Η αναδιάρθρωση ή ο επανασχεδιασμός του χρέους ή τέλος η επανατακτοποίηση θεωρείται η έσχατη λύση και η τελική διέξοδος στο αδιέξοδο της διαχείρισης του χρέους μιας χώρας. Και αυτό γιατί οι επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων αλλά και στην αξιοπιστία της Χώρας είναι σημαντικές.

Πιο συγκεκριμένα η αναδιάρθρωση συνοδεύεται με ένα χρονικό διάστημα απομάκρυνσης από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Για χώρες όπως η Ελλάδα όπου χρηματοδοτεί ένα σημαντικό μέρος του ελλείμματος μέσω διεθνούς δανεισμού γίνεται αντιληπτό ότι θα υποχρεωθεί στον άμεσο ισοσκελισμό του προϋπολογισμού μειώνοντας ελαστικές και μη ελαστικές δαπάνες. Αυτή η εξέλιξη εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις σε μισθούς και συντάξεις θα επιφέρει και μια κάθετη μείωση σ’ αυτό που ονομάζομαι ποιότητα των δημοσίων αγαθών (παιδεία, υγεία, ασφάλεια κλπ).

Η άλλη προβληματική εξέλιξη σχετίζεται με τις επιπτώσεις στους εγχώριους κατόχους ελληνικών ομολόγων. Τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρίες θα υποστούν μια ουσιαστική απομείωση του ενεργητικού τους και της κεφαλαιουχικής τους βάσης με αποτέλεσμα να περιέλθουν σε δυσκολία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους.

Παρόλο που μέχρι σήμερα δεν έχουμε μια πραγματική εικόνα των τραπεζών η οποία να προέρχεται από την πραγματοποίηση πραγματικών τεστ αντοχής, ενσωματώνοντας τις επισφάλειες και τις χρηματοπιστωτικές εξελίξεις είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα μπορέσουν να επανέλθουν στις αγορές προκαλώντας με αυτόν τρόπο προβλήματα ρευστότητας στην οικονομία.

Τα προβλήματα του τραπεζικού συστήματος είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσουν μια συστημική κρίση με την μαζική απόσυρση των καταθέσεων και την κατάρρευση τραπεζών. Γεγονός που θα προκαλέσει τραπεζικό πανικό και θα εξασθενίσει ακόμα περισσότερο τις ελληνικής τράπεζες. Το όλο σκηνικό μοιάζει με παιχνίδι με την φωτιά διότι ο τραπεζικός πανικός μπορεί να πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις στην ελληνική κοινωνία. Τα ασφαλιστικά ταμεία είναι μια άλλη παράμετρος που θα πλήξει η αναδιάρθρωση των ομολόγων μια και ένα σημαντικό μέρος των εισροών τους προέρχεται είτε από την ρευστοποίηση των ομολόγων είτε από τα κουπόνια.

Η αλήθεια είναι ότι κάθε περίπτωση χρεοκοπίας είναι μοναδική και έτσι δεν μπορούν να εξαχθούν εύκολα συμπεράσματα για τις συνολικές επιπτώσεις ιδιαίτερα για τα άμεσα αποτελέσματα στην καθημερινότητα. Πολλά πράγμα εξαρτώνται από την σύνθεση του χρέους.

Η περίπτωση του ελληνικού χρέους είναι ξεχωριστή διότι το 90% του χρέους είναι ομόλογα σταθερού επιτοκίου σε ευρώ και τα δάνεια έχουν συναφθεί σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο. Επίσης μεγάλο μέρος του χρέους είναι συγκεντρωμένο σε περιορισμένο αριθμό χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Όπως και να έχει όμως η οποιαδήποτε αναδιάρθρωση του χρέους συνοδεύεται με σημαντικές αρνητικές εξελίξεις τόσο στην αξιοπιστία της Χώρας όσο και στο βιοτικό επίπεδο.