Τέλος στους φόβους ότι κινδυνεύει η Ευρώπη και κατ’ επέκταση η Ελλάδα από την καταστροφή στην Ιαπωνία, βάζει, μιλώντας στο newsbeast.gr ο διευθυντής του Ινστιτούτου Πυρηνικής Τεχνολογίας – Ακτινοπροστασίας στον «Δημόκριτο», Γιάννης Παπάζογλου.

«Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κινδυνεύσει η Ευρώπη και ακόμη περισσότερο η Ελλάδα από μεταφερόμενη ραδιενέργεια. Το να μπορέσουμε κάποια στιγμή να μετρήσουμε κάτι, είναι πιθανό να συμβεί. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποτελεί κίνδυνο για τη ζωή των ανθρώπων. Είναι δόσεις που, εάν υπάρξουν, θα είναι ελάχιστα μικρές. Μάλιστα, ίσως μικρότερες από αυτές που παίρνει ο καθένας από εμάς για φυσικούς λόγους», αναφέρει ο κ. Παπάζογλου, ξεκαθαρίζοντας ότι η Ευρώπη δεν αντιμετωπίζει κανέναν κίνδυνο από την ατμόσφαιρα.
 
Πάντως, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Πυρηνικής Τεχνολογίας – Ακτινοπροστασίας στον «Δημόκριτο» συνιστά σε όλους να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στις εξαγωγές τροφίμων από την Ιαπωνία. «Προφανώς, άμα γίνονται εξαγωγές ραδιενεργών τροφίμων ή άλλων προϊόντων που δύνανται να εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα από εκείνη την περιοχή, θα έχουμε πρόβλημα. Αλλά έχει ήδη τεθεί σε συναγερμό το σύστημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουν αρχίσει οι έλεγχοι τροφών γενικώς σε κατηγορίες προϊόντων που προέρχονται από την Ιαπωνία» λέει για να συνεχίσει: «Κι αυτό θα μας βοηθήσει να αποφύγουμε την κατανάλωση πιθανών επικίνδυνων προϊόντων».

Ποιες είναι οι επιπτώσεις

Σύμφωνα με τον κ. Παπάζογλου η προσβολή των ανθρώπων από τη ραδιενέργεια μετά από τέτοια ατυχήματα σαν αυτό της Ιαπωνίας, έχει τέσσερα σκέλη. «Το πρώτο είναι να ακτινοβοληθεί κάποιος από το νέφος που περνάει. Γι’ αυτό δίνεται η εντολή να εκκενωθεί η περιοχή γύρω από το σταθμό, όπου αναμένονται υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να απομακρυνθεί ο κόσμος», τονίζει.


 
Και εξηγεί ότι σε μεγαλύτερες αποστάσεις από αυτές των 20 – 30 χλμ (αυτή είναι η επικίνδυνη ζώνη λόγω της ισχυρής ακτινοβολίας) ο τρόπος που προστατεύουν τους ανθρώπους είναι με το να τους βάζουν σε μεγάλα κτίρια καθώς εκεί υπάρχει ένας βαθμός θωράκισης. «Η ακτινοβολία δεν περνάει εύκολα τους τοίχους αυτών των κτιρίων» σημειώνει ο κ. Παπάζογλου.

Το δεύτερο μονοπάτι για έκθεση σε ραδιενέργεια είναι αυτό της αναπνοής. «Αναπνέοντας κανείς σε μια ραδιενεργή ατμόσφαιρα, εισάγει στα πνευμόνια του διάφορα ραδιενεργά στοιχεία, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν βλάβες. Αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος για εκκένωση του πληθυσμού η προστασία του σε ασφαλή κτίρια μέχρι να περάσει το νέφος», λέει χαρακτηριστικά.

Το τρίτο σκέλος οφείλεται σε ακτινοβόληση που δέχεται κανείς και μετά την διέλευση του ραδιενεργού νέφους από ραδιενεργά στοιχεία που επικάθονται στο έδαφος.

Τέλος το τέταρτο μονοπάτι εισροής ραδιενέργειας στο σώμα οφείλεται στην κατανάλωση τροφών μολυσμένων με ραδιενέργεια. Για το λόγο αυτό γίνονται έλεγχοι στα τρόφιμα και απαγορεύεται η κατανάλωση τους.

Γιατί συνέβη το ατύχημα αυτό; Οι Ιάπωνες έχουν ξεχάσει την Χιροσίμα;
 
«Η Ιαπωνία είναι μία χώρα που επέζησε μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και όχι μόνο επέζησε αλλά οι πόλεις αυτές σήμερα δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα. Οπότε δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να πούμε ότι οι Ιάπωνες είχαν ξεχάσει τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι» αναφέρει.

Για να προσθέσει: «Όταν θα τελειώσει αυτό το φαινόμενο, με όποιον τρόπο τελειώσει, θα προκύψουν και οι λόγοι για τους οποίους συνέβη και αν υπήρξαν παραλείψεις ή όχι. Για παράδειγμα, ο σταθμός νούμερο ένα στη Φουκουσίμα επρόκειτο να κλείσει αυτό το μήνα».

