Οι κυβερνήσεις χρειάζεται να ξεπεράσουν την εμμονή τους με τα επίπεδα του χρέους και να αυξήσουν τις δαπάνες για αναπτυξιακές πολιτικές μειώνοντας, όπου είναι δυνατόν, τα φορολογικά βάρη, επεσήμανε ο ΟΟΣΑ σήμερα.

Το μήνυμα στην έκθεση του ΟΟΣΑ για τις Οικονομικές Προοπτικές που θα δημοσιοποιηθεί τη Δευτέρα μπορεί να προσφέρει στήριξη σε ένα αυξανόμενο αριθμό κυβερνήσεων, αρχής γενομένης με την νέα αμερικανική κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ που θέλει να τονώσει την ανάπτυξη με μειώσεις φόρων.

Ωστόσο, η επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού Κάθριν Μαν επέμεινε ότι αυτό δεν αποτελεί προτροπή για δαπάνες που δεν λαμβάνουν υπόψη τους το έλλειμμα και για οριζόντιες μειώσεις εταιρικών φόρων.

Ύστερα από χρόνια χαμηλής ανάπτυξης στις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να αγνοήσουν την ευκαιρία που προσφέρουν τα χαμηλά επιτόκια-ρεκόρ για τη χρηματοδότηση επενδύσεων, οι οποίες έχουν στόχο την τόνωση της ανάπτυξης, ανέφερε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.

Σε προδημοσίευση ενός ειδικού κεφαλαίου από την εξαμηνιαία έκθεση με τις Οικονομικές Προοπτικές, ο ΟΟΣΑ ανέφερε ότι το να επιτρέπει μια χώρα την αύξηση των ελλειμμάτων, προκειμένου να χρηματοδοτούνται οι επενδύσεις και να χαλαρώνουν τα φορολογικά βάρη, είναι κάτι που θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ περισσότερο απ’ ό,τι αυξάνει το χρέος.

Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε εν τέλει να μειώσει το χρέος ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) χωρίς τα οικονομικά βάρη που συνοδεύουν τη μείωση του χρέους μέσω της δημοσιονομικής λιτότητας.

Πολλές χώρες υπήρξαν απρόθυμες να αναπτύξουν δημοσιονομικές πρωτοβουλίες, εξαιτίας των ποσοστών χρέους τους ως προς το ΑΕΠ και τις ανησυχίες τους ότι δεν θα μπορούσαν να δανειστούν, δήλωσε η Μαν στο Reuters.

Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων κατά 0,5% του ΑΕΠ για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά μέσο όρο κατά 0,4-0,6% τον πρώτο χρόνο στις 35 χώρες-μέλη του οργανισμού.

«Αυτό που λέμε είναι ότι, αν μια χώρα δανείζεται με πολύ χαμηλά επιτόκια και επενδύει στις σωστές πρωτοβουλίες, μπορείς να βελτιώσει το ρυθμό ανάπτυξης», δήλωσε η Μαν.

Ωστόσο, είναι κρίσιμης σημασίας οι επιπλέον δημόσιες δαπάνες να δίνονται για πολιτικές τόνωσης της παραγωγικότητας, όπως οι υποδομές, η εκπαίδευση και η έρευνα, ενώ η δημοσιονομική χαλάρωση θα πρέπει να στοχεύει σε συγκεκριμένους φόρους που καθυστερούν την ανάπτυξη.

Ο ανταγωνισμός εντείνεται ανάμεσα στις μεγάλες οικονομίες για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, κάτι που ήταν μέρος της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ. Η βρετανική κυβέρνηση έχει εξαγγείλει μειώσεις στην εταιρική φορολογία ενώ φοροελαφρύνσεις υπόσχονται και οι υποψήφιοι για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία.

Η Μαν προειδοποίησε κατά των εκτεταμένων μειώσεων στη φορολογία των επιχειρήσεων, όπως αυτές που υπόσχεται ο Τραμπ, χωρίς να υπάρχει κάτι που να στηρίζει τη συνολική ζήτηση.

«Η μείωση των εταιρικών φόρων σε ένα περιβάλλον όπου πολλές εταιρίες έχουν άφθονη ρευστότητα, δεν δημιουργεί το κίνητρο για να βγούμε από την παγίδα χαμηλής ανάπτυξης, διότι υπάρχει ήδη πολύ μεγάλη ρευστότητα στους ισολογισμούς των εταιριών», δήλωσε.