Διάχυτη είναι η ανησυχία στον επιχειρηματικό κόσμο, σχετικά με τη ρύθμιση, που συζητείται, για τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι η όποια διευθέτηση γίνει, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι εις βάρος των συνεπών επιχειρηματιών-δανειοληπτών.

Η χθεσινή αναφορά του προέδρου του ΣΕΒ προς τον υπουργό Οικονομικών, ότι από τη συγκεκριμένη διαδικασία δεν πρέπει να πληγεί ο ανταγωνισμός, αντικατοπτρίζει αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό.

Δείτε γιατί :

Έστω ότι υπάρχουν δύο επιχειρήσεις, που δραστηριοποιούνται στον ίδιο κλάδο και είναι απόλυτα ανταγωνιστικές μεταξύ τους.

Η επιχείρηση Α είναι απόλυτα συνεπής και αποπληρώνει τακτικά τα δάνειά της, χωρίς καμία καθυστέρηση,
Η επιχείρηση Β έχει δανεισμό σε καθυστέρηση, μη εξυπηρετούμενο δηλαδή.

Σε περίπτωση, που προχωρήσει ρύθμιση, η οποία θα περιλαμβάνει κούρεμα δανείων για τη Β, τότε η τράπεζα θα επωμιστεί ένα κόστος. Το κόστος αυτό θα το μετακυλήσει μοιραία στην Α. Με ποιο τρόπο ;

Με το να διατηρεί η τράπεζα σταθερά υψηλά τα επιτόκια των δανείων της Α. Δηλαδή, δεν θα έχει τη δυνατότητα να μειώσει το κόστος δανεισμού της συνεπούς επιχείρησης, είτε επειδή το αιτείται αυτή, είτε επειδή η τράπεζα θέλει να την επιβραβεύσει.

Μοιραία, λοιπόν, η Β αποκτά συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της Α, αφού θα έχει ελαφρυνθεί σημαντικά από τα δάνειά της. Πολύ απλά, η ασυνεπής Β θα βρεθεί ξαφνικά με χαμηλότερο δανειακό βάρος από τη συνεπή Α ! Αυτό θα της επιτρέψει και να διαπραγματεύεται καλύτερα τις πρώτες της ύλες και – κατά συνέπεια – να πουλά με χαμηλότερες τιμές.

Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η λύση, που θα περιλαμβάνει κούρεμα των επιχειρηματικών κόκκινων δανείων, θα οδηγήσει σε πλήρη νόθευση του ανταγωνισμού στην αγορά. Όχι μόνο για αυτό το λόγο, αλλά και για έναν επιπλέον :

Διότι και οι δύο επιχειρήσεις θα αντιμετωπίζονται από τις τράπεζες στο μέλλον επί ίσοις όροις, σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότησή τους. Κι αυτό, γιατί η συνέχιση της παροχής ρευστότητας και στην ασυνεπή Β είναι μονόδρομος, διότι αλλιώς δεν θα μπορέσει να συνεχίσει να λειτουργεί και οι ντουλάπες των τραπεζών θα γεμίσουν με έναν ακόμα σκελετό. Άρα, στο τέλος της ημέρας, η Β αποκτά χρηματοδότηση με πολύ καλύτερους όρους από την Α, η οποία επέλεξε όλα αυτά τα χρόνια να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις της.

Δηλαδή, η Α κινδυνεύει να αρχίσει να έχει προβλήματα, προς χάριν της τακτοποίησης των θεμάτων της Β.

Όλα αυτά οφείλουν να τα υπολογίσουν και να τα μετρήσουν πλήρως κυβέρνηση, τρόικα και τράπεζες, στην όποια λύση καταλήξουν. Διότι το ζητούμενο είναι η λύση αυτή να μη μετατρέψει απόλυτα υγιείς επιχειρήσεις σε προβληματικές, προς όφελος μπαταχτσήδων.