Στις 23 Απριλίου 2010 ο Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε από το Καστελόριζο την υπαγωγή της Ελλάδας στο μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης.

Η ιστορία του Μνημονίου ωστόσο αρχίζει αρκετά νωρίτερα το φθινόπωρο του 2008 , όταν και οι αγορές με αφορμή την Lehman Brothers και την κρίση στην Ιρλανδία διαφοροποίησαν τον τρόπο με τον οποίο αποτιμούσαν μέχρι εκείνη τη στιγμή το ρίσκο της ελληνικής οικονομίας και τα spreads των ελληνικών ομολόγων αρχίζουν να παίρνουν την ανιούσα.

Η κυβέρνηση Καραμανλή που είχε επανεκλεγεί το 2007 με ισχνή πλειοψηφία 152 εδρών επιχείρησε το Σεπτέμβριο του 2008 να λάβει τα διαρθρωτικά και τα δημοσιονομικά μέτρα για τα οποία πίεζε η ΕΕ, ωστόσο υπό το βάρος της εσωκομματικής κριτικής και της σφοδρής αντιπολιτευτικής τακτικής του ΠΑΣΟΚ υπαναχωρεί. Το δημόσιο χρέος έχει ξεπεράσει το 110% του ΑΕΠ και η οικονομία εισέρχεται σε ύφεση. Η χώρα εξακολουθεί και δανείζεται από τις αγορές, αλλά το κόστος δανεισμού του Δημοσίου πλέον διαρκώς αυξάνεται.

Η εκθετική επιδείνωση της κατάστασης έρχεται σχεδόν ένα χρόνο μετά και αφού έχουν μεσολαβήσει οι πρόωρες εκλογές του Οκτωβρίου του 2009 που ανέδειξαν το ΠΑΣΟΚ στην Κυβέρνηση. Η αποκάλυψη της δημοσιονομικής ένδειας της Ελλάδας ( δημοσιονομικό έλλειμμα 15,6%), αλλά και οι καθυστερήσεις στην αντιμετώπισή της, πυροδοτούν μπαράζ υποβαθμίσεων της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης εν μέσω αρνητικού διεθνώς κλίματος.

Στις 21 Ιανουαρίου 2010 το spread των 10ετών ομολόγων ξεπερνά για πρώτη φορά τις 300 μονάδες, ενώ οι προσπάθειες της κυβέρνησης Παπανδρέου να κατευνάσει τις αγορές με τη λήψη σκληρών μέτρων στις αρχές Φεβρουαρίου και στις αρχές Μαρτίου 2010 δεν πιάνουν τόπο.

Στις 5 Απριλίου 2010, η Κυβέρνηση κάνει μια ύστατη προσπάθεια δανεισμού με 7ετές ομόλογο, με απόδοση 6%. Μέσα σε δύο εβδομάδες τα spreads απογειώνονται καθώς οι κερδοσκόποι πουλούν μαζικά τα ελληνικά χρεόγραφα. Στις 23 Απριλίου 2010 η Ελλάδα υποβάλει αίτηση ενεργοποίησης του μηχανισμού στήριξης. Στις 8 Μαΐου 2010 υπογράφεται η δανειακή σύμβαση. Στις 9 Μαΐου 2010 το ΔΝΤ εγκρίνει τη χρηματοδοτική του στήριξη προς την Ελλάδα .

Από τότε και για 4 έτη, κάθε μέρα που περνούσε η ελληνική οικονομία έχανε κατά μέσον 600 θέσεις εργασίας κάθε 24ωρο, ωστόσο τελικά πέτυχε το 2013 να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 2,6% του ΑΕΠ από το 15,6% του ΑΕΠ το 2009.

Μέσα στα 4 χρόνια που μεσολάβησαν από το Καστελόριζο επήλθαν μεγάλες αλλαγές και στην Ευρωζώνη. Οι λανθασμένοι χειρισμοί στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης και ειδικά τα γερμανογαλλικά σφάλματα των 100 πρώτων ημερών, όπως η Συμφωνία της Ντοβίλ που έφερε τους κερδοσκόπους στην αυλή της Ευρώπης, οδήγησαν έστω και με καθυστέρηση τους χαράσσοντες την πολιτική στην ΕΕ στο αναλάβουν αποφάσεις που βελτίωσαν τη διακυβέρνηση στην ζώνη του ευρώ, διόρθωσαν αδυναμίες της νομισματικής ένωσης και εξορθολόγισαν τους αρχικούς όρους στήριξης των οικονομιών που μπήκαν σε προγράμματα στήριξης.

Στην περίπτωση της Γερμανίας η κοντόφθαλμη και ωφελιμιστική στάση που τήρησε έως και τα μέσα του 2011 στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης ήταν ένας από τους λόγους που το ελληνικό πρόβλημα γιγαντώθηκε και έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις.

Δεν πρέπει να παραγνωρίζονται και οι ευθύνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τόσο στην πρόληψη της ελληνικής κρίσης όσο και στην αντιμετώπισή των προβλημάτων που εν συνεχεία ενέσκηψαν. Ειδικά στις αρχές της ελληνικής κρίσης η ΕΚΤ υιοθέτησε μια άτεγκτη στάση στο θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους, η οποία δημιούργησε επιπλοκές που βιώνουμε μέχρι σήμερα.

Τέλος, το ΔΝΤ εμφανίσθηκε στην περίπτωση της Ελλάδας ανέτοιμο να ανταποκριθεί στο ρόλο που του ανατέθηκε , ενώ τα γνωστά πλέον λάθη στο σχεδιασμό και την υλοποίηση του προγράμματος κατέδειξαν πως η αυθεντία του Ταμείου δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.