«Οι ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαίωσαν την προσδοκία για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας από το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, με ισχυρότερο του αναμενομένου ρυθμό μεγέθυνσης 1,5% σε ετήσια βάση και 0,5% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα των υψηλών επιδράσεων βάσεως (base effects)», επισημαίνουν οι αναλυτές της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της τράπεζας.

Στο αντίστοιχο τρίτο τρίμηνο του 2015, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 2,2% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις, ενώ συνολικά στο εννεάμηνο του 2016, το ΑΕΠ παρέμεινε αμετάβλητο (0%), έναντι πτώσεως κατά 0,6% στην αντίστοιχη περίοδο του 2015.

Όπως επισημαίνεται στην ανάλυση της Alpha Bank, «είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός ότι η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας σε όρους ακαθάριστου εγχωρίου προϊόντος συνδυάζεται με τη σταδιακή μείωση του ποσοστού ανεργίας σε 23,4% του εργατικού δυναμικού τον Αύγουστο του 2016 από 24,6% και 26,2% τον Αύγουστο του 2015 και 2014 αντίστοιχα, όπως προκύπτει με βάση τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στο πλαίσιο της έρευνας εργατικού δυναμικού για άτομα ηλικίας 15-74 ετών».

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι «είναι σημαντική η επάνοδος της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά, να συνδυασθεί με ισχυρότερους ρυθμούς αυξήσεως της απασχόλησης και μείωσης της ανεργίας».

«Το ερώτημα είναι εάν ο ρυθμός ανάπτυξης που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συνιστούν, πέραν από αναγκαία, και ικανή συνθήκη για μία πορεία σύγκλισης του ελληνικού δείκτη εξάρτησης προς τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Συγκεκριμένα, ένας προσδοκώμενος ρυθμός μεγέθυνσης περί το 2,5% το 2017, αναμένεται να προέλθει κατά 2,2% από την αύξηση της απασχόλησης και μόνο κατά το υπόλοιπο 0,3% από τη βελτίωση της παραγωγικότητας. Η ίδια περίπου αναλογία αναμένεται να επικρατήσει και το 2018 (ρυθμός μεγέθυνσης 3%, αύξηση της απασχόλησης 2,3%, αύξηση παραγωγικότητας 0,7%), ενώ αναμένεται να αρχίσει να αντιστρέφεται υπέρ της παραγωγικότητας από το 2019 και μετά, λόγω της αναβαθμισμένης υποδομής που θα συντελεσθεί με την αύξηση επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό και κατασκευές τη διετία 2017-2018 – εξέλιξη που θα έχει θετικές επιδράσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας. Οι ανωτέρω εκτιμήσεις για την αύξηση της απασχόλησης και το ρυθμό μεγέθυνσης, δύνανται να οδηγήσουν το ποσοστό ανεργίας σε επίπεδα χαμηλότερα του 1/5 του εργατικού δυναμικού στο τέλος της επομένης διετίας», εκτιμούν μεταξύ άλλων οι αναλυτές της Alpha Bank.

Εξάλλου και η Eurobank σε ανάλυση της με τίτλο «Σημάδια σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας – Θετικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης (QoQ) για 2ο συνεχές τρίμηνο», αναφέρει ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο ετήσιος ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης διαμορφώθηκε στο +1,5% το 3ο τρίμηνο του 2016 από -0,6% και -0,8% το 2ο και το πρώτο τρίμηνο αντίστοιχα. Σε όρους πραγματικών απόλυτων μεγεθών, το ΑΕΠ ανήλθε στα 46,28 δις ευρώ από 45,61 δις (+667,0 εκατ.ευρώ) το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Eurobank, «το θετικό μήνυμα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας πηγάζει κυρίως από την επίδοσή της σε όρους τριμηνιαίας μεταβολής. Πιο αναλυτικά, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης ήταν θετικός για 2ο συνεχές τρίμηνο. Διαμορφώθηκε στο +0,5% (+242,00 εκατ.ευρώ) από +0,3% (+138,00 εκατ.) το 2ο τρίμηνο του 2016. Αυτό το γεγονός δύναται να θεωρηθεί ως μια ένδειξη σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας.

Ποιοι είναι όμως οι πιθανοί ερμηνευτικοί παράγοντες της ενίσχυσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το τρίτο τρίμηνο 2016;

Στην ανάλυση αναφέρεται ότι βάσει των δημοσιευμένων στοιχείων του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών από την ΤτΕ (Ιούλιος – Αύγουστος 2016) και των εμπορευματικών συναλλαγών από την ΕΛΣΤΑΤ (Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2016), εκτιμάται ότι η συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης ήταν αρνητική. Συνεπώς, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ δύναται να αποδοθεί στις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης.

«Προβλέπουμε ότι η μεταβολή των αποθεμάτων και οι επενδύσεις σε πάγια είχαν θετική συνεισφορά. Ο εν λόγω συλλογισμός πηγάζει: Πρώτον από τη μεγάλη πτώση της μεταβολής των αποθεμάτων το τρίτο τρίμηνο του 2015 (π.χ. λόγω της εφαρμογής του μέτρου των κεφαλαιακών ελέγχων) και δεύτερον, από τη σταδιακή βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος και των περισσοτέρων επιμέρους δεικτών εμπιστοσύνης το 3ο τρίμηνο του 2016 (εξαίρεση αποτέλεσε ο τομέας των κατασκευών). Επιπρόσθετα, η αύξηση του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή (παρατήρηση Σεπτεμβρίου 2016) δύναται να ερμηνεύσει μια πιθανή αποκλιμάκωση του ρυθμού πτώσης της ιδιωτικής κατανάλωσης. Το τελευταίο μέγεθος θα εξαρτηθεί και από την πορεία του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυρών (-0,75% ΥοΥ το δεύτερο τρίμηνο του 2016 από -1,64% YoY το 1ο τρίμηνο του 2016). Από την πλευρά της προσφοράς, η αύξηση της εγχώριας παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών το 3ο τρίμηνο του 2016, δύναται να ερμηνευτεί από τη θετική ετήσια μεταβολή της απασχόλησης (στοιχεία Ιουλίου – Αυγούστου 2016) και από την αναμενόμενη αποκλιμάκωση του ρυθμού πτώσης της παραγωγικότητας της εργασίας», αναφέρεται στην ανάλυση.