Ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο νικητής των εκλογών, μία τελευταία ευκαιρία θα δοθεί στη νέα ελληνική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, εκτιμά γερμανός, ευρωπαίος αξιωματούχος τον οποίο επικαλείται εκτεταμένο ρεπορτάζ του πρακτορείου Ρόιτερς που περιγράφει τη σταδιακή αποξένωση της Ελλάδας και της Γερμανίας κατά τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης χρέους και την απώλεια από το Βερολίνο κάθε εμπιστοσύνης προς τις ελληνικές κυβερνήσεις.
«Θα υπάρξει ένα πολύ αυστηρό πρόγραμμα 100 ημερών για τη νέα κυβέρνηση. Εάν δεν εφαρμοσθεί στο ακέραιο, τότε το παιγνίδι τελείωσε», δήλωσε ο γερμανός αξιωματούχος. «Πρόκειται για μία πολύ σκληρή ψηφοφορία για τον ελληνικό λαό. Καλείται να υποστηρίξει την παλιά φρουρά που τον οδήγησε σε αυτό το χάλι».
Άλλοι γερμανοί αξιωματούχοι τους οποίους επικαλείται το ρεπορτάζ του Ρόιτερς, υπό τον τίτλο «Γερμανία και Ελλάδα: η ιστορία μίας απομάκρυνσης», θεωρούν ωστόσο ότι τα εμπόδια προς την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι περισσότερα. Κορυφαίος ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης δήλωσε ότι «δεν υπάρχει τρόπος να εκδιωχθεί η Ελλάδα από την ευρωζώνη, εάν επιθυμεί να παραμείνει στο ευρώ».
«Οι Ευρωπαίοι είναι πιθανόν να αποφασίσουν να κλείσουν τις στρόφιγγες χρηματοδότησης, περίπτωση κατά την οποία η Ελλάδα θα πτωχεύσει προς τον Σεπτέμβριο, αλλά θα παραμένει ακόμη στο ευρώ», είπε ο ευρωπαίος τραπεζίτης.
«Δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη στους έλληνες πολιτικούς και υπάρχει η επίγνωση ότι όποιος και να νικήσει, το ελληνικό πρόγραμμα θα πρέπει να τύχει επαδιαπραγμάτευσης μετά τις εκλογές. Το θέμα είναι πόσα είναι διατεθειμένη να πληρώσει η Γερμανία για να κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη. Μόνο η Μέρκελ και οι πολιτικοί μπορούν να το αποφασίσουν αυτό», είπε.
Το ρεπορτάζ αποτελεί ένα χρονικό της επιδείνωσης των σχέσεων ανάμεσα στο Βερολίνο και την Αθήνα μέσα από σειρά παρεξηγήσεων, αθέτησης υποσχέσεων και δημοσίων επιθέσεων. Γερμανοί αξιωματούχοι περιγράφουν την απογοήτευση του Βερολίνου για την αποτυχία της ελληνικής γραφειοκρατίας να εφαρμόσει τις αποφάσεις οι οποίες ελήφθησαν στην κορυφή, την αποτυχία στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής.
Ωστόσο η ευθύνη δεν ανήκει μόνο στην Ελλάδα. Οι ευρωπαίοι εταίροι της, περιλαμβανομένης της Γερμανίας, οι οποίοι έσωσαν απρόθυμα την Ελλάδα περισσότερο από δύο χρόνια πριν, στη συνέχεια την αγνόησαν μέχρι το τέλος του 2011, οπότε η οικονομική και δημοσιονομική της κατάσταση την έφεραν και πάλι στο προσκήνιο, σύμφωνα με γερμανούς αξιωματούχους.
«Για έναν χρόνο μετά το πρώτο πακέτο στήριξης, ούτε το Βερολίνο ούτε οι Βρυξέλλες έκαναν οποιαδήποτε συμβολική πολιτική κίνηση προς την Ελλάδα. Κανείς δεν ταξίδεψε μέχρι εκεί για να έχει μία εικόνα της κατάστασης», δήλωσε ο Μάρκους Κέρμπερ, επικεφαλής της Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) και πρώην αξιωματούχος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. «…Δεν κατάλαβαν ότι μία νομισματική ένωση δεν λειτουργεί με αυτόματο πιλότο», είπε, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ.
Ο Μάρκους Κέρμπερ θεωρεί ότι η Μέρκελ δεν έχει τη δυνατότητα να αφήσει την Ελλάδα να φύγει από την ευρωζώνη, διότι αυτό θα προκαλούσε ανεξέλεγκτη αλυσιδωτή αντίδραση στην ευρωζώνη με καταστροφικές συνέπειες, ακόμη και για τη Γερμανία, οι εξαγωγές της οποίας εξαρτώνται από την οικονομική υγεία των ευρωπαίων εταίρων της.
Όπως σε ένα παντρεμένο ζευγάρι, όπου φθάνει να απεχθάνεται ο ένας τον άλλο, αλλά παραμένουν μαζί για το καλό των παιδιών, η Γερμανία κι η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνουν μαζί για κάποιο διάστημα. Αυτό είναι ένα μήνυμα που η Μέρκελ πρέπει να αρχίσει να εκπέμπει με μεγαλύτερη έμφαση προς τους γερμανούς πολίτες μετά τις ελληνικές εκλογές, είπε ο Κέρμπερ.
«Η Γερμανία οφείλει να κατανοήσει ότι δεν μπορεί να πωλεί τα προϊόντα της σε όλους τους άλλους και να διατηρεί μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα χωρίς να αναλαμβάνει περισσότερες ευθύνες και ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη προς όφελος των δικών της συμφερόντων», δήλωσε. «Όπως είπε κάποτε ο Μίλτον Φρίντμαν, δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα».