Ο «καυτός» φάκελος με τις ρυθμίσεις για τα «κόκκινα» δάνεια που περιμένουν από το καλοκαίρι περίπου 170.000 επιχειρηματίες φάνηκε να «κλείνει» μετά και τις τελευταίες σημερινές παρεμβάσεις για ένταξη των «κόκκινων» δανείων της Αγροτικής και των δανείων με εγγύηση του Ελληνικού δημοσίου. Παρά τις πληροφορίες, από το υπουργείο, που αναφέρουν ότι το νομοθέτημα είναι καθ’ όλα έτοιμο από τον απερχόμενο υπουργό Νίκο Δένδια, εν τούτοις, η διαπραγμάτευση με την τρόικα αλλά και με το υπουργείο Οικονομίας δεν έχει ολοκληρωθεί, ενώ ακόμη και σήμερα φτάνουν στο υπουργικό γραφείο θέσεις από τον επιχειρηματικό κόσμο για να γίνουν βελτιώσεις στα όσα προβλέπει το σχέδιο νόμου.

Η επιστημονική ομάδα του Ινστιτούτου ΙΝΕΜΥ της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), αφού μελέτησε το νομοσχέδιο «Μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση της απασχόλησης: κίνητρα για τη ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων» κατέληξε σε συμπεράσματα, τα οποία γνωστοποιήθηκαν σήμερα στο γραφείο υπουργού με σχετική επιστολή του προέδρου της ΕΣΕΕ Βασίλη Κορκίδη.

Σε γενικές γραμμές, εκτιμάται ότι οι μικρομεσαίοι της χώρας χρειάζονται ένα νόμο σαν αυτόν και προσβλέπουν και σε άλλα νομοθετήματα, τα οποία θα κινούνται προς τη διάσωση και την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, ενώ σημειώνεται ότι από τις προωθούμενες διατάξεις των πέντε κεφαλαίων και των 22 άρθρων, προκύπτουν ερωτήματα που χρήζουν περαιτέρω διευκρινίσεων.

Σύμφωνα με την ΕΣΕΕ συγκεκριμένα άρθρα του νομοσχεδίου όπως διατυπώνονται στο προσχέδιο δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά που θα χρειαστούν τις ανάλογες διευκρινίσεις, ώστε το τελικό κείμενο να καταστεί λειτουργικό και να εφαρμοστεί ουσιαστικά και ολοκληρωμένα από τους μικρομεσαίους της αγοράς. Συγκεκριμένα:

– Για το πρώτο είδος ρύθμισης που αφορά ένα μεγάλο ποσοστό μικρομεσαίων επιχειρήσεων (άρθρο 2 παρ. 5) αναφέρεται ότι οι τράπεζες παρέχουν την αιτούμενη διαγραφή «κατά τη διακριτική τους ευχέρεια», πράγμα που σημαίνει ότι είναι οι ίδιες που θέτουν τα κριτήρια και αναλόγως αποφασίζουν, όχι μόνο για το είδος της ρύθμισης αλλά και για την ένταξη του εκάστοτε αιτούντα στην εν λόγω ρύθμιση.

– Δεν προκύπτει σύνδεση των διατάξεών του νομοσχεδίου με τον Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, ο οποίος περιέχει ευνοϊκές προβλέψεις για τους δανειολήπτες και η σύνδεση είναι απαραίτητη για την επιτυχία της εφαρμογής του νομοσχεδίου.

– Δεν διακρίνεται σαφής κατεύθυνση στο είδος των ρυθμίσεων των χρεών από τις τράπεζες. Αντίθετα, η υποχρέωση του αιτούντα να δηλώσει την καθαρή περιουσιακή του θέση δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να θέσουν ως κριτήριο τις περαιτέρω εξασφαλίσεις για την ένταξη του αιτούντα στη ρύθμιση.

– Από τις διατάξεις δεν προκύπτει σε ποιο είδος οφειλής ή τραπεζικού προϊόντος αναφέρεται, εάν δηλαδή αφορά μόνο στα επαγγελματικά δάνεια ή εάν περιλαμβάνει άλλους τύπους δανείων που έχουν λάβει οι επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα τα δάνεια των σεισμοπλήκτων και πυρόπληκτων.

– Στο άρθρο 2, παρ. 2δ θα πρέπει να διευκρινιστεί τι θα γίνει στην περίπτωση πολλαπλών χρηματοδοτικών ιδρυμάτων. Θα μετράει αθροιστικά το 75%;

– Στην περίπτωση της απευθείας ρύθμισης με την τράπεζα και αναφορικά με τη δυνατότητα υπαγωγής σε 100 μηνιαίες δόσεις, αφού εγκριθεί το αίτημα από την τράπεζα, δεν αναφέρεται ποιες ληξιπρόθεσμες οφειλές αφορά, απέναντι στο Δημόσιο ή στα Ταμεία; Επιπλέον, ο επιχειρηματίας που θα καταφέρει να ρυθμίσει τα χρέη του σε μία τράπεζα ενώ εκκρεμούν και άλλες οφειλές σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα, θα έχει τη δυνατότητα να ενταχθεί στη ρύθμιση των 100 δόσεων;

– Αναφορικά με το άρθρο 7 του Κεφ. 3, «Δικαίωμα αποζημίωσης πιστωτών», χρήζει περαιτέρω διευκρίνισης ή δεσμευτικότητα της ρύθμισης, αφού φαίνεται να δίνεται η δυνατότητα στους πιστωτές που δεν συναινούν, να ζητήσουν αποζημίωση.