Πάντως, διερωτάται κανείς αν τον είχαν σχεδιάσει με βάση τα όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα για τους σεισμούς και τις φυσικές καταστροφές που απειλούν τέτοιου είδους αντιδραστήρες και άλλες πολύπλοκες εγκαταστάσεις. «Όχι» απαντά ο κ. Παπάζογλου «γιατί αυτοί ήταν σχεδιασμοί της δεκαετίας του ΄60, όπου τότε δεν είχαν όλη την κατανόηση και τη γνώση που έχουμε σήμερα. Αυτό είναι φυσικό και συμβαίνει με όλες τις τεχνολογίες» εξηγεί. Για να αναφέρει: «Πιθανόν στην Ιαπωνία να αποκαλυφθεί ότι υπήρχαν προβλήματα• Ότι υπήρξαν παραλείψεις, η εταιρεία TEPCO έχει κατηγορηθεί για παραλήψεις και μάλιστα το Δ.Σ. της παραιτήθηκε πριν από χρόνια, περίπου το 2000, για κάποιες ατασθαλίες».

Οι διαφορές με το ατύχημα του Τσερνομπίλ

«Σε καμία περίπτωση και κατηγορηματικά δεν μπορεί να γίνει ένα ατύχημα ίδιο με αυτό του Τσερνομπίλ. Κι αυτό γιατί υπάρχουν τρεις βασικές διαφορές αναφέρει ο κ. Παπάζογλου. Αυτές είναι ότι:

α) Ο αντιδραστήρας στο Τσερνομπίλ δεν είχε περίβλημα. Αυτή την πολύ ισχυρή δομική κατασκευή πάχους 2-3 μέτρων οπλισμένου σκυροδέματος που στην περίπτωση ατυχήματος εμποδίζει την έκλυση ενός μεγάλου μέρους της ραδιενέργειας της καρδιάς του αντιδραστήρα στο περιβάλλον.

β) Το ατύχημα του Τσερνομπίλ ήταν ατύχημα στο οποίο δεν διεκόπη η αλυσιδωτή αντίδραση σχάσης με αποτέλεσμα την μεταφορά τεράστιας ποσότητας ενέργειας στα υλικά του αντιδραστήρα και την εκτόξευση των αέριων σε πολύ μεγάλα ύψη (χιλιόμετρα). Το μεγάλο ύψος βοηθά στη διασπορά της ραδιενέργειας σε μεγάλες αποστάσεις.

γ) Ο αντιδραστήρας στο Τσερνομπίλ περιείχε μεγάλες ποσότητες γραφίτη ο οποίος άρπαξε φωτιά και έκαιγε για πολλές μέρες εκλύοντας μαζί με τα καυσαέρια και μεγάλες ποσότητες ραδιενέργειας πάλι σε σχετικά μεγάλα ύψη.
Οι αντιδραστήρες στην Fukushima έχουν περίβλημα, διέκοψαν την παραγωγή ενέργειας λόγου σχάσης και δεν περιέχουν γραφίτη. Έκλυση ραδιενέργειας έχει γίνει μέχρι σήμερα σε πολύ μικρότερες ποσότητες και με τρόπο που δεν βοηθά την διασπορά σε μεγάλες αποστάσεις. Πρόβλημα υπάρχει επίσης και με τις δεξαμενές χρησιμοποιημένου καυσίμου οι οποίες κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς ψύξη με συνέπεια να προκληθεί και από εκεί έκλυση ραδιενέργειας.

Κι αυτό είναι ένα πρόβλημα που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν στην Ιαπωνία.

Ο κ. Παπάζογλου πάντως σημειώνει ότι «οι κίνδυνοι που υπάρχουν είναι να μην μπορεί να ελεγχθεί η κατάσταση μέχρι το τέλος και να υπάρξει σημαντική έκλυση ραδιενέργειας στο περιβάλλον. Η έκλυση θα γίνει όμως με πολύ πιο ήπιο τρόπο από ότι στο Τσερνομπίλ και οι πολύ σοβαρές συνέπειες θα περιοριστούν σε μια απόσταση τριάντα με εκατό χιλιόμετρων γύρω από την επικίνδυνη περιοχή».

Για να καταλήξει ότι η καλή εκδοχή είναι να καταφέρουν να το ελέγξουν και να μπορέσουν να ισορροπήσουν το σύστημα χωρίς να επέλθει σοβαρότερη έκθεση ραδιενέργειας. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει διαφύγει σημαντική ποσότητα ραδιενέργειας στο περιβάλλον, κυρίως από τα αέρια και τα πτητικά προϊόντα της σχάσης, τα οποία είναι πιο εύκολο να διαφύγουν μέσα από τις ράβδους καυσίμου και από τα υπόλοιπα φράγματα, από το περίβλημα και από το κτίριο του αντιδραστήρα. Οι εργαζόμενοι στο εργοστάσιο πάντως, παίρνουν ισχυρές δόσεις ραδιενέργειας, όχι κάτι που απειλεί άμεσα τη ζωή τους, αλλά οπωσδήποτε πολύ πιο πάνω από το κανονικό και από το επιτρεπόμενο όριο».