomics για την Ευρωζώνη. «Είναι γενναίο για την Ελλάδα να επιστρέψει (σ.σ. στις αγορές) τη στιγμή που η ΕΚΤ εξετάζει το ενδεχόμενο τερματισμού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Έχει νόημα για την Ελλάδα να δοκιμάσει να βγει στις αγορές και είναι μια σημαντική συμβολική χρονική στιγμή για το υπουργείο Οικονομικών και την οικονομία. Στην πράξη, ωστόσο, η Ελλάδα παραμένει υπό την εποπτεία και την οικονομική εξάρτηση από τους πιστωτές της. Αυτό δεν θα αλλάξει κάποια στιγμή σύντομα.» Έκπληκτος δηλώνει με την εξέλιξη ο Carsten Hesse, οικονομολόγος της γερμανικής επενδυτικής τράπεζας Berenberg Bank. «Θα πρέπει να παραδεχτώ ότι εκπλήσσομαι λίγο από την ταχύτητα με την οποία κινείται η ελληνική κυβέρνηση που προσπαθεί να αξιοποιήσει το θετικό κλίμα στις αγορές ομολόγων. Δεν περίμενα ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε πριν από την άνοιξη του 2018, καθώς η Ελλάδα δεν χρειάζεται χρήματα για τα επόμενα τρίμηνα και επομένως κάθε νέο χρέος θα επιβάρυνε άσκοπα τους Έλληνες φορολογούμενους που τελικά θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν τις πληρωμές τόκων του ομολόγου», δηλώνει. «Ωστόσο», προσθέτει, «υπάρχουν και άλλα σημεία που πρέπει να εξεταστούν και γενικά είναι θετικό το γεγονός ότι η Ελλάδα προφανώς έχει ήδη κερδίσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών. (…) Όσο πιο γρήγορα η Ελλάδα αποκτήσει πρόσβαση στις αγορές ομολόγων, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη που χάθηκε εξαιτίας του πρώην υπουργού Εξωτερικών Γιάννη Βαρουφάκη». Ο ίδιος εκτιμά πως «σε περίπτωση επιτυχίας, αυτό θα βοηθούσε την απόσυρση ή την ελάφρυνση των capital controls». «Επιπλέον», τονίζει, «εάν η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει μόνιμη πρόσβαση στις αγορές ομολόγων, θα υπάρξει λιγότερη πίεση για ένα τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης το καλοκαίρι του 2018». Σύμφωνα με τον κ. Hesse, στο αρνητικό σενάριο, «αν η ελληνική κυβέρνηση αποκτήσει υπερβολική αυτοπεποίθηση μετά από μια επιτυχημένη έκδοση, ίσως να θέλει να ελαφρύνει ή και να αναστρέψει το οδυνηρό, αλλά απαραίτητο, πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, κάτι που θα οδηγούσε πίσω στις σκοτεινές εποχές του καλοκαιριού του 2015». Από την πλευρά του, ο Brian Lawson, επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της IHS Markit για τη διαχείριση κινδύνων, καταγράφει τους παράγοντες που ευνοούν την έκδοση ομολόγων τη δεδομένη χρονική στιγμή. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει: – Η Ελλάδα κατάφερε πρόσφατα να επιτύχει έναν ακόμη συμβιβασμό με τους επίσημους πιστωτές της. – Την περασμένη εβδομάδα, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις συνέστησε να τερματιστούν οι πειθαρχικές διαδικασίες που διατηρεί η Ε.Ε. σε βάρος της Ελλάδας για υπερβολικό έλλειμμα, αντικατοπτρίζοντας αυτό που χαρακτήρισε ως «οικονομική σταθερότητα και οικονομική ανάκαμψη» στη χώρα. – Η ΕΕ και ο EFSF ενθαρρύνουν την Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές πριν από το τέλος πριν το τέλος του προγράμματος διάσωσης το 2018. – Η οικονομία της παρουσιάζει επίσης κάποια σημάδια ανάκαμψης μετά από χρόνια βαθιάς ύφεσης, με την Κομισιόν να προβλέπει ανάπτυξη ύψους κατά 2,1% του ΑΕΠ το 2017. – Το δημοσιονομικό ισοζύγιο παρουσιάζει σημάδια βελτίωσης. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ε.Ε., η Ελλάδα σημείωσε δημοσιονομικό πλεόνασμα στο 0,7% του ΑΕΠ το 2016 και το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 1,2% του ΑΕΠ το 2017, κάτω από το όριο που προβλέπει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Στις 14 Ιουλίου, τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης σημείωσαν ότι ο κρατικός προϋπολογισμός σημείωσε πλεόνασμα ύψους 1,93 δισ. ευρώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017 έναντι στόχου 431 εκατ. ευρώ. Συμπερασματικά, ο κ. Lawson υπογραμμίζει πως η Ελλάδα πρέπει να πραγματοποιήσει μία άμεση έξοδο στις αγορές μόνο αν πρόκειται να προσελκύσει ισχυρή ζήτηση. «Μια άμεση έξοδος στις αγορές αξίζει όταν συνοδεύεται από ένα καλό αποτέλεσμα που θα επιδεικνύει την επιτυχία της έκδοσης και την υπερκάλυψή της. Μία βιαστική κίνηση χωρίς ικανοποιητική ανταπόκριση θα μπορούσε να εμποδίσει τις μελλοντικές προοπτικές της Ελλάδας για μια επιτυχημένη έκδοση», λέει χαρακτηριστικά. Αναφορικά με το ποια θεωρεί κατάλληλη χρονική στιγμή, ο ίδιος σημειώνει πως αν τελικά δεν πραγματοποιηθεί τις επόμενες μέρες μια δοκιμαστική έξοδος, κατάλληλη περίοδος για να τεστάρει η Ελλάδα την αγορά ενδεχομένως να είναι και το δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου. «Η συμβουλή μου προς την Ελλάδα είναι η εξής: Μην βιάζεστε πολύ για την έκδοση ομολόγου, αλλά εάν η σημερινή ζήτηση φαίνεται πραγματικά καλή και σε λογική τιμή και αν “κλειδώσουν” οι προϋποθέσεις τώρα, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα θετικό προηγούμενο για μεγαλύτερες μελλοντικές εκδόσεις», αναφέρει.