Ριζικές αλλαγές επιφέρουν τόσο σε νέες όσο και παλαιές επικουρικές συντάξεις οι νομοθετικές ρυθμίσεις που φέρνει το υπουργείο Εργασίας στο νόμο 4387/2016.

Στόχος είναι να ξεμπλοκάρουν οι παγωμένες από 1 Ιανουαρίου 2015 και μετά, νέες αιτήσεις που μέχρι αυτή τη στιγμή έχουν υποβάλει περίπου 75.000 ασφαλισμένοι.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος» οι αλλαγές φέρνουν τα πάνω κάτω σε ποσά που πρόκειται να πάρουν όσοι αποχώρησαν από 1η Ιανουαρίου 2015 και ύστερα, καθώς στις αποδοχές που θα βγάζουν την επικουρική τους σύνταξη θα περιλαμβάνονται μόνο αυτές για τις οποίες καταβλήθηκαν και εισφορές στο ταμείο και θα πρέπει να εμφανίζονται από 1Ιανουαρίου 2016 και μετά στις ατομικές μερίδες ασφάλισης κάθε εργαζόμενου.

Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα δεν αρκεί ένας εργαζόμενος να έχει κράτηση 3,5% από το μισθό του για την επικουρική ασφάλιση, αλλά η συγκεκριμένη εισφορά θα πρέπει να έχει αποδοθεί και υπεύθυνος για τη διεκδίκησή της δεν είναι το ΕΤΕΑ αλλά ο ίδιος ο εργαζόμενος.

Η νομοθετική ρύθμιση θα προβλέπει τα εξής:

Α. Κατά τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης με αίτηση από 1/1/2015 θα συνυπολογίζεται ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων κατεβλήθησαν εισφορές επικουρικής ασφάλισης από το 2002 έως το έτος πριν τη συνταξιοδότηση.

Β. Για αποδοχές που δεν έχουν καταβληθεί εισφορές, ο χρόνος ασφάλισης δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του αντίστοιχου ποσού της επικουρικής σύνταξης. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αλλαγή το υπουργείο Εργασίας καταργεί την επί πιστώσει ασφάλιση σε ό,τι αφορά στις επικουρικές, και παράλληλα διερευνάται το ενδεχόμενο να δοθεί η δυνατότητα στους εργαζόμενους που θα ψάχνουν τις χαμένες εισφορές τους, να τις ξαναπληρώσουν για να μη χάσουν και τη σύνταξη.

Επαναφορά της ρήτρας θανάτου

Το χειρότερο όμως σημείο είναι η επαναφορά της ρήτρας θανάτου. Η σύνταξη για το χρόνο ασφάλισης από 1 Ιανουαρίου 2015 και ύστερα θα υπολογίζεται σύμφωνα με το πόσα χρόνια ζωής θα έχουν οι συνταξιούχοι από την ηλικία της συνταξιοδότησης, αλλά και με το πόσα χρόνια θα ζήσει ο/η σύζυγος σε περίπτωση μεταβίβασης της σύνταξης λόγω θανάτου.