Το σχέδιο που εκχωρούσε στις Βρυξέλλες νέες εξουσίες για να καταπολεμηθούν οι αθέμιτες κινεζικές επενδύσεις «είναι νεκρό», ανακοίνωσε σήμερα η Ιταλία, καθώς τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφωνούν ιδεολογικά για το πώς να αντιμετωπίσουν τις χώρες οι οποίες προβαίνουν στην πρακτική του dumping, της μαζικής διάθεσης προϊόντων σε τιμές τεχνητά χαμηλές για την κατάκτηση αγορών στην Ευρώπη.

Έπειτα από μια σειρά διενέξεων για το εμπόριο, ιδίως με την Κίνα, για μια σειρά τομέων και προϊόντων —από τις τηλεπικοινωνίες ως τα φωτοβολταϊκά— η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε το 2013 να θεσπιστούν κανόνες προκειμένου να καταστεί ευκολότερο να επιβάλονται κυρώσεις σε εξαγωγικές επιχειρήσεις οι οποίες πωλούν αγαθά σε τιμές κάτω του κόστους παραγωγής τους.

Όμως η Ιταλία, η οποία προέδρευσε στο συμβούλιο των υπουργών Εμπορίου στις Βρυξέλλες, κατέστησε σαφές ότι υπάρχουν βαθιές διαφωνίες.

Χώρες όπως είναι η Γαλλία λένε ότι η Ευρώπη πρέπει να προασπίσει τις βιομηχανίες της, ενώ οι υπέρμαχοι του ελεύθερου εμπορίου, όπως η Σουηδία, θεωρούν τους κανόνες αυτούς προστατευτισμό.

«Είναι νεκρό», δήλωσε ο Κάρλο Καλέντα, υφυπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Ιταλίας αρμόδιος για το εμπόριο, μιλώντας σε δημοσιογράφους. «Υπάρχει ένα σαφές ιδεολογικό ρήγμα. Οι μισές χώρες θεωρούν πως αυτό είναι ένα προστατευτικό μέτρο», πρόσθεσε ο ίδιος.

Αν και οι κανόνες που προτείνονταν δεν αναφέρονταν ονομαστικά στην Κίνα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν πει σαφώς ότι ήταν σχεδιασμένοι ώστε να μπορεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία χειρίζεται εμπορικά θέματα για λογαριασμό των κυβερνήσεων των κρατών-μελών της ΕΕ συνολικά, να προχωρεί σε έρευνες αντιντάμπινγκ και πιθανόν στη λήψη αποφάσεων χωρίς καν να απαιτείται η διαμαρτυρία από μέρους κάποιας εταιρείας ή κλάδου της βιομηχανίας.

Σε μια από τις πιο μακρόχρονες υποθέσεις, ο φόβος πως το Πεκίνο θα προέβαινε σε αντίποινα ώθησε τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών να μη ζητήσουν την έναρξη έρευνας για τις καταγγελίες ότι δύο ανταγωνίστριές τους, η Huawei και η ZTE, επωφελήθηκαν από κινεζικές κρατικές επιχορηγήσεις για να αναπτυχθούν με ταχείς ρυθμούς στην Ευρώπη.

Και οι δύο εταιρείες αρνούνται ότι έχουν κάνει κάτι επιλήψιμο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πλέον αφήσει κατά μέρος τις απειλές περί έναρξης έρευνας.

Πάνω από τα δύο τρίτα των διενέξεων για εμπορικές υποθέσεις αφορούν την Κίνα, τον δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της ΕΕ. Κινεζικές επιχειρήσεις προσπαθούν να ανταγωνιστούν με ευρωπαϊκές που παράγουν ιδιαίτερα προηγμένα προϊόντα, από φωτοβολταϊκά μέχρι εξοπλισμό δικτύων κινητής τηλεφωνίας.

Οι νέες εξουσίες για την εφαρμογή πολιτικών αντιντάμπινγκ έχουν μεν ήδη υποστηριχθεί από την Κομισιόν και το ΕΚ, χρειάζεται όμως να εγκριθούν και από τις κυβερνήσεις όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε να δοθούν περισσότερες εξουσίες σε ό,τι αφορά το εμπόριο στη Γενική Διεύθυνση της Επιτροπής για τον Ανταγωνισμό.

Η νέα Ευρωπαία επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλμστρεμ έχει βρεθεί σε δύσκολη θέση, αφού παρότι η Σουηδή τάσσεται αναφανδόν υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, οφείλει ταυτόχρονα να υπερασπιστεί την πρόταση της Κομισιόν.

Τα μέλη του ΕΚ υποστηρίζουν επίσης τον εκσυγχρονισμό της δικαιοδοσίας της Κομισιόν σε ό,τι αφορά το εμπόριο, η οποία δεν έχει μεταβληθεί από το 1995 και σήμερα δεν επηρεάζουν παρά λιγότερο από το 1% των εισαγωγών στην ΕΕ.

«Ουδείς αρνείται ότι υπάρχουν διαφωνίες», είπε η Μάλμστρεμ. «Αλλά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θέλει να προχωρήσουμε. Η Επιτροπή θα αποπειραθεί να βρει συμβιβαστικές λύσεις», πρόσθεσε η ίδια.